Σάββατο 20 Οκτωβρίου 2018

ΤΟ ΔΙΑΜΑΝΤΙ ΤΗΣ ΝΗΨΕΩΣ (Ὅσιος Παχώμιος ὁ Χίου) [Χαρ. Μπούσιας]


Τὸ διαμάντι τῆς νήψεως
Ὅσιος Παχώμιος ὁ Χίου

Ἡ μνήμη του τιμᾶται στὶς 14 Ὀκτωβρίου.

Δρ Χαραλάμπης Μ. Μπούσιας,
Μέγας Ὑμνογράφος τῆς τῶν Ἀλεξανδρέων Ἐκκλησίας

Χαῖρε, λειμὼν μυρίπνοος νήψεως·
χαῖρε, εἰκὼν ψυχῆς καθαρότητος.

   .             Ὁ Ὅσιος Παχώμιος τῆς μυροβόλου Χίου μας εἶναι ἕνα διαμάντι ποὺ χρυσαφίζει στὶς ἀκτῖνες τοῦ ἥλιου καὶ θαμβώνει τὰ μάτια τῆς ψυχῆς μας, αὐτὰ ποὺ ἀναζητοῦν μέσα ἀπὸ τοὺς Ἁγίους μας νὰ δοῦν τὸν νοητὸ Ἥλιο τῆς δικαιοσύνης, τὸν Φωτοδότη καὶ Ζωοδότη Ἰησοῦ μας.
.             Διαμάντι ὁ Ὅσιος Παχώμιος, διαμαντένιο καὶ τὸ στέμμα ποὺ τοῦ χάρισε ὀ δωρεοδότης μας Κύριος ὡς ἀντιμίσθιο τῶν πολλῶν ἀσκητικῶν του καμάτων. Ἡ διαρκὴς σκληραγωγία καὶ ἡ ἀέναη προσευχὴ ἀνέβασαν τὸν Ὅσιο Παχώμιο στὴν κλίμακα τῶν ἀρετῶν καὶ τοῦ ἔδωσαν τὸ διαμάντι τῆς νήψεως. Στὴν ζωή του ὅλη ὁ Ὅσιος βρισκόταν σὲ διαρκῆ ἐγρήγορση σύμφωνα μὲ λόγια τοῦ Κυρίου μας «Γρηγορεῖτε καὶ προσεύχεσθε, ἵνα μὴ εἰσέλθητε εἰς πειρασμόν» (Ματθ. κστ΄ 41). Ἡ ἐγρήγοση αὐτὴ τὸν ἔφερε στὸ σκαλοπάτι τῆς ἀπαθείας καὶ τῆς νήψεως. Ἄλλωστε ἦταν πνευματικὸς ἀπόγονος τῶν νηπτικῶν πατέρων, τῶν εὐλαβῶν ἀνακαινιστῶν τοῦ Ὀρθοδόξου μοναχισμοῦ, τῶν συνειδητοποιημένων ψυχῶν τῆς ἀξίας καὶ τῆς σημασίας τῆς παραδόσεως γιὰ τὸ Ὀρθόδοξο γένος μας· αὐτῶν ποὺ ἤθελαν βιωματικὰ νὰ προχωρήσουν μέσα ἀπὸ τὴν προσευχή, τὴν πατερικὴ σκέψη, τὴν Ὀρθόδοξη μόρφωση καὶ τὴ λειτουργικὴ ζωὴ σὲ ἕνα πιὸ ψυχοτρόφο καὶ χριστοκεντρικὸ αὔριο· αὐτῶν ποὺ τὰ προηγούμενα χρόνια εἶχαν διαγνώσει τὸν ἄμεσο κίνδυνο ποὺ διέτρεχε τὸ ‘Ορθόδοξο Γένος τῶν Ἑλλήνων, ὄχι μόνο ἀπὸ τοὺς ‘Οθωμανοὺς κατακτητές-τυράννους, ἀλλὰ κυρίως ἀπὸ τοὺς ψυχοκτόνους αἱρετικοὺς καὶ τοὺς διαφωτιστές-νεωτεριστὲς τῆς Ἑσπερίας· αὐτῶν ποὺ εἶχαν διαγνώσει τὴν καλπάζουσα ἀσθένεια τῆς ἐκκοσμικεύσεως τῆς Ἐκκλησίας καὶ εἶχαν προτείνει φάρμακα κατάλληλα, ὅπως τὴν ἐπιστροφὴ στὴν ἀρχαία ἐκκλησιαστικὴ παράδοση, τὴν συχνὴ θεία μετάληψη καὶ τὴν ἐμβριθῆ μελέτη τῶν ἁγιοπατερικῶν κειμένων.
.             Ὁ Ὅσιος Παχώμιος, ὁ ἄνθρωπος τῆς προσευχῆς καὶ τῆς νήψεως, ὁ σοφὸς διδάσκαλος τοῦ δοχείου τῆς χάριτος, τοῦ μετέπειτα μεγάλου καὶ θαυματουργοῦ ἱεράρχου, τοῦ Ἁγίου Νεκταρίου, ἄκουγε στὰ αὐτιά του νὰ ἀντηχοῦν σὲ κάθε περίπτωση τὰ λόγια τοῦ Παύλου πρὸς τὸν ἀπόστολο Τιμόθεο: «Σὺ δὲ νῆφε ἐν πᾶσι» (Β΄ Τιμ. δ΄ 5). Καὶ πρόσεχε κάθε του βῆμα, κάθε του κίνηση καὶ διατηροῦσε ἄγρυπνη φροντίδα, γιὰ νὰ μὴν τὸν ξεγελάσει ὁ πονηρός, αὐτὸς ποὺ καὶ ἀπὸ το τελευταῖο σκαλοπάτι προσπαθεῖ νὰ ρίξει τοὺς ἀγωνιστὲς τῆς ἀρετῆς στὴν ἄβυσσο τῆς φθορᾶς καὶ τοῦ αἰωνίου θανάτου. Συνεχῶς ἐπανελάμβανε «Ἰδοὺ νῦν καιρὸς εὐπρόσδεκτος, ἰδοὺ νῦν ἡμέρα σωτηρίας» (Β΄ Κορ. στ΄ 2) καὶ ἐκμεταλλευόταν τὸ χρόνο τῆς πρόσκαιρης ζωῆς του κατὰ τὸν καλύτερο τρόπο προσπαθώντας «Θεῷ ἀρέσκειν» (Α΄ Θεσ. δ΄ 1 ) καὶ «ἐξαγοραζόμενος τὸν καιρόν» (Ἐφεσ. ε΄ 16), ἀφοῦ ἡ σπουδαιότερη ἀρετή του ἦταν ἡ ἐξαγορὰ τοῦ χρόνου τῆς ἐπίγειας ζωῆς του. Ἐραστὴς τῆς ἀῤῥέμβαστης καὶ καρδιακῆς προσευχῆς δὲν ἄφηνε οὔτε στιγμὴ τοῦ χρόνου του νὰ μὴν προφέρει τὸ ὑπὲρ πᾶν ὄνομα τοῦ γλυκύτατου Ἰησοῦ καὶ ἔκανε ἐντύπωσε σὲ ὅλους ἡ κατάνυξη καὶ ἡ νήψη του. Στὸν νοῦ τοῦ ἔρχονταν συχνὰ τὰ λόγια τοῦ Ἀββᾶ Ἀρσενίου, ποὺ ἔλεγε πάντοτε στὸν ἑαυτό του: « Ἀρσένιε, γιὰ ποιὸ λόγο ἄφησες τὸν κόσμο;» καὶ προσπαθοῦσε νὰ διώξει μακρυὰ κάθε ραστώνη καὶ ἀκηδία, νὰ ἀπομακρυνθεῖ ἀπὸ τὴν ἀμέλεια ποὺ ὁδηγεῖ στὸ πνευματικο τέλμα καὶ στὴν ἀπογοήτευση. Γι’ αὐτὸ καὶ δίδασκε τοὺς ὑποτακτικούς του μὲ τὰ λόγια τοῦ Ἀββᾶ Δωροθέου: «βιασώμεθα ἑαυτούς, βάλωμεν ἀρχήν, θελήσωμεν τὸ καλόν, σπεύσωμεν πρὸς τὴν σωτηρίαν».
.                Μὲ τὴν νήψη ὁ Ὅσιος Παχώμιος κατέστρεψε τὶς ἐνέδρες τοῦ δεινοῦ πολεμήτορος φορώντας βέβαια τὴν περικεφαλαία τῆς προσευχῆς καὶ τὸν θώρακα τῆς νηστείας καὶ κακοπαθείας. Ἔτσι κατάφερε νὰ ὁδεύσει τὸ δόλιχο τοῦ παρόντος βίου καὶ νὰ καταντήσει στὰ σκηνώματα τοῦ οὐρανοῦ, ὅπου ἦχος καθαρὸς ἑορταζόντων ἀπαύστως ψάλλει: «Κύριε, δόξα Σοι»!
.           Τὸ διαμάντι τῆς νήψεως τοῦ Ὁσίου Παχωμίου λαμπυρίζει στὶς ἀκτῖνες τοῦ ἥλιου καὶ τοῦ στολίζει τὴν ἁγία κεφαλή, γιὰ νὰ τὸ βλέπουμε καὶ ἐμεῖς, ποὺ τιμᾶμε πανηγυρικὰ τὴ μνήμη του, καὶ νὰ διδασκόμαστε ἀπὸ τοὺς ἀγῶνες του γιὰ τὴν ἀπόκτησή τους ζητώντας του νὰ πρεσβεύει στὸν Κύριο, πρὸς τὸν Ὁποῖο μεγάλη ἔχει παρρησία, νὰ μᾶς ἀξιώσει καὶ ἐμᾶς νὰ στολιστοῦμε μὲ διαμάντια ἀρετῶν καὶ στεφανηφόροι νὰ ἀκούσουμε τὰ λόγια τοῦ Κυρίου μας τὴν ἡμέρα τῆς Κρίσεως: «Εὖ, δοῦλε, ἀγαθὲ καὶ πιστέ, εἴσελθε εἰς τὴν χαρὰν τοῦ Κυρίου σου» (Ματθ. κε΄ 21).

Δρ Χαραλάμπης Μ. Μπούσιας,
Μέγας Ὑμνογράφος τῆς τῶν Ἀλεξανδρέων Ἐκκλησίας

ΡΑΤΣΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ (Μητρ. Ναυπάκτου Ἱερόθεος)


«Ρατσισμς κα Δημοκρατία»

Τοῦ Μητροπολίτη Ναυπάκτου κ. Ἱεροθέου
(γιὰ τὴν Romfea.gr)

.           Συχνὰ ἔρχονται στὴν ἐπικαιρότητα θέματα καὶ προβλήματα τὰ ὁποῖα ἀπασχόλησαν στὸ παρελθὸν τὴν ἀνθρωπότητα, τὴν κοινωνία καὶ τὴν Ἐκκλησία καὶ χύθηκε πολὺ μελάνι γιὰ νὰ ἀντιμετωπισθοῦν.  Εἶναι ἕνας ἱστορικὸς νόμος ὅτι γίνεται ἀνακύκληση τῶν ἰδίων φαινομένων, ἀφοῦ ὁ ἄνθρωπος ζῆ σὲ κάθε ἐποχὴ καὶ εἶναι ὁ ἴδιος.  Ὁ ἀρχαῖος σοφὸς Ἡράκλειτος κάνει λόγο γιὰ τὸ «κατὰ πάντα κατ’ ἔριν γίνεσθαι», δηλαδὴ τὸ «γίνεσθαι» εἶναι συνέπεια συγκρούσεως τῶν ἀντιθέτων, ὅλα βρίσκονται σὲ διαρκῆ κίνηση καὶ ἀλλαγή.
.           Πολλὲς φορὲς γίνεται λόγος γιὰ τὸν ρατσισμὸ ἢ τὸν φυλετισμὸ ποὺ εἶναι ἡ «κοινωνικὴ ἢ πολιτικὴ πρακτικὴ διακρίσεων ἀπέναντι σὲ φυλετικές, ἐθνικές, κοινωνικὲς κλπ. ὁμάδες ποὺ θεωροῦνται κατώτερες» (Γ. Μπαμπινιώτης). Βέβαια, ἄλλο εἶναι ὁ ἐθνισμός, δηλαδὴ ἡ ἀγάπη πρὸς τὸ Ἔθνος, τὴν Πατρίδα, καὶ ἄλλο εἶναι ὁ ἐθνικισμὸς ἢ ἐθνοφυλετισμός, ποὺ εἶναι τὸ προβάδισμα καὶ ὁ ὑπερτονισμὸς μίας φυλῆς σὲ βάρος τῆς ἑνότητας τῆς κοινωνίας.
.           Ἡ Σύνοδος τῆς Κωνσταντινουπόλεως τὸ ἔτος 1872, ἀντικρούοντας περιπτώσεις ἐθνοφυλετισμοῦ, ποὺ παρατηρήθηκαν τὴν ἐποχὴ ἐκείνη καὶ δημιουργοῦσαν προβλήματα στὴν ἐκκλησιαστικὴ ζωή, ἀπεφάνθη ὅτι ὁ ἐθνοφυλετισμὸς εἶναι «ξένος» πρὸς τὴν παράδοση τῆς Ἐκκλησίας, εἶναι «νεωτερικὴ λύμη», εἶναι «φυλετικὴ παρασυναγωγὴ» καὶ τελικὰ εἶναι «καινὴ δόξα», δηλαδὴ αἵρεση.
.           Ἑπομένως, τὸ θέμα αὐτὸ εἶναι λελυμένο ἀπὸ πλευρᾶς ὀρθοδόξου πίστεως, ἀλλὰ δυστυχῶς στὸν πρακτικὸ τομέα δημιουργοῦνται παρεκτροπὲς καὶ διάφοροι Χριστιανοὶ διακατέχονται ἀπὸ ρατσιστικὲς καὶ ἐθνοφυλετικὲς ἰδεολογίες ἢ πρακτικές. Τέτοιες καταστάσεις διασποῦν τὴν ἑνότητα τῆς Ἐκκλησίας καὶ ἀλλοιώνουν τὴν οἰκουμενική της ἀποστολὴ ποὺ συμβαδίζει μὲ τὴν ἀγάπη καθενὸς στὴν Ἐκκλησία καὶ τὴν Πατρίδα.
.           Ἔτσι, οἱ σύγχρονοι Χριστιανοί, Κληρικοὶ καὶ λαϊκοί, δὲν μποροῦμε νὰ διακατεχόμαστε ἀπὸ ρατσιστικὰ ἢ ἐθνοφυλετικὰ ἰδεολογήματα ποὺ λειτουργοῦν εἰς βάρος τῆς ὀρθοδόξου πίστεως καὶ ζωῆς, γιατί ἔτσι καταργοῦμε στὴν πράξη τὴν ἐντολὴ τοῦ Χριστοῦ νὰ διδάξουμε ὅλα τὰ ἔθνη, ἀφοῦ ὅλοι εἶναι κεκλημένοι στὴν θεία ζωὴ καὶ τὴν ἐκκλησιαστικὴ ἐμπειρία.Οὔτε ἐμεῖς οἱ νέοι Ἱεράρχες πρέπει νὰ υἱοθετοῦμε παλαιότερες πρακτικὲς συνεργασίας μὲ ἀντιδημοκρατικὲς νοοτροπίες καὶ καταστάσεις, οἱ ὁποῖες καταργοῦν τὸ πολιτικό, ἀλλὰ καὶ τὸ ἐκκλησιαστικὸ σύστημα διοίκησης, ὅπως ἔγινε τὸ 1967.
.           Ἐπίσης, δὲν μποροῦμε νὰ υἱοθετοῦμε πρακτικὲς βίας ἐναντίον συνανθρώπων μας ποὺ δὲν ἀνήκουν στὴν ἴδια μὲ μᾶς φυλὴ καὶ θρησκεία. Ἡ ἀγάπη ποὺ πρέπει νὰ προσφέρουμε σὲ κάθε ἀλλόφυλο καὶ ἀλλοεθνῆ εἶναι βασικὴ διδασκαλία τοῦ Χριστοῦ.
.           Ἂς θυμηθοῦμε τὴν παραβολὴ τοῦ καλοῦ Σαμαρείτου, στὴν ὁποία ὁ Χριστὸς δίδαξε ὅτι πρέπει νὰ προσφέρουμε βοήθεια σὲ κάθε ἄνθρωπο ποὺ πάσχει καὶ ὑποφέρει, ἔστω καὶ ἂν εἶναι ἀλλοεθνὴς καὶ ἀλλόφυλος, καὶ νὰ θεραπεύουμε τὶς πληγές του μὲ τὸ κρασὶ καὶ τὸ λάδι, ἀλλὰ νὰ τὸν φέρουμε καὶ ἐπάνω «στὸ ἴδιο κτῆνος» καὶ νὰ τὸν ὁδηγοῦμε στὸ «Πανδοχεῖο» γιὰ πλήρη θεραπεία.
.           Ἡ σκληρὴ καὶ ἀπάνθρωπη διαγωγὴ τοῦ «ἱερέα» καὶ τοῦ «λευΐτη», ὅπως παρουσιάζεται στὴν ἴδια παραβολή, καταδικάζεται ἀπὸ τὸν Χριστό.
.           Ὅλα αὐτὰ εἶναι δεδομένα καὶ ἀναμφισβήτητα. Ἀλλὰ ὑπάρχουν δύο ἐπὶ μέρους πραγματικότητες ποὺ πρέπει νὰ τονισθοῦν, ἐπειδὴ πρέπει νὰ ζοῦμε σὲ εὐνομούμενες πολιτεῖες, στὶς ὁποῖες πρέπει νὰ ἐπικρατοῦν καταστάσεις εἰρήνης, δικαιοσύνης καὶ ἀγάπης.

.           Ἡ πρώτη πραγματικότητα εἶναι ὅτι δὲν πρέπει νὰ συμβῆ στὸν χώρα μᾶς αὐτὸ ποὺ ἔχει χαρακτηρισθῆ ὡς «λιβανοποίηση». Κατὰ τὸν ἐμφύλιο πόλεμο ποὺ γινόταν στὸν Λίβανο γιὰ μία δεκαπενταετία (1975-1990) βρέθηκα ἐκεῖ ἕνα χρονικὸ διάστημα. Ἤμουν αὐτόπτης μάρτυς συγκρούσεων μεταξὺ Χριστιανῶν Μαρωνιτῶν (ὄχι τῶν Ροὺμ Ὄρθοδοξ) καὶ τῶν Μουσουλμάνων.  Στὴν ἀρχὴ δὲν μποροῦσα νὰ καταλάβω γιατί σκοτώνονται μεταξύ τους οἱ κάτοικοι αὐτῆς τῆς μικρῆς Χώρας καὶ μάλιστα μέσα στὴν ὄμορφη Πόλη τῆς Βηρυττοῦ, ποὺ ἦταν τότε πράγματι τὸ μικρὸ Παρίσι τῆς Ἀνατολῆς. Μὲ τὸν καιρό, ὅμως, καὶ τὴν ἐξέταση τῶν πραγμάτων διεπίστωσα ὅτι οἱ κάτοικοι τοῦ Λιβάνου εἶχαν νὰ ἀντιμετωπίσουν ἕνα μεγάλο πρόβλημα.
.           Μετὰ τὴν ἀπελευθέρωσή τους ἀπὸ τὸν Ὀθωμανικὸ ζυγό, τὶς πρῶτες δεκαετίες τοῦ 20ού αἰώνα, καθόρισαν τὸν τρόπο τῆς λειτουργίας τῶν θεσμῶν τῆς Χώρας (Πρόεδρο, Πρωθυπουργό, Πρόεδρο Βουλῆς, Ὑπουργοὺς κλπ.) σύμφωνα μὲ τὸ ποσοστὸ τῶν διαφόρων θρησκευτικῶν καὶ πολιτιστικῶν ὁμάδων, ἤτοι Μαρωνιτῶν, Ρωμηῶν Ὀρθοδόξων, Σουνιτῶν Σιϊτῶν κλπ.  Ὅμως, μὲ τὴν πάροδο τοῦ χρόνου, ἡ ἀθρόα καὶ ἐλεύθερη εἴσοδος τῶν διαφόρων Μουσουλμανικῶν ὁμάδων ἄλλαξε τὰ δημογραφικὰ δεδομένα τῆς χώρας, ὅποτε μερικοὶ ἤθελαν τὴν ἀλλαγὴ τοῦ Συντάγματος, ποὺ νὰ ἐξυπηρετῆ τὴν νέα πραγματικότητα.  Ἔτσι, μαζὶ μὲ ἄλλα αἴτια, ἐξερράγη ὁ ἐμφύλιος πόλεμος ποὺ προκάλεσε μεγάλη αἱμορραγία στὴν Χώρα σὲ ἀνθρώπινες ζωές, ἀλλὰ καὶ ὑλικὰ ἀγαθά.
.           Τὸ πρόβλημα, λοιπόν, εἶναι νὰ μὴ ζήσουμε στὴν Χώρα μας αὐτὸ τὸ φαινόμενο τῆς «λιβανοποίησης» τῆς κοινωνικῆς καὶ ἐθνικῆς ζωῆς, ποὺ πιθανὸν νὰ εἶναι σχέδια ποὺ ἀπεργάζονται διάφορα κέντρα στὴν Δύση καὶ στὴν Ἀνατολή.
.           Καὶ αὐτὸ εἶναι πρωτίστως εὐθύνη τοῦ Κράτους, τὸ ὁποῖο πρέπει νὰ ἐνδιαφέρεται γιὰ τὴν ἐπίλυση τῶν διαφόρων οἰκονομικῶν καὶ κοινωνικῶν προβλημάτων, ἀλλὰ δὲν πρέπει νὰ παραβλέπη, ἀφ’ ἑνὸς μὲν τὰ τεκταινόμενα σχέδια γεωπολιτικῶν ἀλλαγῶν, ἀφ’ ἑτέρου δὲ τὰ γεγονότα ποὺ συντελοῦν στὴν ἀλλοίωση τῆς πολιτιστικῆς ταυτότητας τῆς κοινωνίας μας. Πρέπει ν παραμείνη ρρηκτος βασικς κοινωνικς κα πολιτιστικς στς στν κοινωνία μας, γιατί διαφορετικ θ χάσουμε τν πολιτιστικ κα πνευματικὴ διοπροσωπία μας κα τν διαίτερη τατυτότητά μας.
.           Τὸ Κράτος μὲ τοὺς θεσμούς του, πρέπει νὰ ἀναλάβη δράση στὸν τομέα αὐτό, ὥστε στὴν συνέχεια νὰ μὴ διαμαρτύρεται ὅταν κάποιοι ἄλλοι προσπαθοῦν νὰ καλύψουν αὐτὸ τὸ κενό, οὐσιαστικὰ τὴν ἀδράνειά τους.
.           Ἡ δεύτερη πραγματικότητα εἶναι ὅτι πρέπει νὰ ἐνισχυθοῦν ἀκόμη περισσότερο οἱ δημοκρατικοὶ θεσμοὶ στὴν Χώρα μας, γιατί ἀπὸ ὅλα τὰ συστήματα ποὺ ἐπικρατοῦν στὴν ἀνθρωπότητα ἡ Δημοκρατία εἶναι τὸ καλύτερο, παρὰ τὶς ὅποιες ἀδυναμίες ποὺ ἀναφύονται σ’ αὐτήν.
.           Πρέπει νὰ ἀγρυπνοῦμε γι’ αὐτὸ καὶ νὰ μὴ ἐπιτρέπουμε τὴν ὑπονόμευση τῶν Δημοκρατικῶν ἀρχῶν καὶ θεσμῶν.
.           Μπορεῖ μερικοὶ πολιτικοὶ νὰ ἔχουν κάνει λάθη, καὶ ἀσφαλῶς ἔκαναν, ἀλλὰ δὲν πρέπει στὸ ὄνομα αὐτῶν τῶν λαθῶν νὰ ὑπονομεύεται τὸ ὑγιὲς δημοκρατικὸ πολίτευμα, μὲ τὴν κυβέρνηση καὶ τὴν ἀντιπολίτευση, οἱ θεσμοὶ μίας κοινωνίας καὶ τελικὰ αὐτὴ ἡ ἴδια ἡ Δημοκρατία.
.           Διαβλέπω δὲ κάποιες ὑπερβολικὲς κριτικὲς -συνειδητὲς ἢ ἀσυνείδητες– στοὺς δημοκρατικοὺς θεσμούς. Προσωπικὰ νομίζω ὅτι οἱ «ὀλίγιστοι» πολιτικοὶ εἶναι καλύτεροι ἀπὸ τοὺς «πανέξυπνους» δικτάτορες, ποὺ στεροῦν τὶς ἐλευθερίες τοῦ λαοῦ.
.           Φυσικά, καὶ οἱ πολιτικοὶ δὲν πρέπει νὰ ἐκμεταλλεύωνται τοὺς δημοκρατικοὺς θεσμοὺς πρὸς ἴδιον ὄφελος. Οὔτε, βέβαια, πρέπει νὰ ἐπικρατήση «ἡ δημοκρατία τοῦ θεατῆ», οὔτε νὰ ἰσχύη κατὰ πάντα ἡ λεγόμενη «εἰδικευμένη τάξη», οὔτε φυσικὰ νὰ ὑπάρχουν δυνάμεις ποὺ νὰ ὁδηγοῦν τὸν λαὸ στὸ νὰ γίνη «τὸ κοπάδι ποὺ τά ᾽χει χαμένα», «τὸ ζαλισμένο κοπάδι», γιὰ νὰ θυμηθῶ τὸν Νόαμ Τσόμσκι, ποὺ ἑρμήνευσε ἀνάλογα γεγονότα.
.           Στὴν Εὐρώπη τὸν περασμένο αἰώνα ἐμφανίσθηκαν ἰδεολογίες ποὺ ξεκίνησαν ἀπὸ τὶς θεωρίες τοῦ Ρουσώ –παρὰ τὰ θετικὰ σημεία– γιὰ ἐπάνοδο στὴν φύση καὶ περνώντας μέσα ἀπὸ διάφορες διαδικασίες ἔφθασαν στὸν ὑπεράνθρωπό του Νίτσε, μὲ τὶς βασικὲς ἀρχές του ὅτι εἶναι ἀνάγκη νὰ φονευθῆ ὁ Θεός, νὰ μὴ λυπᾶται κανεὶς τὸν πλησίον, νὰ διακατέχεται κανεὶς ἀπὸ τὸν ἀνελέητο πόθο γιὰ τὴν ἐξουσία καὶ φυσικά, ὕστερα ἀπὸ ὅλα αὐτά, ὅλα ἐπιτρέπονται, ἀφοῦ ὁ ὑπεράνθρωπος εἶναι πάνω ἀπὸ τὴν ἠθικὴ διάκριση κακοῦ καὶ καλοῦ. Αὐτὴ ἡ ἀπάνθρωπη ἰδεολογία γέννησε τὸν φασισμὸ καὶ τὸν ναζισμό, ποὺ αἱματοκύλισε τὴν ἀνθρωπότητα καὶ γέννησε τὸν ἄθεο ὑπαρξισμὸ μὲ τὸ συνθημα «οἱ ἄλλοι εἶναι ἡ κόλασή μου». Στὴν ἐποχὴ ποὺ ζοῦμε καὶ μάλιστα σὲ αὐτὴν τὴν Χώρα, ἰδίως αὐτὴν τὴν περίοδο ποὺ ἀπὸ ὅ,τι φαίνεται ἡ κρίση δὲν εἶναι ἁπλῶς οἰκονομική, ἀλλὰ κατ’ ἐξοχὴν γεωπολιτικὴ καὶ ἀνταγωνιστικὴ διαφόρων οἰκονομιῶν, Ἀνατολῆς καὶ Δύσης, ἀπαιτεῖται νηφαλιότητα, σωφροσύνη, διάκριση.
.           Καὶ πρὸ παντὸς ἀπαιτεῖται νὰ στερεώσουμε καὶ ἐνισχύσουμε ἀκόμη περισσότερο τοὺς δημοκρατικοὺς θεσμούς.
.           Ἐπὶ πλέον θὰ πρέπει νὰ ἀντιμετωπισθῆ ἀπὸ τὸ Κράτος, σὲ ὀρθὴ κατεύθυνση, τὸ φαινόμενο τῆς λαθρομετανάστευσης, ποὺ ἐνδεχομένως νὰ εἶναι τὸ ἰσχυρὸ ὅπλο τῶν διαφόρων κέντρων λήψεως ἀποφάσεων, γιὰ νὰ διαλύσουν τὸν κοινωνικὸ καὶ πολιτιστικὸ ἱστὸ τῆς Πατρίδας μας. Τ πρόβλημα πο δημιουργεται σήμερα προέρχεται π τν λιγωρία τν νομίμων ρχν, ἀλλὰ καὶ ἀπὸ ρατσιστικὲς ἰδεολογίες στὴν πρακτική τους μορφή, οἱ ὁποῖες καλύπτουν μερικὰ κενὰ σὲ βάρος ἀνθρώπων ποὺ εἶναι θύματα τῆς παγκόσμιας ἀδικίας.
.           Ἑπομένως, εἴμαστε ἐναντίον τοῦ ρατσισμοῦ καὶ τῆς βίας, ἀλλὰ ὑπὲρ τῆς Δημοκρατίας ποὺ ὀργανώνεται σωστά, καθὼς καὶ ὑπὲρ τῆς διατηρήσεως τῆς πολιτιστικῆς ταυτότητας τῆς Χώρας μας.–

ΣΤΑΥΡΟΑΝΑΣΤΑΣΙΜΟ ΠΑΣΧΑ («Τὰ πρόσκαιρα συναισθήματα, δηλαδὴ ἡ μέτρια εὐτυχία, εἶναι πνευματικὴ ἀρρώστια», Μητροπ. Ναυπάκτου Ἱερόθεος).


Τοῦ Μητροπ. Ναυπάκτου
καὶ Ἁγίου Βλασίου Ἱεροθέου

 Σταυροαναστάσιμο Πάσχα
(Λόγος στὴν Περιφορὰ τῶν Ἐπιταφίων στὴν Ναύπακτο)

ΘΡ.           Ἡ ἀκολουθία ποὺ ψάλλαμε ἀπόψε στοὺς Ἱεροὺς Ναοὺς καὶ ἡ περιφορὰ τῶν Ἐπιταφίων μέσα στὰ κουβούκλια, ποὺ εἶναι θαυμάσια στολισμένα, ἔχουν τὸ στοιχεῖο τῆς χαρμολύπης.
.           Χαρμολύπη, μία ὡραία λέξη. Λύπη γιὰ τὸν θάνατο ἑνὸς ἀθώου καὶ χαρὰ γιὰ τὸν θρίαμβο τῆς ζωῆς, γιὰ τὴν δόξα τῆς Ἀνάστασης. Ὁ Χριστός, κατὰ τὴν Ἁγία Γραφή, εἶναι Λέων ποὺ κοιμᾶται ἕναν ὕπνον φυσίζωον.
.           Ἡ λέξη χαρμολύπη ἀντιστοιχεῖ μὲ τὴν λέξη σταυροαναστάσιμο Πάσχα. Αὐτὸ τὸ ἀντάμωμα τῆς ζωῆς μὲ τὸν θάνατο ἐκφράζει ἕνα μεγάλο μυστήριο. Χαρὰ χωρὶς πόνο εἶναι ἀρρωστημένο συναίσθημα καὶ πόνος χωρὶς χαρὰ εἶναι τραγωδία.
.           Ὁ Ντοστογιέφσκι ἔθεσε, ὅπως γράφει, «ἕνα μάταιο ἐρώτημα». «Τί εἶναι προτιμότερο; Ἡ μέτρια εὐτυχία ἢ ὁ ὑψηλὸς πόνος;». Καταλήγει στὸ δεύτερο, γιατί ὁ πόνος προκαλεῖ καὶ ἀνοίγει τὰ ὅρια τῆς ὑπάρξεως, ἐνῶ ἡ μέτρια εὐτυχία κοιμίζει τὸν ἄνθρωπο. Ὅσο κανεὶς ἀγαπᾶ, τόσο πονᾶ καὶ ὅσο πονᾶ, τόσο ἀποκτᾶ γνώση. Κατὰ τὸν ἅγιο Σιλουανό, ὅσο μεγάλη εἶναι ἡ ἀγάπη, τόσο μεγάλος εἶναι ὁ πόνος καὶ ὅσο μεγάλος εἶναι ὁ πόνος τόσο προσφέρει ὑψηλότερη γνώση. Τ πρόσκαιρα συναισθήματα, δηλαδ μέτρια ετυχία, εναι πνευματικ ρρώστια.

.           Ἡ περιφορὰ τοῦ Ἐπιταφίου ἐκφράζεται μὲ τὴν κατάνυξη καὶ τὸ πένθος, ὅπως τόσο ὡραία τὸ φρόντισε ὁ Δῆμος Ναυπάκτου. Ἀλλ’ ὅμως τὰ τροπάρια τῆς Ἐκκλησίας σφύζουν ἀπὸ Ἀνάσταση καὶ ζωή.
.           Ψάλλαμε στὴν Ἐκκλησία προηγουμένως: «Ὁ ᾍδης, Λόγε, συναντήσας σοι ἐπικράνθη, βροτὸν ὁρῶν τεθεωμένον, κατάστικτον τοῖς μώλωψι καὶ πανσθενουργόν, τῷ φρικτῷ τῆς μορφῆς δὲ διαπεφώνηκεν». Δηλαδή, σὲ μετάφραση: «Λόγε Θεοῦ, ὁ Ἅδης ὅταν σὲ συνάντησε πικράθηκε, βλέποντας ἄνθρωπο τεθεωμένο, στὸ σῶμα γεμάτο ἀπὸ τοὺς μώλωπες (τὰ στίγματα τῶν πληγῶν), ἀλλὰ ταυτόχρονα καὶ παντοδύναμο. Καὶ ἀπὸ αὐτὸ τὸ φοβερὸ θέαμα ὁ Ἅδης ἔμεινεν ἄφωνος».
.           Εἶναι φοβερὸ τὸ νὰ εἶναι κάποιος γεμάτος ἀπὸ πληγές, ἀλλὰ συγχρόνως νὰ εἶναι δυνατὸς καὶ νικητὴς σὲ μία δυνατὴ ἀναμέτρηση. Ὅλα τὰ τροπάρια ποὺ ψάλλαμε ἀπόψε σφύζουν ἀπὸ Ἀνάσταση καὶ ζωή.
.           Τελικά, ἡ Ἐκκλησία μας, ποὺ εἶναι τὸ Σῶμα τοῦ Χριστοῦ, εἶναι γεμάτο ἀπὸ πληγές, ἀλλὰ μέσα της τρέχει ἀκατάπαυστα τὸ ρεῦμα καὶ ἡ ζωὴ τῆς Ἀνάστασης. Ἔτσι, μέσα ἀπὸ τὴν τελετὴ τῆς περιφορᾶς τῶν Ἐπιταφίων ὑποφώσκει τὸ φῶς τῆς Ἀναστάσεως, ὁ θρίαμβος τῆς ζωῆς. Τὸ φῶς μέσα στὸ νερό, σὲ αὐτὸ τὸ πανέμορφο λιμάνι τῆς Ναυπάκτου μὲ φόντο τὸ Κάστρο της, δείχνει τὴν ἐλπίδα, τὴν ζωὴ ἀκόμη καὶ σὲ φουρτοῦνες. Τὰ πάντα εἶναι σταυροαναστάσιμα, ἡ χαρμολύπη δεσπόζει παντοῦ.
.           Πέραν ἀπὸ τὴν θεολογία τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας, ἡ ἀκολουθία τῶν Ἐγκωμίων καὶ τῆς περιφορᾶς τῶν Ἐπιταφίων διαμορφώθηκε ἀπὸ τὴν Παράδοση καὶ ἔλαβε θρηνώδη στοιχεῖα ἀπὸ τὸν 13ο καὶ 14ο αἰώνα καὶ σίγουρα αὐτὰ τὰ στοιχεῖα μεγεθύνθηκαν κατὰ τὴν διάρκεια τῆς Τουρκοκρατίας. Τότε ὁ πόνος ἦταν βαρὺς καὶ βαθύς.
.           Ἡ Παράδοση ὡς ἕνας θαυμάσιος σκηνοθέτης προσπάθησε μέσα ἀπὸ τὴν ἀκολουθία αὐτὴ νὰ παρηγορήση τὸν λαό, γιὰ νὰ ὑπερβῆ τὸν πόνο, τὴν ἀγωνία, τὴν σκλαβιά του.
.           Ἄλλωστε, ἕνα βασικὸ αἴτιο ποὺ κλαῖμε κατὰ τὴν διάρκεια μιᾶς κηδείας, εἶναι καὶ ἡ δική μας ἐσωτερικὴ ἀκαταστασία καὶ μοναξιά. Κλαῖμε γιὰ τὴν δική μας ἀνημπόρια καὶ τὴν ἐσωτερικὴ ὀδύνη μας.

.           Προσπαθῶ νὰ γυρίσω πίσω τὴν μηχανὴ τοῦ χρόνου καὶ νὰ δῶ πῶς ἑόρταζαν οἱ Ρωμηοὶ αὐτὴν τὴν ἡμέρα στὰ τετρακόσια χρόνια σκλαβιᾶς. Θρηνοῦσαν γιὰ τὴν ἀπώλεια τῆς ἐλευθερίας, ἔκλαιγαν γιὰ τὴν μετατροπή τους ἀπὸ ἄρχοντες Ρωμηοὺς σὲ δούλους ραγιάδες, καὶ ταυτόχρονα νοσταλγοῦσαν τὴν ἀνάσταση τοῦ γένους. Ἔκλαιγαν γιὰ τὶς πληγὲς πάνω στὸ σῶμα τους καὶ προσεύχονταν γιὰ τὴν θεραπεία τους. Περιέφεραν, μαζὶ μὲ τὸν Ἐπιτάφιο, καὶ τὸ πένθος τοῦ γένους καὶ νοσταλγοῦσαν τὴν ἀνάστασή του. Οἱ ἀκολουθίες αὐτὲς ἦταν γεμάτες πόνο καὶ ἐλπίδα.
.           Προσπαθῶ ἀκόμη νὰ γυρίσω τὴν μηχανὴ τοῦ χρόνου καὶ νὰ δῶ πῶς ἑόρταζαν αὐτὴν τὴν ἡμέρα οἱ Ρωμηοὶ τῆς Μικρᾶς Ἀσίας στὶς ἀρχὲς τοῦ περασμένου αἰώνα, ἀλλὰ καὶ οἱ γονεῖς μας στὸν καιρὸ τῆς γερμανικῆς κατοχῆς. Τὸ γένος μας ἦταν «κατάστικτον τοῖς μώλωψι», ἀλλὰ «πανσθενουργό», γιατί βίωνε τὴν δόξα τοῦ Ἀναστάντος Χριστοῦ καὶ εἶχε τὴν ἐλπίδα τῆς νίκης, τῆς ἀνάστασης. Τ διο ασθάνεται κα κοινωνία μας σήμερα πο βρίσκεται κάτω π τν σφυκτικ μέγγενη τν διεθνν γεωπολιτικν συμφερόντων. πάρχει μως λπίδα. ζω δν ποκύπτει σ γεωπολιτικος μηχανισμούς, μορφι δν μπορε ν κρυφτ, τ πνεμα δν φυλακίζεται, « μία στάλα ζως», πο μς χει δοθῆ, μπορε ν μεταποιηθ σ αώνια θάνατη ζωή.
.           Προσπαθῶ, ὅμως, νὰ δῶ καὶ πῶς κάνουν τὴν περιφορὰ τῶν Ἐπιταφίων σήμερα οἱ Ὀρθόδοξοι ἀραβόφωνοι ἀδελφοί μας στὴν Μέση Ἀνατολή, κυρίως στὴν Συρία, καθὼς ἐκεῖ τρέχει ἄφθονο αἷμα. Ζοῦν τὸ δράμα ποὺ ζήσαμε ἐμεῖς στὴν Μικρὰ Ἀσία στὶς ἀρχὲς τῆς δεκαετίας τοῦ ᾽20, ἀφοῦ ἐξαναγκάζονταν οἱ Ρωμηοὶ νὰ φεύγουν ἀπὸ τὰ σπίτια τους μέσα σὲ ποταμοὺς δακρύων καὶ αἱμάτων.
.           Προσπαθῶ ἀκόμη νὰ δῶ πῶς κάνουν σήμερα, αὐτὴν τὴν ὥρα, τὴν ἀκολουθία τοῦ Ἐπιταφίου στὸ Χαλέπι τῆς Συρίας –ἂν τὴν κάνουν– οἱ λιγοστοὶ Ὀρθόδοξοι Χριστιανοί, σὲ μία βομβαρδισμένη πόλη μὲ νεκροὺς σὲ κάθε σπίτι, τοὺς ὁποίους Χριστιανοὺς γνώρισα κατὰ τὶς ἐπανειλημμένες ἐπισκέψεις μου στὴν περιοχή. Αἰσθάνομαι ὅτι θὰ ζοῦν μία πραγματικὴ Μεγάλη Παρασκευή, ὅταν πέρα ἀπὸ τὸν δικό τους πόνο, βλέπουν ὅτι ὁ Μητροπολίτης τους Παῦλος ἔχει ἀπαχθῆ σὲ ἄγνωστο μέρος καὶ μὲ ἄγνωστη κατάληξη.
.           Αἰσθάνομαι καὶ τὸν πόνο τοῦ Πατριάρχη Ἀντιοχείας Ἰωάννη ποὺ εἶναι ἀδελφικός μου φίλος ἀπὸ πολλὰ χρόνια, ὅταν βλέπη μπροστά του τὴν τραγωδία ποὺ μαστίζει τὴν περιοχή του, ἀλλὰ ἀγγίζει καὶ τὸν ἴδιο, στὴν ἀρχὴ τῆς πατριαρχείας του. Αὐτὴν τὴν βραδυά, πέρα ἀπὸ τὰ δικά μας προβλήματα, ποὺ ὅλοι ἔχουμε, ἂς δοῦμε καὶ τὸ μαρτύριο ἑνὸς ὁλοκλήρου ἀραβοφώνου ὀρθοδόξου ρωμέϊκου λαοῦ ποὺ ὑποφέρει, πληγώνεται, πονᾶ, θυσιάζεται, αἱμορραγεῖ, ἀλλὰ ἐλπίζει στὴν ἀνάστασή του. Ἂς τὸν ἔχουμε στὴν προσευχή μας. Ἂς συμπάσχουμε μαζί του καὶ ἂς προσευχόμαστε γιὰ τὴν ἀπελευθέρωση τοῦ ἀπαχθέντος λαμπροῦ καὶ εὐγενοῦς Ἱεράρχου.

.           Ἀδελφοί, μετὰ τὸν Σταυρὸ ἀκολουθεῖ ἡ Ἀνάσταση. Πίσω ἀπὸ κάθε πόνο κρύβεται μία μεγάλη χαρά.
.           Χρόνια πολλά, σταυροαναστάσιμα, καλὴ Ἀνάσταση σὲ ὅλα τὰ ἐπίπεδα.

ΠΗΓΗ: parembasis.gr

Η ΚΑΘΟΛΙΚΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΚΑΙ ΟΙ ΔΙΑΣΠΑΣΕΙΣ ΤΗΣ «Σαμαρείτης δέ τις ὁδεύων ἦλθεν κατ’ αὐτὸν καὶ ἰδὼν αὐτὸν ἐσπλαγχνίσθη…».τοῦ Ἀρχιμ. Ἱεροθέου Βλάχου


 Καθολικότητα τς κκλησίας κα ο διασπάσεις ατς 

Ἀπὸ τὸ βιβλίοτοῦ Ἀρχιμ. Ἱεροθέου Βλάχου
(νῦν Μητρ. Ναυπάκτου)
«Ὀσμὴ Γνώσεως»κδόσεις «Τέρτιος»,
Κατερίνη 1985, σελ. 203-207

 «Σαμαρείτης δέ τις ὁδεύων ἦλθεν κατ’ αὐτὸν
καὶ ἰδὼν αὐτὸν ἐσπλαγχνίσθη…»
. (Λουκ. ι´ 33)

.           Τὴν στιγμὴ κατὰ τὴν ὁποία ὁ Ἱερεὺς καὶ ὁ Λευίτης ἔδειξαν ἐγκληματικὴ ἀδιαφορία γιὰ τὸν περιπεσόντα στοὺς ληστάς, ὁ Σαμαρείτης, ποὺ στὴν ἐποχὴ τοῦ Κυρίου ἐθεωρεῖτο κάτι τὸ βδελυκτὸ καὶ μισητό, διότι εἶχε μολύνει τὴν Ἰουδαϊκὴ Θρησκεία, ἔδειξε ἀγάπη καὶ ἔλεος. Αὐτὴ ἡ παραβολή, ποὺ εἶπεν ὁ Κύριος, ὅπως καὶ ἄλλα σχετικὰ σημεῖα τῆς Καινῆς Διαθήκης, δείχνουν τὴν παγκοσμιότητα τοῦ ἀπολυτρωτικοῦ ἔργου τοῦ Χριστοῦ.
.            Ὁ Χριστὸς μὲ τὴν θυσία Του ὑπερέβη τὰ στενὰ ὅρια τῆς Ἰουδαϊκῆς γῆς, περιέλαβε στὸ ἔργο Του ὅλο τὸν κόσμο καὶ προσέφερε τὴν θυσία Του γιὰ ὅλη τὴν ἀνθρωπότητα.
.           Δὲν ξέρω γιατί τὸ θέμα ἀπὸ τὸ σημεῖο αὐτὸ πηγαίνει στὴν ἔννοια τῆς καθολικότητος τῆς Ἐκκλησίας. Μπορεῖ νὰ θεωρηθεῖ ὅτι βρίσκομαι ἔξω ἀπὸ τὸ θέμα, ἀλλὰ νομίζω, πὼς ἡ περίπτωσι αὐτὴ τοῦ καλοῦ Σαμαρείτου, ἐν ἀντιθέσει μὲ τὴν περίπτωση τῶν «εὐσεβῶν» Ἰουδαίων τῆς παραβολῆς, μοῦ ἀνοίγει αὐτὸ τὸν δρόμο καὶ μοῦ δίνει αὐτὸ τὸ δικαίωμα. Θὰ ἐπιδιώξουμε ἑπομένως νὰ διατυπώσουμε μερικὲς σκέψεις γύρω ἀπὸ τὴν καθολικότητα τῆς Ἐκκλησίας καὶ τὶς διαστάσεις αὐτῆς.

 Ἡ καθολικότητα τῆς Ἐκκλησίας

.           Ἕνα ἀπὸ τὰ βασικὰ γνωρίσματα τῆς Ἐκκλησίας, ὅπως ὁμολογοῦμε στὸ Σύμβολο τῆς Πίστεως, εἶναι ἡ καθολικότητα. «Εἰς Μίαν, Ἁγίαν, Καθολικὴν καὶ Ἀποστολικὴν Ἐκκλησίαν». Ἡ λέξη καθολικὴ προέρχεται ἀπὸ τὸ καθ’ ὅλου, ποὺ σημαίνει τὴν ἀναφορὰ στὸ ὅλο, σημαίνει τὸ ὁλοκληρωμένο, τὸ ἀληθινό. Ἡ Ἐκκλησία εἶναι Καθολική, γιατί ὡς Θεανθρώπινος Ὀργανισμός, ὡς Σῶμα τοῦ Θεανθρώπου Χριστοῦ, περιέχει τὰ πάντα. Περιλαμβάνει «τὰ πάντα ἐν τοῖς οὐρανοῖς καὶ τὰ ἐπὶ τῆς γῆς, τὰ ὁρατὰ καὶ τὰ ἀόρατα, εἴτε θρόνοι εἴτε κυριότητες εἴτε ἀρχαὶ εἴτε ἐξουσίαι» (Κολ. α’ 16). Σύμφωνα μὲ τὴν διατύπωσι τοῦ ἁγίου Κυρίλλου Ἱεροσολύμων ἡ Ἐκκλησία «Καθολικὴ καλεῖται διὰ τὸ κατὰ πάσης εἶναι τῆς οἰκουμένης ἀπὸ περάτων γῆς ἕως περάτων καὶ διὰ τὸ διδάσκειν καθολικῶς καὶ ἀνελλιπῶς ἅπαντα τὰ εἰς γνῶσιν ἀνθρώπων ἐλθεῖν ὀφείλοντα δόγματα…».
.            Ἑπομένως ὁ ὅρος Καθολικὴ συμπίπτει μὲ τὴν Ὀρθοδοξία, ποὺ διαφυλάσσει τὴν ἀλήθεια, ὅπως τὴν δίδαξε ὁ Κύριος, ὅπως τὴν φανέρωσε τὸ Πανάγιο Πνεῦμα, ὅπως τὴν βίωσαν καὶ τὴν παρέδωκαν οἱ ἅγιοι Πατέρες. Ἡ Ὀρθοδοξία κατέχει τὴν ἀλήθεια καὶ ἔχει τὴν δυνατότητα νὰ ἁπλωθῆ σὲ ὁλόκληρο τὸν κόσμο. Ἡ Καθολικότητα τῆς Ἐκκλησίας δόθηκε ἀπὸ τὸ Πανάγιο Πνεῦμα τὴν ἡμέρα τῆς Πεντηκοστῆς, ὁπότε οἱ Ἀπόστολοι ἐκήρυτταν μὲ ξένες γλῶσσες τὰ μεγαλεῖα τοῦ Θεοῦ. Ὁ Κύριος παρήγγειλε στοὺς μαθητάς του: «πορευθέντες εἰς τὸν κόσμον ἅπαντα κηρύξατε τὸ Εὐαγγέλιον πάσῃ τῇ κτίσει» (Μάρκ. ιϛ´ 15). «Μαθητεύσατε πάντα τὰ ἔθνη» (Ματθ. κη´ 19). Ὁ ἴδιος τόνισε ὅτι καὶ «ἄλλα πρόβατα ἔχω, ἃ οὐκ ἔστιν ἐκ τῆς αὐλῆς ταύτης. Κἀκεῖνά με δεῖ ἀγαγεῖν καὶ γενήσεται μία ποίμνη, εἷς ποιμὴν» (Ἰωάν. ι’ 16). Ὁ δὲ Ἀπόστολός Του γράφει: «οὐκ ἔνι δοῦλος οὐδὲ ἐλεύθερος, οὐκ ἔνι ἄρσεν καὶ θῆλυ. Πάντες γὰρ ὑμεῖς εἷς ἐστε ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ» (Γαλ. γ’ 28).
.           Στὴν συνέχεια θὰ προσπαθήσουμε νὰ δοῦμε μερικὲς διασπάσεις τῆς καθολικότητος τῆς Ἐκκλησίας.

 Ἡ αἵρεση διάσπαση τῆς καθολικότητος

.           Ἀφοῦ, ὅπως ἐλέχθη, τὸ καθολικὸ εἶναι τὸ ὁλόκληρο, τὸ ἀληθινό, κάθε παραχάραξι αὐτῆς τῆς ἀλήθειας, ποὺ μᾶς ἀπεκαλύφθη, εἶναι διάσπασι. Αὐτὸ λέγεται αἵρεσι. Ἄλλωστε ἡ αἵρεσι εἶναι ἡ μερικότητα καὶ ἡ ἀποσπασματικότητα τῆς ἀλήθειας. Αὐτὸ βέβαια δὲν σημαίνει ὅτι ἡ αἵρεσι καὶ κάθε ἄλλη διάσπασι, διασπᾶ τὴν ἀλήθεια, ἀλλὰ αὐτὴ ἡ ἴδια διασπᾶται ἀπὸ τὴν ἀλήθεια. Γιατί κατὰ τὸν Φιλάρετο Μόσχας «ἂν μία πόλη ἢ μία χώρα ὁποιαδήποτε χωρισθῆ ἀπὸ τὴν οἰκουμενικὴ Ἐκκλησία, ἡ Ἐκκλησία θὰ μείνη καὶ πάλι ἕνα σῶμα ἀκέραιο καὶ ἀδιάσπαστο». Ἑπομένως ἐμεῖς οἱ Ὀρθόδοξοι εἴμαστε Καθολικοί, ἐνῶ αὐτοὶ ποὺ συνήθως ὀνομάζονται ἔτσι, οἱ Χριστιανοὶ τῆς Δύσεως, διαφορετικὰ πρέπει νὰ καλοῦνται. Καθολικὸς Ἐπίσκοπος, κατὰ τοὺς Ἱεροὺς Κανόνας, εἶναι ὁ Ὀρθόδοξος, ποὺ κατέχει τὸ Ἅγιον Πνεῦμα καὶ διδάσκει Ὀρθόδοξα τὴν ἀλήθεια. Καὶ Καθολικὸς Χριστιανὸς εἶναι αὐτὸς ποὺ πιστεύει καθολικὰ (Ὀρθόδοξα) καὶ ζῆ καθολικὰ (δηλ. εὐαγγελικά, ἐνάρετα).

 Ὁ φυλετισμὸς ἢ ἐθνικισμὸς διάσπαση τῆς καθολικότητος

.           Ὄχι μόνον ἡ αἵρεσι, ὡς διάσπασι ἀπὸ τὴν ἀλήθεια συνιστᾶ τὴν διάσπασι ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία, ἀλλὰ καὶ ὁ φυλετισμὸς ἢ ἐθνικισμὸς εἶναι ἕνα εἶδος αἱρέσεως. Ὁ φυλετισμὸς εἶναι ἕνας μεγάλος πειρασμὸς τῆς σύγχρονης Ὀρθοδοξίας. Εἶναι ὁ ἀνανεωμένος Ἰουδαϊκὸς πειρασμός. Οἱ Ἰουδαῖοι ἤθελαν τὸν Χριστὸ γιὰ τὸ δικό τους Ἔθνος καὶ ὁ Ἰούδας, κατὰ ἕναν Ὀρθόδοξο Θεολόγο, ἔπεσε σ’ αὐτὸν τὸν πειρασμό. Ἡ προδοσία του δὲν ὀφειλόταν μόνον στὴν φιλαργυρία του, ἀλλὰ καὶ «στὴν ἐπιθυμία του νὰ ἔχη ἔλθει ὁ Χριστὸς γιὰ νὰ ἐξυπηρετήση ἀποκλειστικὰ καὶ μόνον τὰ συμφέροντα τοῦ ἰουδαϊκοῦ λαοῦ».
.            Ἔτσι ὅταν τὸ «σπέρμα τοῦ Ἀβραὰμ» ἢ κάθε ἄλλο «σπέρμα» θεοποιῆται, ὅταν κάνουμε τὸν Χριστὸ μία «ἐθνικὴ θεότητα» καὶ τὸ κλείνουμε σὲ φυλετικὲς σκοπιμότητες, αὐτὸ εἶναι ἄρνησι τῆς Καθολικότητος τῆς Ἐκκλησίας.
.           Ὁ π. Ἰουστίνος Πόποβιτς [σημ. «ΧΡ. ΒΙΒΛ.»: ἅγιος] εἶναι ἐκφραστικὸς καὶ στὸ σημεῖο αὐτό: «Ἡ Ἐκκλησία εἶναι οἰκουμενική, καθολική, θεανθρώπινη, αἰώνια, διὰ τοῦτο ἀποτελεῖ βλασφημίαν, ἀσυγχώρητον βλασφημίαν ἐναντίον τοῦ Χριστοῦ καὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, τὸ νὰ κάνωμεν τὴν Ἐκκλησίαν ἕνα ἐθνικὸν ἵδρυμα, νὰ τὴν στενεύωμεν μέχρι τῶν μικρῶν, πεπερασμένων, χρονικῶν, ἐθνικῶν σκοπῶν καὶ μεθόδων». Ὁ σκοπός της εἶναι ὑπερεθνικός, οἰκουμενικός, πανανθρώπινος: νὰ ἑνώση ἐν Χριστῷ ὅλους τοὺς ἀνθρώπους, ὅλους ἄνευ ἐξαιρέσεων ἐθνικότητος ἢ φυλῆς ἢ κοινωνικοῦ στρώματος…». Γι’ αὐτὸ συνεχίζει μὲ πατερικὴ γλώσσα: «Εἶναι πλέον καιρός, εἶναι ἡ δωδεκάτη ὥρα νὰ παύσουν οἱ ἐκκλησιαστικοί μας ἀντιπρόσωποι νὰ εἶναι ἀποκλειστικὰ δοῦλοι τοῦ ἐθνικισμοῦ, καὶ νὰ γίνουν ἀρχιερεῖς καὶ ἱερεῖς τῆς Μιᾶς, Ἁγίας, Καθολικῆς καὶ Ἀποστολικῆς Ἐκκλησίας».
.       Αὐτὴ τὴν καθολικότητα τὴν ἐξέφραζε, τὴν ἐκφράζει καὶ πρέπει νὰ τὴν ἐκφράζη τὸ Οἰκουμενικὸ Πατριαρχεῖο, τὸ ὁποῖο σὲ Τοπικὴ Σύνοδο στὴν Κωνσταντινούπολι τὸ 1892 κατεδίκασε τὸν φυλετισμὸ ὡς «ὅλως τι ξένον καὶ ἀδιανόητον καὶ ὅλως ἀνήκουστον καὶ πρωτοφανὲς» γιὰ τὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία.

Ἄλλες διασπάσεις τῆς Καθολικότητος
.           Ἐκτὸς ἀπὸ τὴν αἵρεσι καὶ τὸν φυλετισμὸ ὑπάρχουν καὶ ἄλλες διασπαστικὲς ἐνέργειες, ποὺ καταφέρονται ἐναντίον τῆς Ἐκκλησίας (Ὀρθοδοξίας). Θὰ ἀρκεσθοῦμε στὴν ἁπλὴ ἀπαρίθμησι, γιατί δὲν διαθέτουμε χῶρο γιὰ τὴν πλήρη διαπραγμάτευσι τοῦ θέματος.
 .           Διάσπασι εἶναι ὅταν δὲν ζοῦμε τὸ καθολικὸ ἦθος τῆς Ἐκκλησίας καὶ ὅταν ἀπολυτοποιοῦμε τὴν προσωπική μας πεῖρα καὶ τὸν ἀτομικό μας τρόπο ζωῆς. Ὅταν χωρίζουμε στεγανὰ τὴν Θεολογία σὲ ἀποφατικὴ καὶ καταφατική, τὴν ζωὴ σὲ θεωρητικὴ καὶ πρακτική, τὴν ὀρθόδοξη διδασκαλία σὲ μυστικὴ καὶ κοινωνική, τὴν εὐσέβεια σὲ ἑλληνικὴ καὶ ρωσικὴ ἢ κάτι ἄλλο, τὸν τρόπο ζωῆς σὲ μοναχικὸ (ποὺ θεωροῦμε ξένο) καὶ σὲ κοινωνικὸ (γάμο). Ὅταν ἐπίσης ζοῦμε μέσα στὸν Ὀρθόδοξο χῶρο παραταξιακὰ καὶ θεωροῦμε τὴν παράταξι σὰν κέντρο σωτηρίας καὶ φορέα ἀνανεώσεως τῆς Ἐκκλησίας.
 Ὁ Καθολικὸς ἄνθρωπος ὑπερβαίνει ὅλες τὶς ἀντιθέσεις. Γνωρίζει ὅτι ὑπάρχει ἕνα ἦθος, ἕνας Χριστὸς καταγγέλλεται, σὲ μία Οἰκογένεια καὶ σὲ μία Ποίμνη ζοῦμε. Γνωρίζει ὅτι ὑπάρχουν διάφορα στάδια πνευματικῆς ζωῆς καὶ διάφορες κλίσεις Θεοῦ.
  Στὴν ἐποχή μας κυριαρχεῖ ἡ ἐκκλησιολογικὴ αἵρεσι, ποὺ διασπᾶ τὴν ἑνότητα τῆς Ἐκκλησίας καὶ τὴν καθολικότητά της ἢ μᾶλλον διασπᾶται ἀπὸ αὐτήν. Γι’ αὐτὸ ἔχει παρατηρηθῆ ὅτι «τὸ δίλημμα ἀνάμεσα στὴν Καθολικότητα τῆς Ἐκκλησίας καὶ στὸ βυθὸ τῆς ἀλογίας εἶναι δίλημμα ζωῆς καὶ θανάτου».

O ΘΕΣΜOΣ ΤHΣ ΑYΤΟΚΕΦΑΛIΑΣ ΣΤHΝ OΡΘOΔΟΞΗ EΚΚΛΗΣIΑ (Μητροπ. Ναυπάκτου Ἱερόθεος)


Ὁ θεσμὸς τῆς Αὐτοκεφαλίας
στὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία

τοῦ  Μητροπ. Ναυπάκτου & Ἁγίου Βλασίου Ἱεροθέου

περιοδ. «ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΗ ΠΑΡΕΜΒΑΣΗ»

.                 Μέ ἀφορμή τήν διαδικασία χορηγήσεως ἐκκλησιαστικῆς Αὐτοκεφαλίας στήν Οὐκρανία ἀπό τό Οἰκουμενικό Πατριαρχεῖο, γίνεται ἔντονη συζήτηση καί διατυπώνονται διάφορες ἀπόψεις.
.                 Τό κεντρικό θέμα εἶναι τί ἀκριβῶς εἶναι Αὐτοκεφαλία, ποιός τήν χορηγεῖ καί πῶς λειτουργεῖ ἡ Αὐτοκέφαλη Ἐκκλησία μέσα στό σύστημα τῆς Μιᾶς, Ἁγίας, Καθολικῆς καί Ἀποστολικῆς Ἐκκλησίας. Δέν πρόκειται γιά διάσπαση τῆς ἐκκλησιαστικῆς ἑνότητας, ἀλλά γιά ἕναν τρόπο συνοδικῆς λειτουργίας της, ὑπό τήν εὐθύνη τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου, πού εἶναι ἡ Πρωτόθρονη Ἐκκλησία στό ἐκκλησιαστικό Συνοδικό σύστημα διοικήσεως καί λειτουργίας.
.                 Πολλοί ἑκατέρωθεν παραθέτουν διάφορα στοιχεῖα γιά τό θέμα πού ἀνέκυψε, ἀλλά πρίν ἀπ’ ὅλα πρέπει νά ἐντοπισθῆ τό σημεῖο ὅτι ἡ Αὐτοκεφαλία δέν τίθεται σέ μιά σχέση ἀνεξαρτησίας, ἀλλά σέ μιά σχέση ἀλληλεξάρτησης. Νομίζω ὅτι αὐτό εἶναι τό πιό βασικό θέμα πού ἀπασχολεῖ τήν Ἐκκλησία μας αὐτές τίς ἡμέρες. Αὐτές τίς σκέψεις τίς ἔχω διατυπώσει καί σέ παλαιότερες μελέτες μου.

1. Ὁ ὅρος Αὐτοκέφαλη Ἐκκλησία

.                 Κατά τόν καθηγητή Ἰωάννη Καρμίρη καί ἄλλους μελετητές, ἀπό τήν ἀρχή της ἡ Ἐκκλησία διοργανώθηκε «ἱεραρχικῶς καί συνοδικῶς», δηλαδή ἡ ἐκκλησιαστική ζωή ἐξελίχθηκε σέ ἐπισκοπική, μητροπολιτική, πατριαρχική καί ἔπειτα συνοδική, μέχρι τόν βαθμό τῆς Οἰκουμενικῆς Συνόδου. Ἔτσι, τό ὀρθόδοξο ἐκκλησιαστικό πολίτευμα εἶναι συνοδικό καί ἱεραρχικό. Ἡ συνοδικότητα δέν καταργεῖ τήν ἱεραρχικότητα, καί ἡ ἱεραρχικότητα δέν καταργεῖ τήν συνοδικότητα. Ἔτσι τό ἐκκλησιαστικό πολίτευμα εἶναι «ἱεραρχικῶς συνοδικόν» ἤ «συνοδικῶς ἱεραρχικόν», κατά τόν Ἀλέξανδρο Σμέμαν.
.                 Ἀντίθετα στήν Δύση ὁ παπικός θεσμός προσέλαβε τό φεουδαλιστικό σύστημα διοικήσεως καί ἔτσι εἰσήχθη τό «ἀπολυταρχικόν-μοναρχικόν-συγκεντρωτικόν πολίτευμα» καί ἀργότερα οἱ Προτεστάντες πού ἀποσχίσθηκαν ἀπό τόν Ρωμαιοκαθολικισμό εἰσήγαγαν τό σύστημα τῆς συνομοσπονδίας, χωρίς νά ὑπάρχη κέντρο.
.                 Αὐτό σημαίνει ὅτι στήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία δέν ἰσχύει τό παπικό πρωτεῖο, οὔτε ἡ προτεσταντική συνομοσπονδία, ἀλλά λειτουργεῖ τό συνοδικό καί ἱεραρχικό πολίτευμα μέ τήν προεδρία τοῦ Οἰκουμενικοῦ Θρόνου, πού ἔχει συντονιστικό ρόλο καί ἀναλαμβάνει πρωτοβουλίες γιά τήν καλή λειτουργία τῆς Ἐκκλησίας.
.                 Τό ἐκκλησιαστικό πολίτευμα εἶναι προέκταση τῆς θείας Εὐχαριστίας, στήν ὁποία ὑπάρχει ὁ προεξάρχων καί οἱ λειτουργοῦντες κατά τά πρεσβεῖα τους. Ἔτσι, ἀποφεύγεται τόσο ὁ Παπισμός ὅσο καί ὁ Προτεσταντισμός.
.                 Μέσα σέ αὐτήν τήν προοπτική πρέπει νά ἀντιμετωπισθῆ καί τό Αὐτοκέφαλον, ὄχι ὡς ἀνεξάρτητη κεφαλή, ἀλλά ὡς κεφαλή μιᾶς τοπικῆς Ἐκκλησίας πού ἐντάσσεται καί λειτουργεῖ μέσα στό συνοδικό καί ἱεραρχικό πολίτευμα τῆς Ἐκκλησίας. Ἔτσι, οὔτε παραθεωρεῖται ἡ συνοδικότητα οὔτε ὑπονομεύεται ἡ ἱεραρχικότητα.
.                 Ὕστερα ἀπό τά γενικά αὐτά, πρέπει νά σημειωθῆ ὅτι ἀπό διάφορες μελέτες γνωρίζουμε ὅτι ὁ ὅρος «Αὐτοκέφαλο» ἐμφανίστηκε ἀρχικά συνδεδεμένος μέ τόν τίτλο τοῦ Ἀρχιεπισκόπου, ὁ ὁποῖος βέβαια Ἀρχιεπίσκοπος δέν εἶχε τότε τήν ἔννοια τοῦ ἀρχηγοῦ μιᾶς Τοπικῆς Ἐκκλησίας, ἀλλά ἦταν ὁ Ἐπίσκοπος ὁ ὁποῖος εἶχε ἐξάρτηση καί ἀναφορά (ἀπό, καί) στόν Πατριάρχη καί ὄχι στόν Μητροπολίτη τῆς Ἐπαρχίας. Ἔτσι, ὁ «αὐτοκέφαλος Ἀρχιεπίσκοπος» ἐξαρτόταν ἀπό τόν Πατριάρχη, ἀπό τόν ὁποῖο λάμβανε τήν χειροτονία καί βέβαια τόν μνημόνευε κατά τίς ἱερές Ἀκολουθίες.
.                 Ἀπό τόν 9ο αἰώνα καί μετά, ὅπως σημειώνει ὁ καθηγητής Ἰωάννης Ταρνανίδης, ἡ σημασία τοῦ Αὐτοκεφάλου ἀναβαθμίστηκε, ὅταν, βεβαίως, ἡ ἐκκλησιαστική ἀνεξαρτησία ἐτέθη μέσα στίς πολιτικές – ἐθνικιστικές ἐπιδιώξεις τῶν Σλαύων.
.                 Ὅμως, καί στήν περίπτωση αὐτή τῆς ἀναβαθμίσεως τοῦ ὅρου καί τοῦ ρόλου τοῦ αὐτοκεφάλου Ἀρχιεπισκόπου, τό Οἰκουμενικό Πατριαρχεῖο μποροῦσε ἀνά πᾶσα στιγμή νά ἐπεμβαίνη στά ἐσωτερικά της, νά διευρύνη τίς δικαιοδοσίες του στόν χῶρο τῆς ἐκκλησιαστικῆς διοίκησής της, νά χειροτονῆ τόν Ἀρχιεπίσκοπο καί αὐτό, βέβαια, συνδέεται μέ τήν ὑποχρέωση τοῦ Ἀρχιεπισκόπου νά μνημονεύη τόν Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως.
.              Ἔπειτα, ὁ ὅρος «Αὐτοκέφαλη Ἐκκλησία» εἰσήχθη μέ τήν πάροδο τοῦ χρόνου, ὄχι μέ τήν ἔννοια ὅτι ἀποτελεῖ μιά ἀνεξάρτητη Ἐκκλησία, ἀλλά μέ τήν ἔννοια ὅτι ἀποτελεῖ μιά ἑνιαία ἐκκλησιαστική διοίκηση πού καθορίζει τά τῆς ἐκλογῆς, χειροτονίας καί δίκης τῶν Ἐπισκόπων καί ρυθμίζει ὅλα τά ἐκκλησιαστικά θέματα τῆς Τοπικῆς Ἐκκλησίας, ἀλλά ἔχει ὁπωσδήποτε σύνδεσμο μέ ὅλη τήν Ἐκκλησία, ἰδιαιτέρως μέ τήν Πρωτόθρονη Ἐκκλησία, τό Οἰκουμενικό Πατριαρχεῖο.
.                 Δέν πρόκειται γιά αὐτόνομη καί ἀνεξάρτητη κεφαλή, πού ξεχωρίζεται ἀπό τήν ἑνιαία καί μία κεφαλή τῆς Ἐκκλησίας, ἀλλά γιά μιά διοικητική ἐλευθερία μέσα στό ἑνιαῖο Σῶμα τοῦ Χριστοῦ.
.                 Ἀκόμη καί ἡ λέξη Αὐτοκέφαλος Ἐκκλησία πρέπει νά ἑρμηνευθῆ ὀρθόδοξα καί ἐκκλησιολογικά, ἀπό τήν ἄποψη ὅτι ὁ ὅρος εἶναι ἀρκετά συμβατικός, δηλαδή χρησιμοποιεῖται μόνο γιά τήν αὐτοδιοίκηση καί τήν διοικητική διάρθρωση τῶν Ἐκκλησιῶν καί δέν σημαίνει διάσπαση τῆς ἑνότητος τῆς Ἐκκλησίας, τῆς ὁποίας Κεφαλή εἶναι ὁ Χριστός.
.                Γιά τό θέμα τῆς ἐκκλησιαστικῆς ἑνότητος ἰσχύει ὅ,τι λέγεται γιά τόν μελισμό τοῦ ἄρτου τῆς θείας Εὐχαριστίας, κατά τόν λόγο τοῦ Λειτουργοῦ: «Μελίζεται καί διαμερίζεται ὁ ἀμνός τοῦ Θεοῦ ὁ μελιζόμενος καί μή διαιρούμενος ὁ πάντοτε ἐσθιόμενος καί μηδέποτε δαπανώμενος». Ὅσοι κοινωνοῦν δέν λαμβάνουν ἕνα τμῆμα τοῦ Σώματος τοῦ Χριστοῦ, ἀλλά ὁλόκληρο τόν Χριστό. Τό ἴδιο συμβαίνει καί μέ τίς Ὀρθόδοξες Αὐτοκέφαλες Ἐκκλησίες, ἀρκεῖ νά ὑπάρχη ὀρθόδοξη πίστη, κανονική εὐταξία καί ἑνότητα μεταξύ τῶν Ἐκκλησιῶν.
.                 Μελετώντας τούς Κανόνες τῆς Ἐκκλησίας δέν συνάντησα τόν ὅρο Αὐτοκέφαλος Ἐκκλησία, ἀλλά παρατήρησα ὅτι ἀφ᾿ ἑνός μέν ὁ ὅρος συναντᾶται στίς ἑρμηνεῖες τῶν ἐξηγητῶν τῶν Κανόνων, ἀφ᾿ ἑτέρου δέ καθιερώθηκε ἐπίσημα σέ νεώτερες Πατριαρχικές Πράξεις. Γιά παράδειγμα, ὁ η´ Κανόνας τῆς Δ´ Οἰκουμενικῆς Συνόδου, ἀναφερόμενος στήν Ἐκκλησία τῆς Κύπρου, γράφει: «Ἓξουσι τό ἀνεπηρέαστον καί ἀβίαστον οἱ τῶν ἁγίων ἐκκλησιῶν, τῶν κατά τήν Κύπρον, προεστῶτες, κατά τούς κανόνας τῶν ὁσίων Πατέρων, καί τήν ἀρχαίαν συνήθειαν, δι᾿ ἑαυτῶν τάς χειροτονίας τῶν εὐλαβεστάτων ἐπισκόπων ποιούμενοι· τό δέ αὐτό καί ἐπί τῶν ἄλλων διοικήσεων, καί τῶν ἁπανταχοῦ ἐπαρχιῶν παραφυλαχθήσεται…». Περιγράφεται ὁ ὅρος «ἀνεπηρέαστον» καί «ἀβίαστον», χωρίς νά ἀναφέρεται ὁ ὅρος Αὐτοκέφαλο. Ὁ Βαλσαμών, ἑρμηνεύοντας τόν λθ´ Κανόνα τῆς ἐν Τρούλλῳ ϛ´ Οἰκουμενικῆς Συνόδου, ὁ ὁποῖος ἀναφέρεται στό ἴδιο θέμα, τήν διοίκηση τῆς Κύπρου ἀποκαλεῖ «αὐτοκέφαλον»: «…ὡρίσθη αὐτοκέφαλον εἶναι τήν ἐκκλησίαν τῆς Κύπρου».
.                 Πρέπει ἀκόμη νά ὑπογραμμισθῆ ὅτι οἱ Οἰκουμενικές Σύνοδοι ἔδωσαν τήν αὐτοδιοίκηση στίς Ἐκκλησίες μέ ὅρους πού προβλέπονται ἀπό τούς προηγουμένους ἱερούς Κανόνες. Εἶναι χαρακτηριστικός ὁ β´ Κανόνας τῆς Β´ Οἰκουμενικῆς Συνόδου: «Φυλαττομένου δέ τοῦ προγεγραμμένου περί τῶν διοικήσεων κανόνος, εὔδηλον ὡς τά καθ᾿ ἑκάστην ἐπαρχίαν ἡ τῆς ἐπαρχίας σύνοδος διοικήσει». Ὅμοιοι εἶναι καί οἱ Κανόνες: η´ τῆς Γ´ Οἰκουμενικῆς, κη´ τῆς Δ´ Οἰκουμενικῆς, λθ´ τῆς ϛ´ Οἰκουμενικῆς. Καθώς ἐπίσης στό θέμα τῆς μνημονεύσεως τοῦ «Πρώτου» εἶναι χαρακτηριστικοί οἱ ιδ´ καί ιε´ Κανόνες τῆς Πρωτοδευτέρας Συνόδου. Οἱ Κανόνες αὐτοί σαφῶς παραπέμπουν καί ὑπονοοῦν τόν λδ´ Κανόνα τῶν ἁγίων Ἀποστόλων καί προϋποθέτουν ἤ Μητροπολιτικό ἤ Πατριαρχικό σύστημα διοικήσεως μιᾶς Ἐκκλησίας.
.                 Ὁ Μητροπολίτης Σάρδεων Μάξιμος, ἐπικαλούμενος μαρτυρία τοῦ Ἀλεξάνδρου Σμέμαν, γράφει ὅτι ἡ ἔννοια τοῦ «αὐτοκεφάλου» δέν ἀνήκει στήν «ὀντολογία» τῆς Ἐκκλησίας, ἀλλά στήν ἱστορική της «ὑπόσταση». Εἶναι χρήσιμος αὐτός ὁ διαχωρισμός μεταξύ τῆς ὀντολογικῆς καί τῆς ἱεραρχικῆς τάξεως τῆς οἰκουμενικῆς Ἐκκλησίας, ὥστε νά ἀποφύγουμε τόσο τόν κίνδυνο τοῦ Παπισμοῦ, ὅσο καί τόν πειρασμό τοῦ Προτεσταντισμοῦ. Ἑπομένως, οὔτε ἀρνούμαστε τήν ὀντολογική ἑνότητα τῆς Ἐκκλησίας, ὡς Σώματος τοῦ Χριστοῦ, οὔτε ὅμως ἀρνούμαστε καί τήν ἱεράρχηση μεταξύ τῶν τοπικῶν Ἐκκλησιῶν.
.                 Ἐπίσης, ὁ ἴδιος Μητροπολίτης παρατηρεῖ: «Ἡ ἱστορία καί ἡ μακραίων παράδοσις τῆς Ἐκκλησίας ἐδημιούργησε καί κατωχύρωσε τήν πρᾶξιν τῆς “ἱεραρχίας τῆς τιμῆς”, ἡ δέ ἄρνησις αὐτῆς ἐν ὀνόματι τῆς κακῶς ἐννοουμένης “ἰσοτιμίας” εἶναι ἐσκεμμένη καί ὑποβολιμαία ἀντικατάστασις τῆς γνησίας καθολικότητος διά τινος “δημοκρατικῆς” ἰσότητος». Γι᾿ αὐτό ὁ ὅρος «αὐτοκέφαλος Ἀρχιεπίσκοπος» στήν διάρκεια ὅλων τῶν αἰώνων δέν εἶχε τήν ἔννοια τῆς ἐκκλησιαστικῆς ἀπόλυτης ἀνεξαρτησίας.

2. Τό Αὐτοκέφαλο καί ἡ ἐνότητα τῆς Ἐκκλησίας

.                 Ὁ καθηγητής Παναγιώτης Τρεμπέλας σέ ἄρθρο του μέ τίτλο «Οἱ ὅροι καί οἱ παράγοντες τῆς ἀνακηρύξεως τοῦ αὐτοκεφάλου» καί ὑπότιτλο «Τό αὐτοκέφαλον καί οἱ ἱεροί κανόνες» ἀναλύει διεξοδικῶς ἐπί τῇ βάσει τῶν ἱερῶν Κανόνων καί τῆς ἐκκλησιαστικῆς ἱστορίας τό πῶς λειτουργοῦσαν οἱ Αὐτοκέφαλες Ἐκκλησίες, καθώς ἐπίσης ἐξετάζει διεξοδικῶς τούς ὅρους καί τούς παράγοντες πού διαμορφώνουν μιά Ἐκκλησία σέ Αὐτοκέφαλη.
.                 Ἀπό τό ἄρθρο αὐτό σημειώνω ὅτι ἡ Αὐτοκεφαλία τῶν Ἐκκλησιῶν ἔχει σχέση μέ τήν συνοδική διάρθρωση τῆς καθόλου Ἐκκλησίας καί τήν διατήρηση τῆς ἑνότητος τῶν Ἐκκλησιῶν ὑπό τήν ἐπίβλεψη καί κηδεμονία τοῦ «Πρώτου», πού εἶναι ὁ Οἰκουμενικός Πατριάρχης. Μέ κανέναν λόγο ἡ Αὐτοκεφαλία δέν μπορεῖ νά ἐξυπηρετήση ἀποσχιστικές ἐνέργειες καί τάσεις καί «καπετανάτα» μέσα στήν Ἐκκλησία. Γι᾿ αὐτό ὁ Τρεμπέλας παρατηρεῖ: «Τέλος δέν πρέπει κατ᾿ οὐδένα λόγον νά λησμονῆται, ὅτι ἡ τοιαύτη ἐπαφή τῶν ἐπισκόπων ὑπό τόν ἕνα Πρῶτον ἀπέβλεπεν εἰς τήν ἐνίσχυσιν τῆς ἐν Χριστῷ ἑνότητος. Προδήλως λοιπόν κατ᾿ οὐδένα λόγον ἐπιτρέπεται νά ἄγῃ εἰς τήν δημουργίαν εἴδους τινός καπετανάτων ἤ ἐκκλησιαστ.(ικῶν) ἐπικρατειῶν ξένων πρός ἀλλήλας, ἀλλά μᾶλλον δέον νά ἀποβλέπῃ εἰς τήν εὐχερεστέραν ἐπικοινωνίαν πάντων τῶν ἁπανταχοῦ ἐπισκόπων διά τῶν κέντρων αὐτῶν ἤ τῶν Ἀρχιεπισκόπων. Ἐντεῦθεν καί πρωΐμως, ὡς εἴδομεν, ἐκδηλοῦται ἡ τάσις πρός διεύρυνσιν τῶν ὁρίων τῶν ἐκκλησ.(ιαστικῶν) περιφερειῶν διά τῆς ὑπαγωγῆς τῶν διαφόρων Μητροπολιτῶν ἤ Πρώτων ὑπό τούς Ἐξάρχους ἤ Πατριάρχας, τῶν ὁποίων ἐν τέλει ὁ ἀριθμός περιορίζεται μόλις εἰς πέντε».
.                 Ἀναλύοντας τούς παράγοντες πού συνετέλεσαν στό Αὐτοκέφαλο τῶν Ἐκκλησιῶν, τό ὁποῖο Αὐτοκέφαλο λειτουργοῦσε ὡς αὐτοδιοίκητο χωρίς ὅμως νά διακόπτεται ἡ σχέση τῆς Τοπικῆς Ἐκκλησίας μέ τόν Οἰκουμενικό Πατριάρχη, ὁ καθηγητής Τρεμπέλας παρατηρεῖ ὅτι σημαντικό ρόλο γιά τήν Αὐτοκεφαλία διαδραμάτισε ἡ ἀρχή «τῆς αὐτοδιαθέσεως τῶν λαῶν» καί «λαμβάνεται ὑπ᾿ ὄψει σοβαρῶς ἡ δεδηλωμένη γνώμη τῶν πληρωμάτων», δηλαδή τῶν λαῶν. Τό ἴδιο ἰσχύει καί γιά τήν ἄρση τοῦ Αὐτοκεφάλου, ὅπως ἔγινε στήν περίπτωση τοῦ Ἀρχιεπισκόπου Ἀχρίδος.
.                 Βεβαίως, καί στήν περίπτωση αὐτή «οἱ πόθοι τοῦ ἐκκλησ.(ιαστικοῦ) πληρώματος ἐγίνοντο ἀναντιρρήτως δεκτοί, μόνον ἐφ᾿ ὅσον δέν προσέκρουον πρός τά καλῶς ἐννοούμενα ἐκκλησιαστικά συμφέροντα. Ἐντεῦθεν παρουσιάζεται ἰσοστάσιος ἤ καί ὑπερκείμενος τοῦ λαϊκοῦ παράγοντος ὁ συνοδικός παράγων, ἄνευ τῆς συγκαταθέσεως τοῦ ὁποίου ἡ κίνησις τοῦ λαϊκοῦ ἤ τοῦ ἐκπροσωποῦντος αὐτόν κυβερνητικοῦ παράγοντος μόνον πραξικοπήματα, εἰς αὐτά τά ὅρια τοῦ σχίσματος ἐγγίζοντα ἤ καί εἰσβάλλοντα, δύναται νά δημιουργήσῃ. Ὁ συνοδικός παράγων διά τοῦτο παρουσιάζεται ἀνέκαθεν καθορίζων, κανονίζων καί ἐπεγκρίνων τάς κινήσεις τοῦ λαϊκοῦ παράγοντος».
.                 Γίνεται σαφές ὅτι ἡ Αὐτοκεφαλία δέν δίνεται γιά τήν ἀνεξαρτησία μιᾶς Τοπικῆς Ἐκκλησίας, ἀλλά γιά τήν διατήρηση τῆς ἑνότητος ὅλων τῶν Τοπικῶν Ἐκκλησιῶν ὑπό τήν προεδρία τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου. Ἄλλωστε, παρά τήν αὐτοδιοίκηση μερικῶν Ἐκκλησιῶν, δέν ὑπάρχει διάσπαση τῆς Ἐκκλησίας αὐτῆς ἀπό τόν Οἰκουμενικό Πατριάρχη.
.                 Εἰδικῶς ἀναφέρονται ἀπό τά Πρακτικά τῆς Δ´ Οἰκουμενικῆς Συνόδου ὅτι οἱ Ἐπίσκοποι ἀπό τήν διοίκηση τῆς Ἀσιανῆς καί Ποντικῆς δήλωσαν τήν ἐξάρτησή τους ἀπό τόν Οἰκουμενικό Πατριάρχη. Γιά παράδειγμα ὁ Ἐπίσκοπος Μύρων Ρωμανός εἶπε: «Οὐκ ἠναγκάσθην ἐγώ· ἡδέως ἔχω ὑπό τόν θρόνον Κων/λεως εἶναι, ἐπεί καί αὐτός μέ ἐτίμησε καί αὐτός μέ ἐχειροτόνησε». Αὐτό σημαίνει ὅτι ὑπῆρχε ἀλληλεξάρτηση τῶν αὐτοδιοικήσεων μέ τόν Οἰκουμενικό Πατριάρχη.
.                 Τό συμπέρασμα τῶν ἀναλύσεων αὐτῶν εἶναι ὅτι ἡ αὐτοδιοίκηση – αὐτοκεφαλία δίνεται κυρίως καί πρό παντός γιά τήν ἑνότητα τῶν Ἐκκλησιῶν καί ὄχι γιά λειτουργία «καπετανάτων», ὅτι οἱ παράγοντες παραχωρήσεως τῶν Αὐτοκεφαλιῶν εἶναι κατά πρῶτον ἡ Σύνοδος περί τόν «Πρῶτον», κυρίως τό Οἰκουμενικό Πατριαρχεῖο καί στήν συνέχεια ἡ Οἰκουμενική Σύνοδος, ἀφοῦ ἐν τῷ μεταξύ κρίνει τήν ὡριμότητα τῆς Αὐτοκεφάλου Ἐκκλησίας. Ὑπάρχει δέ περίπτωση νά αἴρεται τό Αὐτοκέφαλο μέχρι τῆς ἀναγνωρίσεώς του ἀπό Οἰκουμενική Σύνοδο.
.                 Σημειώνει ὁ Παναγιώτης Τρεμπέλας: «Διά τῆς τοιαύτης δέ τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων ἀποφάνσεως τό αὐτοκέφαλον, ὑπέρ οὗ αὗται ἀπεφαίνοντο, κατησφαλίζετο ἑδραίως ὡς ἐμφαίνεται ἐκ τοῦ ὅτι αὐτοκέφαλοι ἐκκλησίαι μή τυχοῦσαι τῆς τοιαύτης ἐπικυρώσεως καί κατασφαλίσεως κατηργήθησαν σύν τῷ χρόνῳ καί κατελύθησαν (Καρθαγένης, Λουγδούνων, Μεδιολάνων, Πρώτης Ἰουστιανῆς, Ἀχριδῶν, Τυρνόβου, Ἰπεκίου κλπ), ἐνῷ τοὐναντίον αὐτοκέφαλοι τυχοῦσαι τῆς ἀναγνωρίσεως ταύτης, καίπερ εἰς δεινάς ἐμπεσοῦσαι περιστάσεις ἤ καί παρακμάσασαι, παρέμειναν καί κατ᾿ ὀλίγον ἀνέζησαν (ὁ ἐκπατρισμός τῶν Κυπρίων καί ἡ κατά τό ΛΘ´ κανόνα τῆς Πενθέκτης ὑπαγωγή τοῦ Κυζίκου καί τῆς Ἑλληνοσποντίων ἐπαρχίας εἰς τόν πρόεδρον τῆς Κυπρίων νήσου· πατριαρχεῖα Ἀντιοχείας, Ἀλεξανδρείας, Ἱεροσολύμων».

3. Οἱ σύγχρονες Αὐτοκέφαλες Ἐκκλησίες

.                 Οἱ πρῶτες Οἰκουμενικές Σύνοδοι καθόρισαν τόν κανονικό θεσμό τῆς Πενταρχίας τῶν Πατριαρχῶν, ἤτοι τῆς Παλαιᾶς Ρώμης, τῆς Νέας Ρώμης – Κωνσταντινούπολης, τῆς Ἀλεξανδρείας, τῆς Ἀντιοχείας, τῶν Ἱεροσολύμων. Πρόκειται γιά ἕναν κανονικό θεσμό, κατά τόν ὁποῖον οἱ πέντε Πατριάρχες ἀπετέλουν τήν ἀρχή τῆς διοικήσεως τῆς Ἐκκλησίας. Ἡ Γ’ Οἰκουμενική Σύνοδος χορήγησε τό αὐτοδιοίκητο τῆς Ἐκκλησίας τῆς Κύπρου, ἀλλά ὁ θεσμός τῶν πέντε Πρεσβυγενῶν Πατριαρχείων διηύθυνε τήν Ἐκκλησία ἤ μᾶλλον τό Ἅγιον Πνεῦμα δι’ αὐτοῦ τοῦ θεσμοῦ διατήρησε τήν ἑνότητα τῆς Ἐκκλησίας.
.                 Ὁ ἅγιος Θεόδωρος Στουδίτης θεωροῦσε ὅτι οἱ πέντε Πατριάρχες ἀποτελοῦσαν «τό πεντακόρυφον κράτος τῆς Ἐκκλησίας» ἤ «τό πεντακόρυφον σῶμα τῆς Ἐκκλησίας» ἤ τό «πεντακόρυφον ἐκκλησιαστικόν σῶμα». Ὁ Θεόδωρος Βαλσαμών παραλληλίζει τήν ὕπαρξη τῆς Πενταρχίας μέ τίς πέντε αἰσθήσεις στό σῶμα τοῦ Χριστοῦ. Ὅμως κάθε ἐκκλησιαστική διοίκηση εἶχε αὐτοδιοίκηση καί διέθετε «τό δίκαιο τῶν χειροτονιῶν» καί τό «δίκαιον τῶν κρίσεων», κατά τόν καθηγητή Βλάσιο Φειδᾶ.
.                 Ὅταν ἀπομακρύνθηκε ἀπό τήν Ἐκκλησία ἡ Παλαιά Ρώμη, τό Πατριαρχεῖο τῆς Νέας Ρώμης- Κωνσταντινουπόλεως ἔγινε Πρωτόθρονη Ἐκκλησία πού προεδρεύει καί ἔχει συντονιστικό ρόλο. Καί τόν 16ο αἰώνα μ.Χ. τήν πέμπτη θέση κατέλαβε τό Πατριαρχεῖο τῆς Μόσχας. Ὅλα αὐτά ἔγιναν ἀπό Οἰκουμενικές καί Μεγάλες Συνόδους.
.                 Μέ τήν πάροδο τοῦ χρόνου, ἀναγνωρίσθηκαν καί ἄλλες Αὐτοκέφαλες Ἐκκλησίες, χωρίς βέβαια, νά συγκληθῆ Οἰκουμενική Σύνοδος. Μεταξύ αὐτῶν συγκαταλέγεται καί ἡ Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος, ἡ ὁποία ἀνακηρύχθηκε Αὐτοκέφαλη μέ τόν Συνοδικό καί Πατριαρχικό Τόμο τοῦ 1850, ἄλλες Ἐκκλησίες ἔλαβαν καί τήν Πατριαρχική ἀξία καί τιμή.
.                 Ὁ καθηγητής Σπύρος Τρωϊάνος, ἔχοντας ὑπ᾿ ὄψη τούς Κανόνες διά τῶν ὁποίων ἀναγνωρίσθηκαν οἱ Αὐτοκέφαλες Ἐκκλησίες, ἰσχυρίζεται ὅτι τό ἁρμόδιο ὄργανο ἀναγνωρίσεως μιᾶς Ἐκκλησίας ὡς Αὐτοκεφάλου εἶναι ἀναμφιβόλως ἡ Οἰκουμενική Σύνοδος. Αὐτή καθορίζει ὅλα τά θέματα τά σχετικά μέ τό Αὐτοκέφαλο τῶν Ἐκκλησιῶν, ὅπως τήν ἀνακήρυξή τους, τήν τάξη τους, τά ὅρια τῆς δικαιοδοσίας τους κλπ. Ὅταν ὅμως ἀπό τόν 9ο αἰώνα καί μετά δέν συνεκαλοῦντο Οἰκουμενικές Σύνοδοι, τότε τήν θέση τους κατέλαβε ἡ ἐνδημοῦσα Σύνοδος στήν Κωνσταντινούπολη.
.                 Μάλιστα ὁ Καθηγητής, ἀναφερόμενος στίς περιπτώσεις τῶν Πατριαρχείων Σερβίας, Ρουμανίας καί Βουλγαρίας, γράφει ὅτι τό Οἰκουμενικό Πατριαρχεῖο αὐτοδεσμεύθηκε νά δώση ἀπό πρίν τήν συναίνεσή του, ἀλλά ὅπως λέγεται στά κείμενα τῶν Τόμων, ἡ ἀνακήρυξη θά γίνη «ἐν Οἰκουμενικῇ ἤ καί μεγάλῃ ἄλλῃ Συνόδῳ ἐν πρώτῃ εὐκαιρίᾳ συνερχομένῃ». Γι᾿ αὐτό καταλήγει: «Ἑπομένως, ἡ διαδικασία γιά τήν ἀνύψωση τῶν Ἐκκλησιῶν Σερβίας, Ρουμανίας καί Βουλγαρίας σέ Πατριαρχεῖα, ἀπό αὐστηρά νομική ἄποψη δέν ἔχει ἀκόμη ὁλοκληρωθεῖ».
.                 Γίνεται δέ σαφές ὅτι οἱ Αὐτοκεφαλίες πού δόθηκαν τόν 19ο καί 20ό αἰώνα ἀπό τό Οἰκουμενικό Πατριαρχεῖο καί λειτουργοῦν ὡς Πατριαρχεῖα τελοῦν ὑπό τήν αἴρεση ἐγκρίσεώς τους ἀπό τήν Οἰκουμενική, Πανορθόδοξη Σύνοδο πού πρόκειται νά συνέλθη. Ἐπίσης θά πρέπει νά ἀποφασισθῆ καί ὁ τρόπος λειτουργίας της, ὥστε νά συντελῆ στήν ἑνότητα τῆς Ἐκκλησίας, ὡς Σώματος Χριστοῦ, καί ὄχι στήν διάσπαση τῆς Ἐκκλησίας, στήν αὐτονόμηση ἀπό τό Οἰκουμενικό Πατριαρχεῖο καί στήν προτεσταντική νοοτροπία τῆς δημοκρατικῆς συγκροτήσεως τῶν Ἐκκλησιῶν.
.                Ἄλλωστε, τό πολίτευμα τῆς Ἐκκλησίας δέν λειτουργεῖ μέ τίς ἀρχές μιᾶς ἀστικῆς δημοκρατίας, ἀλλά εἶναι ἱεραρχικό, μέ τήν ἔννοια τῆς ἱεραρχήσεως τῶν διακονιῶν πρός οἰκοδομή τοῦ Σώματος τοῦ Χριστοῦ καί πρός δόξαν Θεοῦ Πατρός.
.               Ὁ Καθηγητής Ἰωάννης Ταρνανίδης, εἰδικός ἐρευνητής, πού μελέτησε τό Αὐτοκέφαλο τῶν Σλαυικῶν Ἐκκλησιῶν, ὕστερα ἀπό ἐνδελεχῆ ἀνάλυση τῶν πηγῶν καί τῆς βιβλιογραφίας σχετικά μέ τό θέμα τοῦ Αὐτοκεφάλου, κατέληξε σέ συμπεράσματα, τά ὁποῖα εἶναι πάρα πολύ σημαντικά.
.                 Θά καταγραφοῦν στήν συνέχεια, διότι μᾶς διευκολύνουν νά ἐντοπίσουμε ἐπιστημονικά καί νηφάλια τό θέμα τοῦ Αὐτοκεφάλου. Γράφει: «Σέ μιά γενική καί διαχρονική ἐκτίμηση αὐτῆς τῆς πραγματικότητας, θά μπορούσαμε νά συνοψίσουμε τήν πολιτική τῆς Κωνσταντινούπολης ὡς ἀκολούθως:

α. Τήν πρωτοβουλία σέ ὅλες τίς περιπτώσεις προαγωγῆς κάποιας Σλαβικῆς Ἐκκλησίας τήν εἶχε ὁ αὐτοκράτορας· εἴχαμε καί περιπτώσεις προαγωγῆς μόνο ἀπό τόν αὐτοκράτορα καί χωρίς οὔτε τήν τυπική συμμετοχή τοῦ πατριάρχη (Πατριάρχης Δρήστρας, Ἀρχιεπισκοπή Ἀχρίδας).

β. Ἡ συμβολή τοῦ πατριάρχη σ᾿ αὐτές τίς περιπτώσεις εἶχε χαρακτήρα τελετουργικό· περιοριζόταν στήν ἐκκλησιαστική ἐπικύρωση, μέ κάποιο συνοδικό Τόμο, αὐτῶν πού εἶχε προαποφασίσει ἡ «βασιλική σύγκλητος» ἤ ὁ «βασιλεύς».

γ. Πρωτοβουλίες ἀνελάμβανε τό Πατριαρχεῖο στίς περιπτώσεις ἀφορισμοῦ, ὕστερα ἀπό κάποια αὐθαιρεσία τῆς σλαβικῆς πλευρᾶς, ἤ ἀποκατάστασης ὁμαλῶν σχέσεων μετά τήν ἄρση τῆς παρεξήγησης.

δ. Ἐνῶ ὑπῆρξαν περιπτώσεις κατά τίς ὁποῖες ἀγνοήθηκε τό Πατριαρχεῖο ἀπό μέρους τοῦ αὐτοκράτορα καί δέν ἔλαβε μέρος στήν προαγωγή κάποιας Ἐκκλησίας, σέ καμιά περίπτωση δέν ἀντικαταστάθηκε ἀπό ἄλλο Πατριαρχεῖο. Ἡ προαγωγή ὅλων τῶν Σλαβικῶν Ἐκκλησιῶν καί σέ ὅλο τό φάσμα τῆς ἐξέλιξής τους ὑπῆρξε ἀποκλειστικό προνόμιο τοῦ Πατριαρχείου τῆς Κωνσταντινούπολης.

ε. Ἡ προαγωγή τῶν Σλαβικῶν Ἐκκλησιῶν δέν ὑπαγορεύτηκε οὔτε ὑπάκουσε σέ κάποιους κανόνες. Ὑποκινήθηκε πάντα ἀπό τήν πλευρά τῆς κοσμικῆς ἡγεσίας τῶν Σλάβων καί γι᾿ αὐτό θεωρήθηκε ἀπό τήν πλευρά τῆς Κωνσταντινούπολης προϊόν τῆς «ἀνωμαλίας τῶν καιρῶν».
ϛ. Ὡς προϊόν πίεσης καί συνδιαλλαγῆς εἶχε καί τήν ποικιλομορφία πού ἐπέβαλαν ἡ δύναμη τῆς πίεσης, ἡ ἀντοχή τῆς ἀντίστασης σ᾿ αὐτή τήν πίεση καί ἡ σημαντικότητα τοῦ ἐπιδιωκόμενου κατά τήν συνδιαλλαγή σκοποῦ· μεγαλύτερη πίεση ἤ μεγαλύτερη σπουδαιότητα ἐπιδιωκόμενων στόχων εἶχαν ὡς ἀποτέλεσμα τήν παραχώρηση περισσότερων προνομίων, ὑψηλότερων τίτλων καί εὐρύτερη ἀναγνώριση τῆς συγκεκριμένης προαγωγῆς. Τό ἀντίθετο συνέβαινε ὅταν ἡ πίεση ἦταν μικρή καί ἡ δυνατότητα εὐρύτερης ἐκμετάλλευσης τοῦ γεγονότος ἀσήμαντη.

ζ. Ἡ Κωνσταντινούπολη εἶχε πάντα τήν εὐχέρεια, ὅταν ἡ δύναμή της καί οἱ καιροί τό ἐπέτρεπαν, νά ἐπανέρχεται καί νά ἐπανεξετάζει τήν σχέση της μέ τίς θυγατρικές Ἐκκλησίες, περιορίζοντας τά προνόμιά τους, ἐλέγχοντας τήν συμπεριφορά τους ἤ καί σέ μερικές περιπτώσεις καταργώντας πλήρως τήν αὐτονομία τους.

η. Σέ γενικές γραμμές, ἡ πολιτική τοῦ Οἰκουμενικοῦ Θρόνου ἔναντι τῶν νέων Σλαβικῶν Ἐκκλησιῶν ἀποτελοῦσε ἀντιγραφή τῆς πολιτικῆς τοῦ Αὐτοκρατορικοῦ Θρόνου ἀπέναντι στούς γειτονικούς λαούς, οἱ ὁποῖοι διεκδικοῦσαν ὑψηλούς τίτλους, προνόμια καί ἀνεξαρτησία. Ὅπως ἐκεῖ ὁ αὐτοκράτορας φρόντιζε νά παραχωρεῖ στούς ἡγεμόνες τους μικρότερης σημασίας τίτλους καί ἐπίθετα, ἐπιδιώκοντας πάντα νά κρατεῖ γιά τόν ἑαυτό του τόν ὑψηλότερο τίτλο καί νά συμπεριφέρεται ὡς ἐπικεφαλής τῶν ἄλλων ἡγεμόνων, ἔτσι καί ὁ πατριάρχης διατηροῦσε γιά τόν ἑαυτό του ὄχι μόνον τόν τίτλο τοῦ «Οἰκουμενικοῦ», ἀλλά καί στήν πράξη ὅλα τά προνόμια τοῦ ἀρχηγοῦ τῆς Ἀνατολικῆς Ἐκκλησίας, πού ἀπέρρεαν ἀπό τή δύναμη καί ἐπιβολή τῆς Αὐτοκρατορίας».

.                 Ἀπό ὅλη αὐτήν τήν παράθεση φαίνεται καθαρά ὅτι τό «Αὐτοκέφαλο», αὐτοδιοίκητο ἀπό τήν ἀρχή τῆς ἐμφανίσεώς του εἶχε πάντοτε μιά μορφή ἐξάρτησης ἀπό τήν Πρωτόθρονη Ἐκκλησία, τό Οἰκουμενικό Πατριαρχεῖο, ἀλλά καί ὅταν ἀργότερα μιά Τοπική Ἐκκλησία λάμβανε, μέ τήν πολιτική ἐπέμβαση, τό αὐτοδιοίκητο, τό Οἰκουμενικό Πατριαρχεῖο διατηροῦσε βασικά προνόμια, δικαιοδοσίες καί πολλές φορές ἔκανε οὐσιαστικές παρεμβάσεις. Γι᾿ αὐτό καί ἡ Αὐτοκέφαλη Ἐκκλησία δέν μπορεῖ νά ὑφίσταται σέ μιά μορφή ἀνεξαρτησίας ἀπό τό Οἰκουμενικό Πατριαρχεῖο, ἀλλά σέ μιά μορφή ἀλληλεξάρτησης ἀπό αὐτό.

4. Αὐτοκεφαλία καί αὐτοκεφαλαρχία

.                 Γιά νά γίνη περισσότερο κατανοητή αὐτή ἡ ἄποψη καί γιά νά τονισθῆ ὅτι ἡ Αὐτοκεφαλία δέν διασπᾶ τήν ἐκκλησιαστική ἑνότητα, καθώς ἐπίσης ὅτι δέν πρέπει μιά Αὐτοκέφαλη Ἐκκλησία νά λειτουργῆ διασπαστικά, θά ἤθελα νά σημειώσω τήν διάκριση μεταξύ αὐτοκεφαλίας καί αὐτοκεφαλαρχίας.
.                 Τήν διάκριση αὐτήν τήν συνάντησα στόν Olivier Clement, ὁ ὁποῖος συνδέει πολύ στενά τήν αὐτοκεφαλία μέ τήν ἀλληλεξάρτηση, καί τήν αὐτοκεφαλαρχία μέ τήν ἀνεξαρτησία. Δηλαδή, ἀπό ὅ,τι φαίνεται, στήν ἀρχαία Ἐκκλησία, ὅπως ἦταν ὀργανωμένη στήν Ρωμαϊκή Αὐτοκρατορία, τό Αὐτοκέφαλο λειτουργοῦσε σέ μιά ἀλληλεξάρτηση μέ τήν Πρωτόθρονη Ἐκκλησία, καθώς ἐπίσης τό ἴδιο βλέπουμε καί στήν λεγομένη Πενταρχία, ἀφοῦ τά Πέντε Πρεσβυγενῆ Πατριαρχεῖα λειτουργοῦσαν ὡς πέντε αἰσθήσεις στόν ἕνα καί ἑνιαῖο ὀργανισμό. Καί ὅπως μιά αἴσθηση στό ἀνθρώπινο σῶμα δέν ἀνεξαρτητοποιεῖται ἀπό τίς ἄλλες, τό ἴδιο ἀκριβῶς συμβαίνει καί μέ τίς ἐκκλησιαστικές διοικήσεις. Ὅμως ἡ αὐτοκεφαλαρχία λειτουργεῖ περισσότερο ὡς ἀνεξάρτητη Ἐκκλησία, πράγμα πού ὑπονομεύει τό συνοδικό σύστημα τῆς Ἐκκλησίας.
.                 Φαίνεται ὅτι στήν ἀρχαία παράδοση ἡ λεγομένη Αὐτοκέφαλη Ἐκκλησία εἶχε σχέση ἀλληλεξάρτησης μέ τήν Μητέρα Ἐκκλησία, τήν Ἐκκλησία τῆς Νέας Ρώμης – Κωνσταντινουπόλεως, ὅπως σήμερα λειτουργοῦν οἱ αὐτόνομες Ἐκκλησίες ἤ ἡ ἡμιαυτόνομη Ἐκκλησία τῆς Κρήτης. Δηλαδή, ἡ Ἐκκλησία τῆς Κρήτης δέν μπορεῖ νά θεωρηθῆ ἀνεξάρτητη Ἐκκλησία, ἀλλά τίθεται μέσα σέ μιά ἀλληλεξάρτηση μέ τήν Ἐκκλησία τῆς Νέας Ρώμης – Κωνσταντινουπόλεως.
.                 Ὅμως τά πράγματα ἄρχισαν νά διαφοροποιοῦνται ἀπό τήν διάσπαση τῆς Ρωμαϊκῆς Αὐτοκρατορίας καί τήν ἀνάπτυξη τῶν ἐθνικιστικῶν διαφορῶν. Κάθε ἔθνος ἤθελε νά ἀποκτήση τήν δική του «ἐθνική Ἐκκλησία», ὁπότε δημιουργήθηκαν προβλήματα καί ἔτσι ἀναπτύχθηκε ἡ αὐτοκεφαλαρχία σέ βάρος τῆς αὐτοκεφαλίας, ἤ μᾶλλον τό Αὐτοκέφαλο θεωρήθηκε περισσότερο μέ τήν ἔννοια τῆς αὐτοκεφαλαρχίας, τῆς ἀνεξαρτήτου, δηλαδή, Ἐκκλησίας καί ὄχι τῆς ἀλληλεξαρτημένης Ἐκκλησίας.
.                 Ὁ Clement παρατηρεῖ ὅτι τόν 19ο αἰώνα ἡ ἀποδυνάμωση τῆς Ὀθωμανικῆς Αὐτοκρατορίας καί ἡ ἀνάπτυξη τῶν ἐθνοτήτων «ὁδηγοῦν στόν πολλαπλασιασμό τῶν ἐθνικῶν κρατῶν στήν νοτιο-ανατολική Εὐρώπη».
.                 Γράφει χαρακτηριστικά:«Κάθε ἔθνος διεκδικεῖ καί ἐγκαθιδρύει αὐταρχικά –ἐκτός ἀπό τή Σερβία πού ἐπιτυγχάνει προηγουμένως τή συγκατάθεση τῆς Κωνσταντινουπόλεως– τήν ἐκκλησιαστική του ἀνεξαρτησία. Ἡ πολιτική καί ὁ ἐθνικισμός ἀνατρέπουν τήν παραδοσιακή κλίμακα τῶν ἀξιῶν: τό ἔθνος δέν προστατεύεται πιά καί δέν ὑποστηρίζεται ἀπό τήν Ἐκκλησία, ἡ Ἐκκλησία εἶναι ἐκείνη πού ἀποβαίνει μιά διάσταση τοῦ ἔθνους, ἕνα σημεῖο ὅτι κάποιος ἀνήκει σ᾿ ἕνα ἔθνος, καί ἡ ὁποία ὀφείλει ἑπομένως νά ὑπηρετεῖ τό Κράτος.
.                 Ἔτσι τό παραδοσιακό Αὐτοκέφαλον τείνει νά μετατραπῆ σέ αὐτοκεφαλαρχία ἀπόλυτη καί συνάμα ὁμογενή. ῎Οχι πιά ἀλληλεξάρτηση, ἀλλά ἀνεξαρτησία. Ἡ λειτουργία τῆς ἐκκλησιαστικῆς διοίκησης ἀντιγράφει τήν ἀντίστοιχη τῆς κρατικῆς ἐξουσίας, καί οἱ ἐπίσκοποι γίνονται περίπου δημόσιοι ὑπάλληλοι.
.                 Ἡ αὐτοκεφαλαρχία σχηματίζει σταδιακά τή θεωρία της, λέει πώς τό θεμέλιο τῆς ἐκκλησιολογίας δέν εἶναι ἡ εὐχαριστιακή ἀρχή, ἀλλά ἡ φυλετική καί ἐθνική ἀρχή. Ἡ “τοπική” Ἐκκλησία σημαίνει στό ἑξῆς τήν “ἐθνική” Ἐκκλησία, μέ παράλληλη ἐφαρμογή τῆς τριαδικῆς ἀναλογίας, καθώς τό “πρωτεῖο τιμῆς” γίνεται “ἰσότητα τιμῆς”».
.                 Αὐτό κυρίως φαίνεται στόν Βαλκανικό χῶρο. Στήν ἀρχή τό Οἰκουμενικό Πατριαρχεῖο «διαφύλαξε τήν ὑπερεθνική παγκοσμιότητα τῆς Ἐκκλησίας» κατά τόν Clement. Μέ τήν πάροδο τοῦ χρόνου, καθώς τά σύνορα στήν Βυζαντινή Αὐτοκρατορία ὑποχωροῦσαν καί ἡ ἱεραποστολή προχωροῦσε πρός βορρᾶν, ἀναπτύχθηκε μιά ἰδιαίτερη δομή διοικήσεως ἡ λεγομένη «δομή κοινοπολιτείας» δηλαδή ἀναπτύχθηκαν «γύρω ἀπό τήν ἐπιβλητική μέσα στήν ἴδια της τήν κατάπτωση, Αὐτοκρατορία, καινούργια, πολιτικῶς ἀνεξάρτητα ἔθνη, ἀλλά πού οἱ Προκαθήμενοι τῶν εὐέλικτα αὐτόνομων Ἐκκλησιῶν τους ἐπικυρώνονταν, ἀκόμα καί ὁρίζονταν ἀπό τόν Οἰκουμενικό Πατριάρχη: πράγμα πού τούς ἐξασφάλιζε μιά πραγματική ἀνεξαρτησία ἀπέναντι στούς τοπικούς μονάρχες. Μέσα σ᾿ αὐτήν ἀκριβῶς τήν ἀτμόσφαιρα ἐμφανίσθηκαν στά Βαλκάνια οἱ πρῶτες “Αὐτοκεφαλίες” χωρίς ἐπιθετικότητα οὔτε κλείσιμο τῆς καθεμιᾶς στόν ἑαυτό της, ἀλληλεξαρτησίες μᾶλλον παρά ἀνεξαρτησίες».
.                 Ὅμως, ἡ πραξικοπηματική ἀνακήρυξη τοῦ Αὐτοκεφάλου ἀπό τήν Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος μέ τήν συνδρομή καί ἔμπνευση ξένων δυνάμεων, καθώς ἐπίσης καί ἡ μίμηση αὐτῆς τῆς μορφῆς Αὐτοκεφαλίας ἀπό τίς ἄλλες βαλκανικές χῶρες, κατά τό λουθηρανικό πρότυπο, «ἡ αὐτοκεφαλία δέν ἐννοεῖτο πιά ὡς ἀλληλεξάρτηση, ἀλλά ὡς πλήρης ἀνεξαρτησία. Ὁ πειρασμός πήγαινε πρός μιάν ἀπόλυτη αὐτοκεφαλαρχία».
.                 Ἔτσι, λοιπόν, οἱ πολιτικές συνθῆκες ὁδήγησαν τήν Ἐκκλησία ἀπό τήν Αὐτοκεφαλία ὡς ἀλληλεξάρτηση μέ τό Οἰκουμενικό Πατριαρχεῖο, «στήν δομή τῆς κοινοπολιτείας», μέ κατάληξη τήν μορφή τῆς αὐτοκεφαλαρχίας, δηλαδή τῆς πλήρους ἀνεξαρτησίας, μέ τήν ἔννοια ὅτι τό ἔθνος προσδιορίζει τήν Ἐκκλησία. Ἡ Ἐκκλησία ἀπό Τοπική, βάσει τῶν ἱερῶν Κανόνων, γίνεται Ἐθνική Ἐκκλησία, Ἐκκλησία ἑνός συγκεκριμένου Ἔθνους-Κράτους.
.                 Πρέπει νά παρατηρήσω ὅτι τήν διάκριση πού κάνει ὁ Clement μεταξύ αὐτοκεφαλίας καί αὐτοκεφαλαρχίας τήν ἀντιλαμβάνομαι μέ τήν ἔννοια ὅτι ὡς Αὐτοκεφαλία ἐννοεῖται ἡ αὐτοδιοίκηση σ᾿ ἕνα σύστημα ἀλληλεξαρτήσεως τῶν Ἐκκλησιῶν γιά τήν ἑνότητά τους, μέ τόν Οἰκουμενικό Πατριάρχη, ὡς δέ αὐτοκεφαλαρχία ἐννοεῖται μιά τάση ὄχι μόνον αὐτοδιοίκησης, ἀλλά καί ἀνεξαρτητοποίησης ἀπό τήν Πρωτόθρονη Ἐκκλησία καί μάλιστα τήν Μητέρα τους Ἐκκλησία. Καί ἀπό ὅ,τι γνωρίζουμε μιά τέτοια τάση καλλιεργήθηκε ἀπό τόν πανσλαυισμό μέ σαφῆ πρόθεση μειώσεως τοῦ κύρους τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου, ἀλλά τό ἴδιο ἐπιδιώχθηκε καί ἀπό τούς ποικίλους ἐθνικισμούς. Καί ἀπό αὐτό γίνεται φανερό ὅτι δέχομαι τόν ὅρο Αὐτοκεφαλία μέσα ἀπό τήν ἐκκλησιολογική πρακτική, ὡς ἀλληλεξάρτηση καί ὄχι ὡς πλήρως ἀνεξάρτητη.
.                 Σέ ἑπόμενο ἄρθρο μου θά παρουσιάσω τήν οὐσία καί τήν βάση τοῦ προβλήματος τῆς διαδικασίας χορηγήσεως τῆς Αὐτοκεφαλίας πού προκάλεσαν τά σύγχρονα γεγονότα. Κατά συνέπειαν, τά ὅσα γράφονται στό παρόν ἄρθρο εἶναι εἰσαγωγικά στό θέμα πού ἀπασχολεῖ αὐτόν τόν καιρό τήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία.

ΤΟ ΔΡΑΜΑ ΤΗΣ ΑΝΙΣΟΤΗΤΟΣ, Η ΚΟΛΑΣΙ ΚΑΙ Η ΠΡΟΦΗΤΕΙΑ (Τὸ πρόσωπο, ὅταν ὑποτάσσεται βίαια σὲ ἀπρόσωπες ἀρχές, κυριολεκτικὰ ἀλλοτριώνεται)τοῦ Ἀρχιμ. Ἱεροθέου Βλάχου



νισότητα κα Προφητεία 


Ἀπὸ τὸ βιβλίοτοῦ Ἀρχιμ. Ἱεροθέου Βλάχου
(νῦν Μητρ. Ναυπάκτου)
«Ὀσμὴ Γνώσεως»κδόσεις «Τέρτιος»,
Κατερίνη 1985, σελ. 193-197


 «Ἄνθρωπός τις ἦν πλούσιος…
πτωχὸς δέ τις ὀνόματι Λάζαρος»
. (Λουκ. ιϛ´ 19-20)


.         Πρέπει κανεὶς νὰ εἶναι πολὺ ἄρρωστος ἢ πολὺ φανατισμένος γιὰ νὰ μὴ βλέπη ἕνα μεγάλο κοινωνικὸ πρόβλημα, ποὺ μαστίζει τὶς σύγχρονες κοινωνίες. Τὸ κείμενο τοῦ σημερινοῦ κηρύγματος γράφεται σὲ μία ἀτμόσφαιρα ἀποπνικτική, ποὺ θέλει νὰ δίνη αὐθαίρετες λύσεις, ποὺ κυριαρχεῖται ἀπὸ τὸν φανατισμὸ τῆς μονοδιάστατης ζωῆς. Πάντως ἡ Ἐκκλησία βλέπει τὴν ὕπαρξι τοῦ κοινωνικοῦ προβλήματος, ἀλλὰ ἔχει μία «στενοκεφαλιὰ» νὰ τὸ βλέπη στὴν πληρότητά του. Δὲν τὸ ἀπομονώνει ἀπὸ τὴν πνευματική του πλευρά. Ἔχει τὴν τόλμη καὶ τὴν παρρησία νὰ διακηρύττη ὅτι ἡ ὁριζόντια διάστασι τοῦ ἀνθρώπου εἶναι συνάρτησι τῆς καθέτου διαστάσεώς του καὶ ὅτι ἀπὸ τὴν δεύτερη ἐξαρτᾶται ἡ λύσι τῆς πρώτης. Σὲ μία κοινωνία ποὺ ὑπάρχει ἀναζήτησι νέων τρόπων ζωῆς, ποὺ ἐπιδιώκεται ἡ ἐξωτερικὴ ἐπιφανειακὴ ἀλλαγή, ποὺ ἐπιχειρεῖται ἀπὸ κοινωνιολόγους κλπ., ἡ Ἐκκλησία ἔχει τὴν τόλμη νὰ κηρύττη ὅτι ἡ ἀλλαγή, ἡ μεταμόρφωσι καὶ ἡ πραγματικὴ ὀργάνωσι γίνεται διὰ τῶν ἁγίων. Ἀξίζει τὸν κόπο, μέσα στὴν στενότητα τοῦ χώρου ποὺ διαθέτουμε, νὰ δοῦμε μερικὲς ἐνδιαφέρουσες πλευρὲς τοῦ θέματός μας.


 Πλούσιος καὶ Λάζαρος


 .            Ὁ Κύριος στὴν σημερινὴ παραβολὴ παρουσίασε ἐκφραστικὰ τὴν ἀβυσσαλέα διαφορὰ μεταξὺ τοῦ πλουσίου καὶ τοῦ Λαζάρου, τοῦ ἀνωνύμου θὰ λέγαμε κεφαλαιοκράτη, ποὺ εἶχε μεταβάλει τὸν ἑαυτό του σὲ πράγμα, πρὸς χάριν τοῦ πλούτου, ποὺ ἦταν γι’ αὐτὸν πρόσωπο καὶ τοῦ ἐπωνύμου πτωχοῦ, πού, παρὰ τὴν φτώχια του, ἦταν πρόσωπο. Ὀνομαζόταν Λάζαρος. Χαώδης ἡ διαφορὰ μεταξὺ τῶν δύο ἀνθρώπων. Ὁ πλούσιος εἶχε καθημερινὰ φαγοπότια, ἐνῶ ὁ φτωχὸς ζοῦσε μὲ τὰ ψυχία τῆς τραπέζης. Ὁ πλούσιος ἦταν εὔρωστος σωματικά, ἐνῶ ὁ φτωχὸς «ἡλκωμένος». Ὁ πλούσιος ἔμενε σὲ ἀρχοντικὸ καὶ ἐκεῖ διασκέδαζε μὲ τοὺς φίλους του, ἐνῶ ὁ φτωχὸς ζητιάνευε στὴν πόρτα τοῦ σπιτιοῦ τοῦ πρώτου, συντροφιὰ μὲ τὰ σκυλιά. Ὁ πλούσιος φοροῦσε καθημερινὰ «πορφύραν καὶ βύσσον», ἐνῶ ὁ φτωχὸς ζητιάνευε, ἦταν ρακένδυτος καὶ γυμνός. Ὁ Κύριος ζωγράφισε κατὰ τὸν καλύτερο τρόπο τὴν μεγάλη ἀνισότητα μεταξὺ τοῦ πλούτου καὶ τῆς φτώχιας.
.            Τὸ κείμενο αὐτὸ τοῦ ἱεροῦ εὐαγγελίου φανερώνει τὸ δράμα ὅλων τῶν ἐποχῶν καὶ φυσικὰ καὶ τῆς δικῆς μας ἐποχῆς. Βλέπουμε τὴν τέλεια ἐφαρμογὴ τῆς παραβολῆς στὸν χῶρο τῆς πατρίδος μας καὶ σὲ ὁλόκληρη τὴν ἀνθρωπότητα. Ἄλλοι πεινοῦν καὶ ἄλλοι μεθοῦν. Πολλὰ συστήματα ἀφιερώνονται μὲ πάθος στὴν λύσι αὐτοῦ τοῦ τεραστίου προβλήματος. Δὲν παραγνωρίζουμε τὴν προσφορά τους, ἀλλὰ δὲν μποροῦμε νὰ μὴ σημειώσουμε καὶ τὶς μεγάλες ἀδυναμίες τους. Διότιὅλα τὰ ἀνθρώπινα συστήματα δὲν μποροῦν νὰ ξεφύγουν τὸν πειρασμὸ τῆς ὑπαγωγῆς τοῦ προσώπου στὴν ἀπρόσωπη ἀρχὴ καὶ στοὺς ἀπρόσωπους νόμους. Ἐπιδιώκουν τὴν καλυτέρευσι τῶν κοινωνικῶν θεσμῶν μὲ τὴν βεβαιότητα ὅτι τὸ πρόσωπο θὰ δῆ καλύτερες μέρες. Ἀλλὰ τὸ πρόσωπο, ὅταν ὑποτάσσεται βίαια σὲ ἀπρόσωπες ἀρχές, κυριολεκτικὰ ἀλλοτριώνεται.
.            Ἡ Ἐκκλησία ἀναγεννᾶ τὸν ἄνθρωπο καὶ ἔτσι ὁ ἀναγεννημένος ἄνθρωπος μεταμορφώνει μὲ ἐλευθερία τοὺς κοινωνικοὺς θεσμούς. Βοηθᾶ ἀποτελεσματικὰ στὴν λύσι τοῦ κοινωνικοῦ προβλήματος. Στὴν Ἐκκλησία ζοῦμε τὴν ἐν Χριστῷ ἀδελφότητα, ποὺ εἶναι ὑπέρβασι τῆς ὁποιασδήποτε ἀνισότητος.


 Παράδεισος καὶ Κόλασι


.            Ἡ παραβολὴ μᾶς δείχνει καὶ τὴν μετὰ θάνατον ἀντίστροφη ἀνισότητα, ποὺ ἡ Ἐκκλησία προσπαθεῖ νὰ θεραπεύση ἀπὸ αὐτὴν τὴν ζωή. Ὁ πτωχὸς Λάζαρος βρίσκεται στοὺς κόλπους τοῦ Ἀβραάμ, ποὺ εἶναι ὁ τόπος τῶν σεσωσμένων. Ὁ πλούσιος «ὑπάρχων ἐν βασάνοις» βλέπει τὸν Ἀβραὰμ καὶ ζητᾶ βοήθεια. Πρέπει καὶ στὸ σημεῖο αὐτὸ νὰ διατυπώσουμε μερικὲς ἁπλὲς σκέψεις, σχετικὰ μὲ τὴν Κόλασι καὶ τὸν Παράδεισο, ἀφοῦ ἔχουν σχέσι μὲ τὰ κοινωνικὰ προβλήματα, ἐπειδὴ αὐτὸς ποὺ δὲν ἔχει ἀγάπη δὲν μπορεῖ νὰ συναντήση τὴν Ἀγάπη.
.            Ὁ Παράδεισος καὶ ἡ Κόλασι εἶναι δύο διαφορετικοὶ τρόποι ζωῆς. Ὁ ἄνθρωπος πλάσθηκε ἀπὸ τὸν Θεὸ γιὰ νὰ ἑνωθεῖ αἰώνια μαζί Του καὶ νὰ ἀπολαμβάνει τὴν ἀγάπη Του. Μὲ τὴν ἁμαρτία ἔγινε ἡ διάσπασι τοῦ ἀνθρώπου καὶ μὲ τὴν ἐνανθρώπησι τοῦ Χριστοῦ ἔχουμε πρόσληψι ὅλης της ἀνθρωπίνης φύσεως, ὁπότε ὑπάρχει ἡ δυνατότητα τῆς θεώσεως. Ἔτσι κατὰ τὴν Δευτέρα Παρουσία τοῦ Χριστοῦ θὰ ἔχουμε ἀποκατάστασι τῆς ἀνθρωπίνης φύσεως, ὄχι ὅμως καὶ τῆς ἀνθρωπίνης θελήσεως. Αὐτὸ σημαίνει ὅτι ἡ φύσι τοῦ ἀνθρώπου θὰ ἀποκτήση τὸ «ἀεὶ εἶναι», ἀλλὰ τὸ «ἀεὶ εὖ εἶναι» ἢ τὸ «ἀεὶ φεῦ εἶναι» εἶναι θέμα τῆς ἀνθρωπίνης θελήσεως, ποὺ συνδέεται μὲ τὴν στάσι μας ἀπέναντι στὸν πάσχοντα ἀδελφό. Κατὰ τὸν θεοφόρο Μάξιμο «οὐκ ἴσως μεθέξουσι τοῦ Θεοῦ… ἀλλ’ ἀναλόγως ἑαυτοῖς». Ὅσοι ἔκαναν καλὴ χρῆσι τῶν φυσικῶν δυνάμεων αὐτοὶ θὰ βλέπουν τὴν δόξα τοῦ Θεοῦ ὡς Φῶς, ἐνῶ ὅσοι ἔκαναν κατάχρησι τῶν φυσικῶν δυνάμεων θὰ βλέπουν τὸν Θεὸ ὡς πῦρ, φωτιά.
.             Ἑπομένως κόλασι δὲν εἶναι ἡ ἀπουσία τοῦ Θεοῦ, ἀλλὰ ἡ παρουσία τοῦ Θεοῦ ὡς φωτιά. Καὶ ἡ θέα τοῦ Θεοῦ ὡς φωτιά, εἶναι ἀποτέλεσμα τῆς ἐσωτερικῆς πνευματικῆς τυφλώσεως τοῦ ἀνθρώπου. Εἶναι ἀκριβῶς ὅ,τι γίνεται μὲ τὴν θεία Κοινωνία. Οἱ ἀξίως μετέχοντες τῆς Ἁγίας Τραπέζης λαμβάνουν τὸ Φῶς, ἐνῶ οἱ ἀναξίως μετέχοντες τῆς Ἁγίας Τραπέζης λαμβάνουν φωτιὰ καὶ καταδίκη. Αὐτὸ θὰ ἔχη αἰώνιες συνέπειες.
.            Αὐτὴ εἶναι ἡ κοινὴ διδασκαλία τῶν ἁγίων Πατέρων τῆς Ὀρθοδοξίας, ἐνῶ οἱ Δυτικοί, ἀφοῦ ἀλλοίωσαν τὴν πατερικὴ Παράδοσι, ἔφθασαν στὸ συμπέρασμα ὅτι οἱ κολασμένοι δὲν θὰ βλέπουν τὸν Θεὸ καὶ ἔτσι ἐξέλαβαν τὸ αἰώνιο πῦρ τῆς Ἁγίας Γραφῆς σὰν κτιστό. Θὰ ἀρκεσθοῦμε στὴν παράθεσι τῆς διδασκαλίας τοῦ ἁγίου Ἰσαάκ: «Οἱ κολαζόμενοι εἰς τὴν γέεναν διὰ τῆς μάστιγος τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ τιμωροῦνται… Ἄτοπον εἶναι τὸ νὰ νομίζη τις ὅτι οἱ ἁμαρτωλοὶ εἰς τὴν κόλασιν στεροῦνται τὴν ἀγάπην τοῦ Θεοῦ, διότι ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ… δίδεται κοινῶς εἰς πάντας, ἐνεργεῖ ὅμως διὰ τῆς δυνάμεως τῆς φύσεως αὐτῆς κατὰ δύο τρόπους, τοὺς μὲν ἁμαρτωλοὺς κολάζη, τοὺς δὲ δικαίους εὐφραίνει».


Προφῆτες καὶ προφητικὸ κήρυγμα


 .            Στὴν παράκλησι τοῦ πλουσίου νὰ στείλη ὁ Ἀβραὰμ τὸν Λάζαρο στὸ σπίτι του, γιὰ νὰ μετανοήσουν οἱ ἀδελφοί του, ὁ Ἀβραὰμ ἀπαντᾶ: «ἔχουσι Μωυσέα καὶ Προφήτας. Ἀκουσάτωσαν αὐτῶν», δηλαδὴ ἔχουν τοὺς λόγους τῶν Προφητῶν, τὴν Ἁγία Γραφή, ποὺ πρέπει νὰ ἐφαρμόζουν, γιὰ νὰ ἀποφύγουν τὴν γέεννα τοῦ πυρός.
.            Ἀλλὰ Προφῆτες δὲν ὑπῆρξαν κάποτε. Ὑπάρχουν πάντοτε.Προφήτης εἶναι ἐκεῖνος ποὺ ἐν Χριστῷ ἀποκρυπτογραφεῖ ὅλα τὰ ἱστορικὰ γεγονότα, ποὺ γιὰ τοὺς ὑπολοίπους ἀνθρώπους εἶναι τυλιγμένα στὸ σκοτάδι. Εἶναι ἐκεῖνος ποὺ κάτω ἀπὸ κάθε γεγονὸς βλέπει τὶς ἐνέργειες τοῦ Θεοῦ. Οἱ Προφῆτες, ποὺ μαζὶ μὲ τὸ προφητικὸ χάρισμα συνδυάζουν τὸ Βασιλικὸ καὶ τὸ Ἱερατικό, εἶναι οἱ κριτὲς τῆς ἱστορίας, ποὺ ἀναλύουν τὰ γεγονότα, μιλοῦν προφητικὰ γιὰ νὰ μετανοήσουν οἱ ἄνθρωποι. Ἑπομένως δὲν χρειάζονται νὰ ἀναστηθοῦν νεκροὶ γιὰ νὰ μιλήσουν, ἀφοῦ ὑπάρχουν ἅγιοι, ποὺ ἤδη ἔχουν ἀναστηθῆ καὶ μποροῦν νὰ μιλήσουν.
.            Γι’ αὐτὸ ὁ κάθε μεταμορφωμένος κήρυκας καὶ ὁ κάθε μεταμορφωμένος πιστός, ὡς Προφήτης, δὲν πρέπει νὰ κινῆται καὶ νὰ ἀναλύεται ἀπὸ τὰ φαινόμενα, δὲν μπορεῖ νὰ «συμβιβάζεται μὲ συμβιβασμούς». Πρέπει νὰ μιλᾶ γιὰ τὴν κοινωνικὴ ἀδικία καὶ τὴν ἐκμετάλλευσι τοῦ λαοῦ τοῦ Θεοῦ. Τὸ προφητικὸ κήρυγμα, ὡς κήρυγμα ἐλευθερίας τοῦ ἀνθρώπου, ἀπὸ κάθε τυραννία, ποὺ κατὰ βάσιν εἶναι ἡ Βασιλεία τοῦ Σατανᾶ, πρέπει νὰ λάβη τὴν θέσι του στὴν σημερινὴ ἐκκλησιαστικὴ ζωή. Σήμερα χρειάζονται Προφῆτες ποὺ εἰρηνικὰ καὶ ἤρεμα, δηλαδὴ θυσιαστικὰ θὰ κρίνουν τὴν ἱστορία καὶ θὰ ἀνοίγουν δρόμους γιὰ τὴν βίωσι τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ. Ἔτσι ἡ Ἐκκλησία εἰρηνικὰ θὰ πάρη θέσι στὰ φλέγοντα προβλήματα, ποὺ μαστίζουν τὶς ἀνθρώπινες κοινωνίες. Θὰ φανῆ τὸ ἐνδιαφέρον της γιὰ τὴν ἀποκατάστασι τῆς ἀνθρωπίνης φύσεως καὶ τῆς ἀνθρωπίνης θελήσεως καὶ τὴν θέωσι τοῦ ἀνθρώπου.
.             Τέτοιοι Προφῆτες, ποὺ ἐξασκοῦν τὸ προφητικὸ κήρυγμα καὶ ποὺ ἐλευθερώνουν τὸν ἄνθρωπο, ὑπάρχουν πολλοὶ σήμερα καὶ ἐργάζονται ἤρεμα καὶ ἀθόρυβα. Κινοῦνται πέρα ἀπὸ τὴν ἐπιφάνεια, ἀλλὰ ἀπὸ τὸ βάθος αὐτὸ ποὺ ἐργάζονται ἢ ἀπὸ τὸ στενό τους περιβάλλον θὰ διαλύσουν κάθε ἀνθρώπινη ἐπιφάνεια καὶ θὰ φανερώσουν τὴν Βασιλεία τοῦ Θεοῦ. Δηλαδὴ δὲν θὰ καταργήσουν τὴν ἀνισότητα τῆς θελήσεως, ἀλλὰ θὰ μεταμορφώσουν τὴν ἀνθρώπινη φύσι, ἀπαλλάσσοντας τὸν ἄνθρωπο ἀπὸ τὴν ἀγχώδη καθημερινότητα.

«ΝΗΦΑΛΙΟΤΗΤΑ ΓΙΑ ΝΑ ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΟΥΜΕ ΤΟΝ ΕΠΕΛΕΥΝΟΝΤΑ ΚΑΛΒΙΝΙΣΜΟ»


ΕΙΣ. ΣΧ. «ΧΡ. ΒΙΒΛΙΟΓΡ.» Οἱ δόσεις τῶν ναρκωτικῶν δὲν ἔρχονται τώρα. Εἶναι χρόνια, δυὸ-τρεῖς δεκαετίες ὁπωσδήποτε, ποὺ ὁ Λαὸς μέθαγε στὰ παραισθησιογόνα ΜΕ ΤΗΝ  ΣΥΓΚΑΤΑΘΕΣΗ ΤΟΥ. Κάθε εἴδους ναρκωτικὸ μεταχειρίστηκαν γιὰ τὴν νάρκωση τοῦ Λαοῦ. Μὲ τὸ «ὄπιο τοῦ Λαοῦ» στήθηκε ἡ Ἐργολαβία τῆς Ἀλλοτριώσεως.

Ναυπάκτου Ἱερόθεος:
«Τὸ τρίτη δόση, πέμπτη δόση μοῦ θυμίζουν δόσεις ναρκωτικῶν»

.        Ὁ Μητροπολίτης Ναυπάκτου καὶ Ἁγίου Βλασίου κ. Ἱερόθεος, μετὰ τὸ πέρας τῆς παρελάσεως προχθὲς Παρασκευή, 28 Ὀκτωβρίου 201! Εἶπε: «Θεωρῶ ὅτι αὐτὸ ποὺ λέμε ἡ τρίτη δόση, ἡ πέμπτη δόση, ἡ ἕκτη δόση, μοῦ θυμίζουν λίγο τὰ ναρκωτικά, τὶς δόσεις τῶν ναρκωτικῶν. Ἀλλὰ δυστυχῶς ὅπως στὰ ναρκωτικὰ θύματα εἶναι πάντα οἱ ἄνθρωποι-χρῆστες».
.         «Δὲν θὰ τιμωρηθοῦν οἱ ἔμποροι τῶν ναρκωτικῶν, τῶν ψεύτικων ἰδεολογιῶν; Καὶ μπορῶ νὰ σᾶς πῶ ὅτι ἰδιαιτέρως σήμερα, καὶ στὴν παρέλαση ἀλλὰ καὶ πρίν, σκέπτομαι κυρίως τὰ νέα παιδιά. Τὰ θύματα αὐτῆς τῆς καταστάσεως εἶναι τὰ νέα παιδιά, ποὺ τὸ μέλλον τοὺς εἶναι πάρα πολὺ ζοφερό», ὑπογράμμισε χαρακτηριστικὰ ὁ Μητροπολίτης Ναυπάκτου. Σὲ ἄλλο σημεῖο ὁ λόγιος Ἱεράρχης, ἀνέφερε ὅτι «καὶ γι᾽ ατ εθύνονται κενοι τος ποίους ψηφίσαμε κα ψηφίζουμε γι ν διαφεντεύουν τν λα κα μως δν πρόσεξαν κα φθασαν τν χώρα σ ατ τν κατάσταση.» Ἐνῶ κλείνοντας σημείωσε: «Ἐν πάσῃ περιπτώσει, ἐκεῖνο ποὺ χρειάζεται σήμερα εἶναι ἡ ψυχραιμία, ἡ νηφαλιότητα καὶ νὰ δοῦμε πῶς θὰ βροῦμε τὰ ψυχικὰ ἀποθέματα τὰ ὁποῖα ἔχουμε (ἀπὸ) τὴν παράδοσή μας καὶ τὸν πολιτισμό μας, γι ν ντιμετωπίσουμε κάθε καλβινισμ ποὺ μᾶς ἔρχεται ἀπὸ τὴν Εὐρώπη.»

 ΠΗΓΗ: Romfea.gr