Ἡ δίψα καὶ τὸ ὕδωρ Ἀπὸ τὸ βιβλίο τοῦ Ἀρχιμ. Ἱεροθέου Βλάχου (νῦν Μητρ. Ναυπάκτου) «Ὀσμὴ Γνώσεως»
«ἐάν τις διψᾶ, ἐρχέσθω πρός με καὶ πινέτω»
( Ἰω. ζ´ 37)
. Μιὰ ἀπὸ τὶς μεγαλύτερες
Ἰουδαϊκὲς ἑορτὲς ἦταν ἡ ἑορτὴ τῆς Σκηνοπηγίας. Μὲ τὴν ἑορτὴ αὐτὴ οἱ
Ἰουδαῖοι δόξαζαν τὸν Θεὸ γιὰ τὴν θαυμαστὴ διάσωσί τους. Κάθε πρωὶ
γινόταν στὸν Ναὸ μία σπονδὴ εἰς ἀνάμνησιν τῆς θαυματουργικῆς ἀναβλύσεως
ὕδατος ἀπὸ τὴν πέτρα διὰ τῆς ράβδου τοῦ Μωϋσέως. Ἐπίσης κάθε ἀπόγευμα
ἄναβαν στὸν πρόναο δυὸ πολύφωτες λυχνίες εἰς ἀνάμνησιν τῆς φωτεινῆς
νεφέλης ποὺ φώτιζε τοὺς πατέρας τους, κατὰ τὴν διάρκεια τῆς νυκτερινῆς
πορείας. Ὁ Κύριος τὴν τελευταία ἡμέρα αὐτῆς τῆς ἑορτῆς, εὑρεθεὶς στὰ
Ἱεροσόλυμα καὶ ἀναφερόμενος στὰ δύο αὐτὰ θαυματουργικὰ γεγονότα ποὺ
ὑπενθύμιζαν αὐτὲς οἱ δύο λατρευτικὲς πράξεις, ἔκραξε λέγων: «Ἐάν τις
διψᾶ ἐρχέσθω ΠΡΟΣ ΜΕ καὶ πινέτω…ΕΓΩ ΕΙΜΙ τὸ φῶς τοῦ κόσμου· ὁ ἀκολουθῶν
ἐμοί, οὐ μὴ περιπατήςῃ ἐν τῇ σκοτίᾳ, ἀλλ’ ἔξει τὸ φῶς τῆς ζωῆς». Σήμερα
θὰ μᾶς ἀπασχολήσει ἡ πρώτη διακήρυξη τοῦ Χριστοῦ «ἐάν τις διψᾶ ἐρχέσθω
πρός με καὶ πινέτω».
Ὁ Χριστὸς εἶναι ἡ πέτρα τῆς ζωῆς
. Ἀπὸ τὰ λίγα ποὺ ἔχουν
ἀναφερθῆ φαίνεται καθαρὰ ὅτι ὁ Κύριος, κατὰ τὴν ὁμιλία Του, ἀπεκάλυψε
τὴν μεγάλη ἀλήθεια ὅτι τὸ θαῦμα τῆς ἀναβλύσεως τοῦ ὕδατος ἀπὸ τὴν πέτρα
στὴν ἔρημο, γιὰ νὰ ξεδιψάση ὁ λαός, δὲν προερχόταν ἀπὸ τὴν φύσι τῆς
πέτρας, οὔτε ἀπὸ τὴν δύναμι τοῦ Μωϋσέως, ἀλλὰ ἦταν ἐνέργεια τῆς
πνευματικῆς Πέτρας, ποὺ διαρκῶς ἀκολουθοῦσε τὸν Ἰσραηλιτικὸ λαό. Καὶ
αὐτὴ ἡ πνευματικὴ Πέτρα ἦταν καὶ εἶναι ὁ Χριστός. Ἔτσι καὶ ὁ Ἀπόστολος
Παῦλος γράφει στοὺς Κορινθίους: «ἔπινον γὰρ ἐκ τῆς πνευματικῆς
ἀκολουθούσης πέτρας· ἡ δὲ πέτρα ἦν ὁ Χριστὸς» (Α´ Κορ. ι´ 4).
. Οἱ ἅγιοι Πατέρες, φωτισθέντες ἀπὸ τὸ Πανάγιον Πνεῦμα, εἶπαν
ὅτι ὅλες οἱ θεοφάνειες τοῦ Θεοῦ στὴν Παλαιὰ Διαθήκη ἦταν θεοφάνειες τοῦ
Λόγου, τοῦ Δευτέρου Προσώπου τῆς Ἁγίας Τριάδος. Ἡ διαφορὰ τῆς Παλαιᾶς
ἀπὸ τὴν Καινὴ Διαθήκη εἶναι ὅτι ἐνῶ στὴν Παλαιὰ Διαθήκη ἔχουμε
ἀποκαλύψεις τοῦ ἀσάρκου Λόγου, στὴν Καινὴ Διαθήκη ἔχουμε ἀποκαλύψεις τοῦ
σεσαρκωμένου Λόγου. Ἐὰν διαθέτουμε μία πνευματικὴ εὐαισθησία καὶ
καρδιακὴ καθαρότητα, τότε μποροῦμε νὰ συλλάβουμε τὴν ἀποκάλυψι τοῦ Θεοῦ
στὴν φύσι καὶ στὴν ἱστορία.
. Ὁ Χριστὸς πάντα ξεδιψᾶ τὸν ἄνθρωπο ποὺ φλέγεται γιὰ ἀληθινὴ
ζωὴ καὶ γιὰ ἀληθινὴ Χαρά. Αὐτὸς ὁ Ἴδιος εἶναι ἡ ἀληθινὴ Ζωή, Χαρά, Φῶς,
Εὐλογία τῶν πάντων. Ὁ ἄνθρωπος ἑνούμενος μὲ τὸν Χριστὸ ἀποκτᾶ χάρη «ἐκ
τοῦ πληρώματος αὐτοῦ» (Ἰωάν. α´ 16). Ὁ Χριστὸς ἱκανοποιεῖ τελείως τὴν
μεταφυσικὴ δίψα τοῦ ἀνθρώπου. Δὲν ἦλθε στὸν κόσμο γιὰ νὰ φέρη μερικὲς
ἰδέες καὶ ἀφηρημένες θεωρίες, ἀλλὰ γιὰ νὰ φέρη τὴν ζωὴ στοὺς ἀνθρώπους:
«Ἐγὼ ἦλθον ἵνα ζωὴν ἔχωσι καὶ περισσὸν ἔχωσιν» (Ἰωάν. ι´ 10).
Καταλλάσσει τὸν ἄνθρωπο μὲ τὸν Θεό, Χριστοποιεῖ καὶ Ναοποιεῖ τὴν
ἀνθρώπινη φύσι. Ὁ Χριστός, κατὰ τὸν ἅγιο Νικόλαο τὸν Καβάσιλα, εἶναι τὸ
«κατάλυμα τῶν ἀνθρωπίνων ἐρώτων».
. Αὐτὸ τὸ βλέπουμε στὴν ζωὴ τῶν ἁγίων. Βρισκόμενοι στὴν ἔρημο
τῆς νεκρώσεως, διψοῦν τὸν «ζῶντα Θεόν». Κατὰ τὸ μέτρο δὲ τῆς δίψης καὶ
τῆς ὁρμῆς δέχονται στὴν ὕπαρξί τους τὸ ὕδωρ τὸ ζῶν, ποὺ τοὺς αὐξάνει τὴν
δίψα: «οἱ ἐσθίοντές με ἔτι πεινάσουσι καὶ οἱ πίνοντες με ἔτι
διψήσουσιν» (Σόφ. Σειρὰχ κδ´ 21).
. Αὐτὸς εἶναι ὁ ἀχόρταγος χορτασμὸς τοῦ θείου ἐλέους. Ἔτσι οἱ
ἅγιοί μας ἔδειξαν ὅτι ὁ ἄνθρωπος δὲν εἶναι αὐτὸ ποὺ ἔχει, ἀλλὰ ἔχει αὐτὸ
ποὺ εἶναι, δηλαδὴ ἡ ἀξία του δὲν ἐξαρτᾶται ἀπὸ τὰ ὑλικὰ ἀγαθὰ καὶ ὅλα
ὅσα διαθέτει, ἀλλὰ ἡ εὐτυχία του ξεκινάει ἀπὸ τὴν ἀνακαίνισι καὶ τὴν
μεταμόρφωσι τῆς φύσεώς του. Καὶ αὐτὴ ἡ μεταμόρφωσι γίνεται ἐν Χριστῷ.
Τὸ Ἅγιον Πνεῦμα εἶναι τὸ ὕδωρ τὸ ζῶν
. Ἐὰν ὁ Χριστὸς εἶναι ἡ Πέτρα
τῆς ζωῆς, τὸ Ἅγιον Πνεῦμα εἶναι τὸ ὕδωρ τὸ ζῶν. Τὴν μεγάλη αὐτὴ ἀλήθεια
ἀπεκάλυψεν ὁ Κύριος στὴν Σαμαρείτισσα γυναίκα. Ἐὰν ἤξερες, τῆς εἶπε,
ποιὸς εἶναι αὐτὸς ποὺ σοῦ λέγει «δός μοι πιεῖν, σὺ ἂν ᾔτησας αὐτόν, καὶ
ἔδωκεν ἄν σοι ὕδωρ ζῶν» (Ἰωάν. δ´ 10). Τὸ ὕδωρ τὸ ζῶν ποὺ ὑπάρχει μέσα
στὸν Χριστὸ εἶναι τὸ Ἅγιον Πνεῦμα.
. Ὅπως τὸ νερὸ δροσίζει καὶ καθαρίζει, ἔτσι καὶ τὸ Πανάγιο
Πνεῦμα δροσίζει τὸν ἄνθρωπο καὶ καθαρίζει ὅλες τὶς ἐσωτερικὲς πληγὲς τῆς
ἁμαρτίας.
. Φυσικὰ δὲν εἶναι ἄλλο τὸ ἔργο τοῦ Χριστοῦ καὶ ἄλλο τὸ ἔργο
τοῦ Παρακλήτου. Τὸ Ἅγιον Πνεῦμα δὲν εἶναι μιὰ ἀφηρημένη θεία ἐνέργεια,
ἀλλὰ ἕνα ἀπὸ τὰ Πρόσωπα τῆς Ἁγίας Τριάδος, ποὺ ἐκπορεύεται ἀπὸ τὸν
Πατέρα καὶ ἀναπαύεται στὸν Υἱό. Αὐτὴ ἡ ἀνάπαυσι, κατὰ τοὺς Πατέρας,
εἶναι μιὰ διαρκὴς κίνησι καὶ δρᾶσι, εἶναι ἡ κατ’ ἐνέργειαν φανέρωσι τοῦ
Παρακλήτου. Ἔτσι ὁ Χριστὸς ἀποστέλλει τὸ Ἅγιον Πνεῦμα καὶ τὸ Ἅγιον
Πνεῦμα μορφώνει τὸν Χριστὸ «ἐν ταῖς καρδίαις ἡμῶν». Ὁ Χριστὸς καὶ τὸ
Ἅγιον Πνεῦμα εἶναι οἱ δύο Παράκλητοι τοῦ Θεοῦ στὸν κόσμο, ποὺ
ἀπεργάζονται τὴν θέωσι τοῦ ἀνθρώπου καὶ τὴν μεταμόρφωσι ὅλου τοῦ κόσμου.
. Ἂν δὲν εἶναι κανεὶς μέλος τῆς Ἐκκλησίας, δὲν μετέχει τῆς
θεοποιοῦ ἐνεργείας τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Καὶ ἂν κανεὶς δὲν ἔχη τὸν
Παράκλητο στὴν καρδιά του, δὲν εἶναι μέλος τοῦ Σώματος τοῦ Χριστοῦ. Αὐτὴ
τὴν μεγάλη ἀλήθεια τὴν βλέπουμε κατὰ τὴν ἡμέρα τῆς Πεντηκοστῆς. Ὁ
Χριστὸς ἔστειλε στοὺς Ἀποστόλους τὸ Ἅγιον Πνεῦμα καὶ οἱ Ἀπόστολοι
λαβόντες τὸ Ἅγιον Πνεῦμα ἔδωσαν τὴν μαρτυρία περὶ τοῦ Χριστοῦ.
Ἡ ἐν Χριστῷ ζωὴ εἶναι πηγὴ θεολογίας
. Ἐκεῖνος ποὺ συνδέεται μὲ τὴν
ἀληθινὴ Πέτρα, τὸν Χριστό, καὶ δέχεται τὸ ὕδωρ τοῦ Παναγίου Πνεύματος,
αὐτὸς γίνεται καὶ πηγὴ θεολογίας. «Ὁ πιστεύων εἰς ἐμέ, καθὼς εἶπεν ἡ
Γραφή, ποταμοὶ ἐκ τῆς κοιλίας αὐτοῦ ρεύσουσιν ὕδατος ζῶντος». Ἐδῶ
φαίνεται τὸ ὕψος τῆς Χριστιανικῆς ἀνθρωπολογίας. Σὲ ποιό σημεῖο ἀνεβάζει
τὸν ἄνθρωπο!
. Ὅταν ἔρχεται ἡ χάρι τοῦ Παρακλήτου στὴν καρδιὰ τοῦ ἀνθρώπου,
τότε ὁ ἄνθρωπος ἀλλοιώνεται ἐσωτερικὰ καὶ αὐτὴ ἡ ἀλλοίωσι φαίνεται καὶ
ἐξωτερικά, διὰ τῶν κινήσεων, διὰ τῆς σιωπῆς, διὰ τῆς ὁμιλίας κλπ. Ἔτσι
ὁλόκληρη ἡ μεταμορφωμένη ὕπαρξι θεολογεῖ. Ὁ ἄνθρωπος ἐνεργούμενος ὑπὸ
τοῦ Ἁγίου Πνεύματος λαμβάνει τὸ μεγαλύτερο τῶν χαρισμάτων, τὸ χάρισμα
τῆς θεολογίας.
. Ἑπομένως Θεολόγος δὲν εἶναι ἐκεῖνος ποὺ κατέχει ἕνα πτυχίο
Θεολογικῆς Σχολῆς, ἀλλὰ ὁ ἅγιος ποὺ στὴν καρδιά του δέχεται τὶς
ἐνέργειες τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ἡ πνευματικὴ ζωὴ συνδέεται στενότατα μὲ
τὴν Θεολογία. Διότι ἡ πνευματικὴ ζωὴ στηρίζεται στὴν Θεολογία, ἡ δὲ
Θεολογία ἀντλεῖ ὅλη τὴν δύναμι καὶ τὴν ζωὴ ἀπὸ τὴν πνευματικὴ ζωή. Ἡ
ἀφετηρία ὅλων τῶν κακῶν ξεκινάει ἀπὸ τὴν ἀποσύνδεσι αὐτῶν τῶν δύο
καταστάσεων, ὅταν δηλαδὴ ἡ Θεολογία ἀποσυνδέεται ἀπὸ τὴν πνευματικὴ ζωὴ
καὶ ὅταν ἡ πνευματικὴ ζωὴ δὲν ἀναφέρεται στὴν Θεολογία.
. Ζῶντες σὲ ἕνα κόσμο ποὺ προσφέρει προγράμματα βελτιώσεως
τοῦ ἀνθρωπίνου βίου καὶ καταγίνεται στὴν διαφήμισι μόνον τῶν ὑλικῶν
πραγμάτων πρέπει νὰ ἐκτιμήσουμε τὴν μεγάλη προσφορὰ τῆς Ἐκκλησίας, ποὺ
φαίνεται στὶς ἑορτές της. Ἡ Ἐκκλησία, διὰ τῆς ἐνεργείας τῆς Παναγίας
Τριάδος, μεταμορφώνει τὴν ἀνθρώπινη ὕπαρξι. Ἡ μεταμορφωμένη δὲ ὕπαρξι
ἀλλάσσει πραγματικὰ καὶ οὐσιαστικὰ τὸν κόσμο.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου