Ο ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΜΟΣ («Ἡ ἐνανθρώπηση τοῦ Λόγου τοῦ Θεοῦ εἶναι ἡ μεγαλύτερη εἴδηση μέσα στὴν ἱστορία») Τοῦ Μητροπ. Ναυπάκτου καὶ Ἁγ. Βλασίου Ἱεροθέου
Ἀπὸ τὸ βιβλίο «Οἱ Δεσποτικὲς Ἑορτές»,
ἔκδ. Ι. Μ. Γενεθλίου τῆς Θεοτόκου (1995)
[1]
α) Τί σημαίνει εὐαγγελισμὸς
β) Ἡ θέωση τῆς Παναγίας
γ) Θεοτόκος καὶ προπατορικὸ ἁμάρτημα
δ) Ὑπακοὴ καὶ ἐλευθερία τῆς Θεοτόκου
ε) Ἡ σύλληψη τοῦ Λόγου ἔγινε δημιουργικῶς
ϛ) Ἡ θέωση τῆς ἀνθρωπίνης φύσεως «ἅμα τὴ προσλήψει»
ζ) Ἡ ὑπὲρ φύσιν καὶ κατὰ φύσιν κυοφορία
η) Ἡ σύλληψη ἀνήδονος, ἡ κυοφορία ἄκοπος καὶ ἡ γέννηση ἀνώδυνος
θ) Ἡ Θεοτόκος τύπος τοῦ μέλλοντος αἰῶνος
ι) Προσωπικὴ μέθεξη τοῦ Εὐαγγελισμοῦ
. Ἡ ἑορτὴ τοῦ Εὐαγγελισμοῦ τῆς
Θεοτόκου εἶναι Δεσποτικοθεομητορικὴ ἑορτή. Αὐτὸ σημαίνει ὅτι εἶναι
Δεσποτική, ἐπειδὴ ἀναφέρεται στὸν Δεσπότη Χριστό, ὁ ὁποῖος συνελήφθη
στὴν γαστέρα τῆς Θεοτόκου, καὶ θεομητορικὴ ἑορτή, ἐπειδὴ ἀναφέρεται στὸ
πρόσωπο ἐκεῖνο ποὺ συνετέλεσε στὴν σύλληψη καὶ τὴν ἐνανθρώπηση τοῦ Λόγου
τοῦ Θεοῦ, δηλαδὴ τὴν Παναγία.
. Ἡ Θεοτόκος Μαρία ἔχει μεγάλη
ἀξία καὶ σπουδαία θέση στὴν Ἐκκλησία, ἀκριβῶς γιατί ἦταν τὸ πρόσωπο
ἐκεῖνο ποὺ περίμεναν ὅλες οἱ γενεές, καὶ αὐτὴ ἔδωσε στὸν Λόγο τοῦ Θεοῦ
τὴν ἀνθρώπινη φύση. Ἔτσι, τὸ πρόσωπο τῆς Θεοτόκου συνδέεται στενὰ μὲ τὸ
Πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ. Καὶ ἡ ἀξία τῆς Παναγίας δὲν ὀφείλεται μόνον στὶς
ἀρετές της, ἀλλὰ κυρίως στὸν καρπὸ τῆς κοιλίας της. Γι’ αὐτό, ἡ
Θεοτοκολογία συνδέεται στενώτατα μὲ τὴν Χριστολογία. Ὅταν κάνουμε λόγο
γιὰ τὸν Χριστό, δὲν μποροῦμε νὰ ἀγνοήσουμε αὐτὴν ποὺ τοῦ ἔδωσε σάρκα,
καὶ ὅταν κάνουμε λόγο γιὰ τὴν Παναγία, ἀναφερόμαστε ταυτόχρονα καὶ στὸν
Χριστό, γιατί ἀπὸ Αὐτὸν ἀντλεῖ Χάρη καὶ ἀξία. Αὐτὸ φαίνεται καθαρὰ στὴν
ἀκολουθία τῶν Χαιρετισμῶν, στὴν ὁποία ὑμνεῖται ἡ Θεοτόκος, ἀλλὰ πάντοτε
ἐν συνδυασμῷ μὲ τὸ ὅτι εἶναι μητέρα τοῦ Χριστοῦ: «Χαῖρε ὅτι ὑπάρχεις
βασιλέως καθέδρα, χαῖρε ὅτι βαστάζεις τὸν βαστάζοντα πάντα».
. Αὐτὸς ὁ σύνδεσμος Χριστολογίας καὶ Θεοτοκολογίας φαίνεται καὶ
στὴν ζωὴ τῶν ἁγίων. Ἕνα χαρακτηριστικὸ γνώρισμα τῶν ἁγίων, ποὺ εἶναι τὰ
πραγματικὰ μέλη τοῦ Σώματος τοῦ Χριστοῦ, εἶναι ὅτι ἀγαποῦν τὴν Παναγία.
Εἶναι ἀδύνατον νὰ ὑπάρχη ἅγιος ὁ ὁποῖος δὲν τὴν ἀγαπᾶ.
Α´
. Ὁ Εὐαγγελισμὸς τῆς Θεοτόκου
εἶναι ἡ ἀρχὴ ὅλων τῶν Δεσποτικῶν ἑορτῶν. Στὸ ἀπολυτίκιο τῆς ἑορτῆς
ψάλλουμε: «σήμερον τῆς σωτηρίας ἡμῶν τὸ κεφάλαιον καὶ τοῦ ἀπ’ αἰῶνος
μυστηρίου ἡ φανέρωσις…». Τὸ περιεχόμενο τῆς ἑορτῆς ἀναφέρεται στὸ
γεγονὸς κατὰ τὸ ὁποῖο ὁ ἀρχάγγελος Γαβριὴλ – ὁ ἄγγελος ἐκεῖνος μὲ τὸν
ὁποῖο συνδέονται ὅλα τὰ γεγονότα ποὺ ἔχουν σχέση μὲ τὴν ἐνανθρώπηση τοῦ
Χριστοῦ – ἐπισκέφθηκε μὲ ἐντολὴ τοῦ Θεοῦ τὴν Παναγία καὶ τὴν πληροφόρησε
ὅτι ἔφθασε ὁ καιρὸς τῆς σαρκώσεως τοῦ Λόγου τοῦ Θεοῦ, καὶ ὅτι αὐτὴ θὰ
γίνη ἡ μητέρα Του. (βλ. Λουκ. α´ 26-56).
. Ἡ λέξη «εὐαγγελισμὸς» ἀποτελεῖται ἀπὸ δύο ἐπὶ μέρους λέξεις,
ἤτοι εὖ καὶ ἀγγελία, καὶ δηλώνει τὴν καλὴ εἴδηση, τὴν καλὴ ἀγγελία.
Πρόκειται γιὰ τὴν πληροφορία ποὺ δόθηκε διὰ τοῦ ἀρχαγγέλου ὅτι ὁ Λόγος
τοῦ Θεοῦ θὰ ἐνανθρωπήση γιὰ τὴν σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου. Οὐσιαστικὰ
πρόκειται γιὰ τὴν ἐκπλήρωση τῆς ὑποσχέσεως τοῦ Θεοῦ, ποὺ δόθηκε μετὰ τὴν
πτώση τοῦ Ἀδὰμ καὶ τῆς Εὔας (βλ. Γέν. γ´ 15), ἡ ὁποία λέγεται
πρωτευαγγέλιο. Γι’ αὐτό, ἡ πληροφορία τῆς ἐνανθρωπήσεως τοῦ Λόγου τοῦ Θεοῦ εἶναι ἡ μεγαλύτερη εἴδηση μέσα στὴν ἱστορία.
. Κατὰ τὸν ἅγιο Μάξιμο τὸν Ὁμολογητή, τὸ εὐαγγέλιο τοῦ
Θεοῦ εἶναι πρεσβεία τοῦ Θεοῦ καὶ παράκληση στοὺς ἀνθρώπους διὰ τοῦ
σαρκωθέντος Υἱοῦ Του. Παράλληλα εἶναι καὶ ἡ καταλλαγὴ τῶν ἀνθρώπων μὲ
τὸν Πατέρα, ὁ Ὁποῖος δίνει ὡς μισθὸ τὴν ἀγέννητη θέωση σὲ αὐτοὺς ποὺ
ὑπακούουν στὸν Χριστό. Ἡ θέωση λέγεται ἀγέννητη γιατί δὲν γεννᾶται, ἀλλὰ
φανερώνεται στοὺς ἀξίους. Ἑπομένως, ἡ θέωση ποὺ προσφέρεται διὰ τοῦ
ἐνανθρωπήσαντος Χριστοῦ δὲν εἶναι γέννηση, ἀλλὰ φανέρωση διὰ τῆς
ἐνυποστάτου ἐλλάμψεως σὲ αὐτοὺς ποὺ εἶναι ἄξιοι αὐτῆς τῆς ἀποκαλύψεως.
. Ἡ καλὴ ἀγγελία, τὸ εὐαγγέλιο, ὁ εὐαγγελισμὸς εἶναι διόρθωση τῶν
γεγονότων ποὺ ἔγιναν στὴν ἀρχὴ τῆς δημιουργίας τοῦ ἀνθρώπου, στὸν
αἰσθητὸ Παράδεισο τῆς Ἐδέμ. Ἐκεῖ ἀπὸ γυναίκα ἄρχισε ἡ πτώση καὶ τὰ
ἀποτελέσματά της, ἐδῶ ἀπὸ γυναίκα ἄρχισαν ὅλα τὰ ἀγαθά. Ἔτσι, ἡ Παναγία
εἶναι ἡ νέα Εὔα. Ἐκεῖ ὑπῆρχε ὁ αἰσθητὸς Παράδεισος, ἐδῶ ἡ Ἐκκλησία. Ἐκεῖ
ὁ Ἀδάμ, ἐδῶ ὁ Χριστός. Ἐκεῖ ἡ Εὔα, ἐδῶ ἡ Μαρία. Ἐκεῖ ὁ ὄφις, ἐδῶ ὁ
Γαβριήλ. Ἐκεῖ ὁ ψιθυρισμὸς τοῦ δράκοντος-ὄφεως στὴν Εὔα, ἐδῶ ὁ χαιρετισμὸς τοῦ ἀγγέλου στὴν Μαρία (Ἰωσὴφ Βρυένιος). Μὲ αὐτὸν τὸν τρόπο διορθώθηκε τὸ σφάλμα τοῦ Ἀδὰμ καὶ τῆς Εὔας.
Β´
. Ὁ ἀρχάγγελος Γαβριὴλ ἀπεκάλεσε
τὴν Παναγία «κεχαριτωμένη». Τῆς εἶπε: «Χαῖρε, κεχαριτωμένη, ὁ Κύριος
μετὰ σοῦ, εὐλογημένη σὺ ἐν γυναιξὶν» (Λουκ. α´ 28-29). Ἡ Παναγία
ἀποκαλεῖται «κεχαριτωμένη» καὶ χαρακτηρίζεται «εὐλογημένη», ἀφοῦ ὁ Θεὸς
εἶναι μαζί της.
. Κατὰ τὸν ἅγιο Γρηγόριο τὸν Παλαμά, καὶ ἄλλους ἁγίους Πατέρας, ἡ
Παναγία εἶχε ἤδη χαριτωθῆ, καὶ δὲν χαριτώθηκε τὴν ἡμέρα τοῦ
Εὐαγγελισμοῦ. Παραμένοντας μέσα στὰ ἅγια τῶν ἁγίων του Ναοῦ ἔφθασε στὰ
ἅγια τῶν ἁγίων τῆς πνευματικῆς ζωῆς, ποὺ εἶναι ἡ θέωση. Ἐὰν τὸ προαύλιο
τοῦ Ναοῦ προοριζόταν γιὰ τοὺς προσηλύτους καὶ ἐὰν ὁ κυρίως Ναὸς γιὰ τοὺς
ἱερεῖς, τὰ ἅγια τῶν ἁγίων προορίζονταν γιὰ τὸν ἀρχιερέα. Ἐκεῖ εἰσῆλθε ἡ
Παναγία, δεῖγμα ὅτι ἔφθασε στὴν θέωση. Εἶναι γνωστὸν ὅτι στὴν
χριστιανικὴ ἐποχὴ ὁ νάρθηκας προοριζόταν γιὰ τοὺς κατηχουμένους καὶ τοὺς
ἀκαθάρτους, ὁ κυρίως ναὸς γιὰ τοὺς φωτισθέντας, τὰ μέλη τῆς Ἐκκλησίας,
καὶ τὰ ἅγια τῶν ἁγίων γι’ αὐτοὺς ποὺ ἔφθασαν στὴν θέωση.
. Ἔτσι, ἡ Παναγία εἶχε φθάσει στὴν θέωση καὶ πρὶν ἀκόμη δεχθῆ τὴν ἐπίσκεψη τοῦ ἀρχαγγέλου. Γιὰ τὸν σκοπὸ αὐτὸ χρησιμοποίησε μία εἰδικὴ μέθοδο Θεογνωσίας καὶ Θεοκοινωνίας, ὅπως ἑρμηνεύει θαυμάσια καὶ θεόπνευστα ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς. Πρόκειται γιὰ τὴν ἡσυχία, τὴν ἡσυχαστικὴ ὁδό.
Κατάλαβε ἡ Παναγία ὅτι δὲν μπορεῖ κανεὶς νὰ φθάση στὸν Θεὸ μὲ τὴν
λογική, τὴν αἴσθηση, τὴν φαντασία καὶ τὴν ἀνθρώπινη δόξα, ἀλλὰ διὰ τοῦ
νοῦ. Ἔτσι νέκρωσε ὅλες τὶς δυνάμεις τῆς ψυχῆς ποὺ προέρχονται ἀπὸ τὴν
αἴσθηση, καὶ διὰ τῆς νοερᾶς προσευχῆς ἐνεργοποίησε τὸν νοῦ. Μὲ αὐτὸν τὸν
τρόπο ἔφθασε στὴν ἔλλαμψη καὶ τὴν θέωση. Καὶ γι’ αὐτὸ ἀξιώθηκε νὰ γίνη
Μητέρα τοῦ Χριστοῦ, νὰ δώση τὴν σάρκα της στὸν Χριστό. Δὲν εἶχε ἁπλῶς ἀρετές, ἀλλὰ τὴν θεοποιὸ Χάρη τοῦ Θεοῦ.
. Ἡ Παναγία εἶχε τὸ πλήρωμα τῆς Χάριτος τοῦ Θεοῦ,
συγκριτικὰ μὲ τοὺς ἀνθρώπους. Βέβαια, ὁ Χριστός, ὡς Λόγος τοῦ Θεοῦ, ἔχει
ὅλο τὸ πλήρωμα τῶν Χαρίτων, ἀλλὰ καὶ ἡ Παναγία ἔλαβε τὸ πλήρωμα τῆς
Χάριτος ἀπὸ τὸ πλήρωμα τῶν Χαρίτων τοῦ Υἱοῦ της. Γι’ αὐτὸν τὸν λόγο σὲ
σχέση μὲ τὸν Χριστὸ εἶναι κατώτερη, ἀφοῦ ὁ Χριστὸς εἶχε τὴν Χάρη κατὰ
φύσιν, ἐνῶ ἡ Παναγία κατὰ μετοχήν, σὲ σχέση ὅμως μὲ τοὺς ἀνθρώπους εἶναι
ἀνώτερη.
. Ἡ Παναγία εἶχε τὸ πλήρωμα τῆς Χάριτος, ἐκ τοῦ πληρώματος τῶν
Χαρίτων τοῦ Υἱοῦ της, πρὸ τῆς συλλήψεως, κατὰ τὴν σύλληψη καὶ μετὰ τὴν
σύλληψη. Πρὸ τῆς συλλήψεως τὸ πλήρωμα τῆς Χάριτος ἦταν τέλειο, κατὰ τὴν
σύλληψη ἦταν τελειότερο, καὶ μετὰ τὴν σύλληψη ἦταν τελειότατο (ἄγ.
Νικόδημος ἁγιορείτης). Μὲ αὐτὸν τὸν τρόπο ἡ Παναγία ἦταν παρθένος κατὰ
τὸ σῶμα καὶ παρθένος κατὰ τὴν ψυχή. Καὶ αὐτὴ ἡ σωματική της παρθενία
εἶναι ἀνώτερη καὶ τελειότερη ἀπὸ τὴν ψυχικὴ παρθενία τῶν ἁγίων, ποὺ
ἐπιτυγχάνεται μὲ τὴν ἐνέργεια τοῦ Παναγίου Πνεύματος.
ΠΗΓΗ: alopsis.gr (ἀπὸ pelagia.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου