Δευτέρα 10 Ιουλίου 2017

Μοναχός Θεοφάνης: Κλίμακα θείων χαρίτων (Φιλοκαλία)



Οικτρός μοναχός, λεγόμενος Θεοφάνης,
Κλίμακα θείων χαρίτων σου εκθέτω,
αυτήν που η πείρα δίδαξε στους θεοφόρους.
Η καθαρότατη προσευχή είναι το πρώτο.
Απ' αυτήν πηγάζει κάποια καρδιακή θέρμη
κι ακολουθεί ενέργεια παράδοξη κι αγία.
Κατόπιν τα θεία δάκρυα της καρδιάς
κι από αυτά η ειρήνη λογισμών κάθε είδους.
Από αυτήν, η κάθαρση του νου αναβλύζει
και η θεωρία των άνω μυστηρίων,
και μετά έλλαμψη παράδοξη μ' άρρητο τρόπο
κι ανείπωτος φωτισμός της καρδιάς από τούτη
και από δω πάλι, τελειότητα χωρίς τέλος.
Πλάτος λοιπόν απέραντο έχει κάθε σκαλί της,
κι ας περιλαμβάνεται σ' ένα στίχο μόνο.
Στην κλίμακα αυτήν, το κάτω σκαλοπάτι
την καθαρή προσευχή μόνο υπογραμμίζει,
της οποίας είναι πολλά, αμέτρητα τα είδη.
Κι αν θέλαμε να κάνομε ένα κατάλογό τους
ο λόγος θα τραβούσε πολύ σε μάκρος.
Το ίδιο σκέψου, αγαπητέ, και στ' άλλα
που δάσκαλός τους είναι η πείρα, όχι ο λόγος.
Κλίμακα ασυνήθιστη, στα ουράνια υψωμένη.
Δέκα σκαλιά, που παράδοξα ψυχές ζωογονούνε.
δέκα σκαλιά που τη ζωή της ψυχής κηρύττουν.
Και λέει κάπου ένας θεοφόρος πατέρας :
« Όποιος δεν τρέχει εδώ, ζωή ν' αποκτήσει
της ψυχής, ας μην ξεγελά με κούφιες ελπίδες
τον εαυτό του, πως θα την βρει εκεί πάνω»
Δέκα σκαλιά, θεία φιλοσοφία
δέκα σκαλιά, καρπός όλων των βιβλίων
δέκα σκαλιά, πού το τέλειο δείχνουν
δέκα σκαλιά, στους ουρανούς π' ανεβάζουν
δέκα σκαλιά, πού σε κάνουν το Θεό να γνωρίζεις.
Η κλίμακα φαίνεται πολύ μικρή στο μήκος
αν όμως τη δοκιμάσει κανείς μεσ' στην καρδιά του,
πλούτο θα βρει που ο κόσμος δε χωράει
και θεία πηγή που ζωή άγνωστη αναβλύζει.
Άριστος δάσκαλος η κλίμακα τούτη είναι,
για να γνωρίσει καθαρά τα μέτρα του ο καθένας
-Τη θεία κλίμακα βλέποντας των δέκα χαρίτων,
αν σταθερά επάνω της βρίσκεται νομίζεις,
πές μας σε ποιο σκαλί της έχεις φτάσει,
ώστε κι εμείς οι ράθυμοι να ωφεληθούμε;
-Αγαπητέ, αν θέλεις γι' αυτά κάτι να μάθεις,
γίνε αμέριμνος για κάθε πράγμα
είτε παράλογο, είτε εύλογο το βρίσκεις.
Αδύνατο να μάθεις χωρίς αμεριμνία,
κι αυτά μαθαίνονται με πείρα όχι με λόγο.
Τούτο σου λέω ως υπενθύμιση μόνο
(ο λόγος είναι αγίων πατέρων θεοφόρων,
Αν και θα φανεί βαρύς στην ακοή σου):
«Όποιος δε βρεθεί σε κάποιο απ' τα σκαλιά της,
ή δεν έχει αυτά παντοτινή μελέτη,
στο τέλος της ζωής, στην ώρα του θανάτου,
θα κυριευτεί από φόβο και τρόμο μεγάλο
κι από δειλία απέραντη, τη σωτηρία μη χάσει».
Οι στίχοι μου κατέληξαν να φοβερίσουν,
όμως αυτό έγινε προς ψυχικό συμφέρον.
Δεν είναι με τα ήπια μάλλον που οδηγούνται
στην μετάνοια και στην καλοκαγαθία
οι πιο σκληροί-εγώ ανάμεσά τους πρώτος-,
όσο είναι με τα φοβερά που δέος προκαλούνε.
Άς ακούει όποιος τ' αυτιά έχει για ν' ακούει(1).
-Άκου κι εσύ που τα 'γραψες αυτά, και πρόσεξέ το.
Πώς τόλμησες εσύ ν' αρθρώσεις τέτοια λόγια,
εσύ που τίποτα απ' αυτά δεν έχεις απολύτως;
Πως δεν δοκίμασες φρίκη που τα διδάσκεις;
Δεν άκουσες τι έπαθε παλιά ο Ζαν εκείνος,
όταν τη θεία Κιβωτό θέλησε να στηρίξει(2);
-Μη νομίζεις πως αυτά τα λέω για να διδάσκω.
τον εαυτό μου στηλιτεύω με τούτα,
βλέποντας των αγωνιστών τα έξοχα βραβεία
και τη δική μου ακαρπία σε όλα.

**************************************
1. Λουκ. 14, 35.
2. Β΄ Βασ. 6, 6-7.

Ἐχθρικές προσβολές. π. Φιλοθέου Ζερβάκου



Ὅταν ὁ ἐχθρός σᾶς προσβάλλει

       Ὅσες φορές σᾶς προσβάλλει ὁ ἐχθρὸς (διάβολος) εἴτε μὲ κάποιο πάθος εἴτε μὲ μελαγχολία, μὲ τὴν ἀμέλεια, τὴν ἀπελπισία, ἁρπάξτε ἀμέσως τὸ ὅπλο τῆς προσευχῆς, καὶ θὰ δεῖτε πόσο γρήγορα ἐξαφανίζεται καὶ δὲ μένει οὔτε ἴχνος τῆς παρουσίας του. Ὅταν σᾶς πολεμάει ὁ ἐχθρὸς νὰ ζητᾶτε τὴ βοήθεια τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου, τοῦ φύλακα Ἄγγελου τῆς ψυχῆς σας καὶ ὅλων τῶν Ἀγγέλων καὶ τῶν Ἁγίων.
Μαζὶ μὲ τὴν προσευχή σας νὰ λέτε τὴ δυσκολία σας σὲ πνευματικὸ Ἱερέα, ἀλλὰ νὰ ζητᾶτε καὶ τὶς προσευχὲς καὶ συμβουλὲς τῶν ἄλλων ἀδελφῶν σας, διότι ἕνας ἀδελφὸς ποὺ βοηθιέται ἀπὸ ἄλλον ἀδελφό, γίνεται δυνατὸς σὰν τὴν ὀχυρωμένη πόλη. Γιὰ ὅλα αὐτὰ χρειάζεται νὰ ἀσκεῖται βὶα στὸν ἑαυτό σας, νὰ ἐνεργεῖτε γρήγορα καὶ μὲ γεναιότητα.
Νὰ μεταχειρισθεῖς τέσσερα ὅπλα, ἀκαταμάχητα, κατὰ τῶν πειρασμῶν

     Ὁ σατανᾶς εἶναι ὁ μισόκαλος ἐχθρός, ὁ παμπόνηρος καὶ παγκάκιστος, ποὺ μέρα καὶ νύχτα, κάθε ὥρα καὶ στιγμή, μᾶς πολεμάει, μᾶς στεναχωρεῖ καί μᾶς πειράζει. Καὶ ἄλλοτε σὰν πνευματικός σου πατέρας σὲ εἶχα συμβουλέψει πὼς νὰ ἀποφεύγεις τὶς πολύπλοκες παγίδες του καὶ νὰ φυλάγεσαι ἀπὸ τὰ πυρωμένα βέλη του.

Τώρα σὲ συμβουλεύω νὰ μεταχειρισθεῖς τέσσερα ὅπλα ἀκαταμάχητα. Μὲ αὐτὰ τὰ ὅπλα, ἂν βέβαια τὰ χρησιμοποιήσεις μὲ μεγάλη προσοχή, δεξιοτεχνία, προθυμία καὶ ἀνδρεία, ὄχι μόνο θὰ μείνεις ἄτρωτος καὶ ἀβλαβὴς ἀπὸ τὰ βέλη καὶ τὶς παγίδες τοῦ διαβόλου, ἀλλὰ καὶ θὰ τὸν νικήσεις καὶ θὰ τὸν ἀφανίσεις.
       Πρῶτο ὅπλο κατὰ τοῦ ἐχθροῦ εἶναι ἡ αἴσθηση τῆς παρουσίας τοῦ Θεοῦ. «Τὸν Κύριο ἔβλεπα συνέχεια μπροστά μου, γιὰ νὰ μὴ μὲ σαλέψει ὁ πειρασμὸς» (Ψάλμ. 15, 8· Πράξ. 2, 25). Ἐκεῖνος ποὺ σκέφτεται καὶ στοχάζεται καλὰ πὼς ὁ Θεὸς εἶναι πανταχοῦ παρών, καὶ πάντοτε εἶναι μπροστά του, μέρα καὶ νύχτα σὲ κάθε περίσταση, δὲν μπορεῖ νὰ ἁμαρτήσει. Διότι, ἀφοῦ φοβᾶται νὰ ἁμαρτήσει μπροστὰ σὲ ἕνα τιποτένιο ἄντρα ἢ γυναίκα, ἀκόμη καὶ μπροστὰ σὲ ἕνα μικρὸ παιδί, πὼς θὰ τολμήσει νὰ ἁμαρτήσει μπροστὰ στὸν Παντοδύναμο Θεό, ποὺ Τὸν τρέμουν τὰ Χερουβεὶμ καὶ τὰ Σεραφείμ, ὅλα τὰ κτίσματα ποὺ ἀναπνέουν, καὶ ποὺ μὲ ἕνα νεῦμα Τοῦ σαλεύει ὅλη ἡ γῆ;
       Δεύτερο ὅπλο εἶναι νὰ συνηθίσεις νὰ λὲς ἀκατάπαυστα τὴν εὐχή: «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, Υἱὲ τοῦ Θεοῦ, ἐλέησον μέ». Αὐτὴ τὴν εὐχὴ νὰ ἀρχίζεις νὰ τὴ λές, μόλις σηκωθεῖς τὸ πρωὶ ἀπὸ τὸ κρεβάτι σου.
Νὰ τὴ λὲς καὶ ὅταν περπατᾶς στὸ δρόμο καὶ ὅταν μπαίνεις στὸ αὐτοκίνητο, στὸ τρένο, στὸ πλοῖο, στὸ ἀεροπλάνο· καὶ ἐνῶ ἐργάζεσαι, τρῶς, πίνεις, καὶ σὲ κάθε ὥρα καί περίσταση. Ἀλλὰ νὰ τὴ λὲς μὲ τὴν καρδιά σου, μὲ πίστη εὐλάβεια, ἀγάπη, πόθο καὶ βία. Ὄχι τὸ στόμα νὰ λέει: «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ» καὶ ὁ νοῦς καὶ ἡ καρδιὰ νὰ λένε ἄλλα, καὶ μάλιστα πονηρὰ καὶ ἀντίθετα.

Eγκώμιο στην αποκεφάλιση του Τιμίου Προδρόμου : Του Οσίου πατρός ημών Θεοδώρου του Στουδίτη


     "Λαμπρή καί θεοχαρμόσυνη εἶναι, εὐσεβεῖς χριστιανοί, ἡ πανήγυρη πού μᾶς συγκέντρωσε σήμερα γιά νά γιορτάσουμε πνευματικά. Πολύ σωστά χαρακτηρίζεται λαμπρή, γιατί φεγγοβολάει καί ἀπό αὐτό ἀκόμα τό ὄνομα ἐκείνου πού σήμερα τιμᾶμε, ἐπειδή αὐτός καί εἶναι καί ὀνομάζεται λυχνάρι2τοῦ φωτός. Δέν εἶναι βέβαια λυχνάρι πού μᾶς περιλούζει μέ ὑλικό φῶς, γιατί τότε δέν θά ἦταν διαρκής καί ἀδιάκοπη ἡ λάμψη του καί θά χανόταν κάθε φορά πού θά ’μπαινε μπροστά του κάποιο ἐμπόδιο. Ἀλλ’ εἶναι φῶς πού δείχνει τήν ἀστραφτερή λαμπρότητα τῆς θείας χάριτος στά κατάβαθα τῆς καρδιᾶς ἐκείνων πού ἔχουν συγκεντρωθεῖ γιά νά γιορτάσουν τή μνήμη του καί ἀνεβάζει τό νοῦ στό νά στοχάζεται τά παθήματα τοῦ δικαίου ἄνδρα, ὥστε βλέποντας μέ τά μάτια τῆς ψυχῆς τό μακάριο ἐκεῖνο μαρτύριο, νά γεμίσουμε μέ πνευματική εὐφροσύνη.
     Σέ καμία περίπτωσι βέβαια, ἡ θέα τοῦ χυμένου καταγῆς αἵματος κάποιου ἄλλου ἀποκεφαλισμένου ἀνθρώπου, δέν θά ’φερνε εὐχαρίστηση. Οὔτε τό ἄκουσμα μιᾶς τέτοιας εἴδησης θά προκαλοῦσε σεβασμό στή μνήμη τοῦ ἀποθαμένου. Γιατί πῶς θά μποροῦσε ὁ ἄνθρωπος, πού ἀπό φυσικοῦ του ἀγαπάει τή ζωή, νά χαρεῖ μία αἱμορραγία πού ὁδηγεῖ στό θάνατο; Ἀντίθετα, πολύ περισσότερο, τό θέαμα αὐτό θά τόν ὁδηγοῦσε σέ ἀπέχθεια, οἶκτο καί κακολογία τῆς πράξεως, ἐκτός ἄν παραλογιζόταν καί ἀποθηριωνόταν, μή μπορώντας νά ἀντιδράσει λογικά σ’ αὐτά πού βλέπει, ὅπως ἀκριβῶς κάνουν τά διάφορα ζῶα πού δέν ἔχουν λογική. Χαίρονται δηλαδή, κακαρίζουν καί χοροπηδᾶνε οἱ πετεινοί ὅταν βλέπουν νά σφάζουν ἕνα ἄλλο κοκόρι, ἀπολαμβάνοντας μόνο τό θέαμα, χωρίς νά σκέπτονται ὅτι τούς περιμένει καί αὐτούς τό ἴδιο πάθημα. Χαίρονται ὅμως τά μάτια μας νά βλέπουν τό αἷμα κάθε ἁγίου, εὐφραίνονται τ’ ἀφτιά μας ν’ ἀκοῦν τά σωτήρια μηνύματά του καί τά χείλη μας τό προσκυνοῦν. Γιατί ἡ ἀφαίρεσή του χαρίζει τέλεια συμμετοχή στήν ἀθάνατη καί ἀληθινή ζωή. Δέν ἐννοῶ βέβαια μόνο τή σταγόνα τοῦ αἵματος, ἀλλά καί ὁτιδήποτε ἀπό τά ἅγια μέλη του -ἤ μιά τρίχα καί καθετί πού φοροῦσε ἤ ἔπιαναν τά χέρια του- εἶναι περιζήτητο καί πολύτιμο γιά κεῖνον πού ἔχει ἀποφασίσει νά πιστεύει καί νά λατρεύει σωστά τόν Θεό. Γι’ αὐτό ἐκεῖνος πού ἔχει κάτι τέτοιο στό σπίτι του ἤ στήν ἐκκλησία -δηλαδή τό ὁλόκληρο λείψανο ἤ ἕνα μέρος του, ἀκόμα καί τό ἐλάχιστο κομματάκι- τό θεωρεῖ ἰδιαίτερη τιμή καί καυχιέται γι’ αὐτό, σάν νά ’χει θησαυρό πού ὑποβοηθάει τόν ἁγιασμό του καί ἐξασφαλίζει τή σωτηρία του. Ἔτσι προσέρχεται μέ πολλή εὐλάβεια στή λειψανοθήκη μέ τήν ἱερή σκόνη καί ἐγγίζει μέ δέος τά ἀνέγγιχτα, λόγω τῆς ἱερότητάς τους, ἱερά λείψανα.
     ...Τέτοιο ἦταν καί τό ἅγιο αἷμα τοῦ Προδρόμου καί Βαπτιστῆ τοῦ Χριστοῦ, γιά τό ὁποῖο μιλᾶμε σήμερα καί τό ὁποῖο ἔχυσε ἀπό τόν ἱερό του τράχηλο σάν πολύτιμο μύρο πού εὐωδιάζει τήν οἰκουμένη. Τό αἷμα αὐτό δέν τό ἔφτιαξε ἡ ἡδονική πολυφαγία, οὔτε τό κρασί, οὔτε κάποια ἀπό τίς ἄλλες τροφές πού συνήθως παχαίνουν καί εὐχαριστοῦν τούς λαίμαργους.
       Ἀλλά τό δημιούργησε ἡ Χάρη τῆς ἐγκράτειας, πού ὁ Ἅγιος τήν ἀσκοῦσε ἀπό τά σπάργανά του μέχρι τό μαρτυρικό του τέλος. Καί ὅπως εἶπε ὁ Κύριος, ὁ Ἰωάννης, πού οὔτε ἔτρωγε, οὔτε ἔπινε...ο (Ματθ. 11, 18-19). Τό αἷμα αὐτό χύθηκε πρίν ἀπό τό αἷμα τοῦ Δεσποτικοῦ καί ἀθανάτου ποτηρίου. Γιατί ἔπρεπε ὁ Πρόδρομος τοῦ Φωτός, πού μέ τό λαμπρό ἐρχομό του ἀπό στείρα μάνα φώτισε ὅσους βρίσκονταν πάνω στή γῆ, νά γίνει ἀκτινοβόλος κήρυκας καί σ’ αὐτούς πού ἦταν κάτω ἀπό αὐτήν, δηλαδή στόν Ἅδη.Τό αἷμα αὐτό ἔχει παρρησία9 ἐνώπιον τοῦ Παντοκράτορα Κυρίου, περισσότερο ἀπ’ ὅτι εἶχε τό αἷμα τοῦ δικαίου Ἄβελ. Γιατί κάθε ἔργο περιέχει μέσα του μιά μυστική φωνή πού δέν παράγεται ἀπό ἠχητικά ὄργανα, ἀλλά πού γίνεται φανερή ἀπό τή δύναμι πού ἔχει βάλει μέσα σ’ αὐτό ὁ ποιητής τοῦ ἔργου. Τό αἷμα αὐτό εἶναι πιό ἀξιοσέβαστο ἀπό τό αἷμα τῶν Πατριαρχῶν (Ἀβραάμ, Ἰσαάκ, κ.τ.λ.), πιό πολύτιμο ἀπό τό αἷμα τῶν προφητῶν καί πιό ἁγιασμένο ἀπό τό αἷμα ὅλων τῶν δικαίων. Γιατί εἶναι πιό ὑπέροχο καί ἀπό αὐτό ἀκόμα τό αἷμα τῶν Ἀποστόλων καί πιό ἔνδοξο καί ἀπό τό αἷμα τῶν μαρτύρων. Καί αὐτά τά λόγια δέν εἶναι δικά μου, ἀλλά εἶναι λόγια τοῦ Μεγάλου Λόγου, τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, πού ἔχει δώσει τή σχετική μαρτυρία γιά τόν Τίμιο Πρόδρομο.
     Εἶναι αἷμα πού στολίζει τήν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ πιό ὄμορφα ἀπό κάθε στολισμό πού θά τῆς γινόταν μέ πολύχρωμα καί σπάνια λουλούδια. Χύθηκε γιά τήν δικαιοσύνη στό τέλος τῆς ἐποχῆς πού ἴσχυε ὁ παλαιός νόμος καί ἔγινε λούλουδο πού παραστέκει στήν εἴσοδο τῆς παρουσίας τοῦ Χριστοῦ.
...Τί νά τό ὀνομάσουμε αὐτό τό φαγοπότι, συμπόσιο ἤ φονευτήριο; Τί νά ἀποκαλέσουμε τούς κρασοκυβέρνητους προσκαλεσμένους, ὁμοτράπεζους ἤ αἱματοβαμμένους;

Γιατί δε μπορώ να προσευχηθώ καλά / Άγ.Μακάριος ο Αιγύπτιος


Γιατί δε μπορώ να προσευχηθώ καλά

agios_makariosΗ ψυχρότητα στην προσευχή οφείλεται είτε σε ψυχική κόπωση είτε σε πνευματικό κορεσμό είτε σε σωματικές απολαύσεις και αναπαύσεις είτε σε πάθη, που κυριεύουν την ψυχή, προπαντός στην έπαρση. Όλα αυτά είναι ενάντια στην πνευματική ζωή, μέσα στην οποία κεντρική θέση κατέχει η προσευχή. Έτσι, πρώτα και κύρια προκαλούν το στέρεμα της πηγής της προσευχής μέσα μας. 
Αυτό, όμως, μπορεί να oφείλεται και σε απομάκρυνση της χάριτος, που συμβαίνει με θεία παραχώρηση. Και να γιατί: Όταν η ψυχή μας φλέγεται από τον πόθο του Θεού και από την καρδιά μας ξεχύνεται ολόθερμη προσευχή, δεν έχουμε παρά ελεητική επίσκεψη της χάριτος. Εμείς όμως, όταν η ευλογημένη αυτή κατάσταση παρατείνεται για πολύ, νομίζουμε ότι κατορθώσαμε κάτι σπουδαίο με το δικό μας αγώνα και κυριευόμαστε από την κενοδοξία. Για λόγους παιδαγωγικούς, λοιπόν, απομακρύνεται η χάρη και μένει η ψυχή μας μόνη της, γυμνή και αδύναμη, ανίκανη να ζήσει πνευματικά, ψυχρή και απρόθυμη να προσευχηθεί…
Τί θα κάνουμε, λοιπόν, για να ξεφύγουμε απ’ αυτή την κατάσταση; Πρώτα-πρώτα θα φροντίσουμε να εξουδετερώσουμε τις αιτίες της. Και ύστερα, παρ’ όλη την ψυχρότητα της ψυχής μας, θα κάνουμε με επιμονή και υπομονή τον καθημερινό προσευχητικό κανόνα μας, προσπαθώντας αφ’ ενός να συγκεντρώνουμε το νου μας στα λόγια των ευχών και αφετέρου να ξεσηκώνουμε μέσα στην καρδιά μας αισθήματα φιλόθεα. Με τον καιρό ο Θεός, βλέποντας την ταπείνωση και την καρτερία μας, θα μας ξαναστείλει τη χάρη Του, που θα διώξει το πνεύμα της ψυχρότητος, όπως ο άνεμος διώχνει την ομίχλη.
Άγ.Μακάριος ο Αιγύπτιος


Αναδημοσίευση από: Ιερός Ναός Αγίας Βαρβάρας Πατρών

Για το Πνεύμα της Λύπης (Aββάς Κασσιανός)


Τί κακό προξενεί η λύπη στην ψυχή μας.
Ο πέμπτος αγώνας μας εστιάζεται στην αντίστα­ση που πρέπει να προβάλλουμε εναντίον του πάθους της λύπης. Γιατί, αν αφήσουμε τη λύπη να κυριεύει λίγο-λίγο την ψυχή μας, αυτή αμέσως, μόλις θα δίδεται κάποια αφορμή, θα μας αποσπά από τη Θεία Θεωρία και θα καταθλίβει το πνεύμα μας.
 Όταν η λύπη καταλάβει την ψυχή του ανθρώπου, δεν του επιτρέπει να προσεύχεται με την ίδια χαρά, ούτε να καταφεύγει στη μελέτη της Αγίας Γραφής, ώστε να βρει σ' αυτή φάρμακο και να θεραπευθεί.
Η λύπη μας εμποδίζει επίσης από το να είμα­στε ειρηνικοί και πράοι προς τους αδελφούς μας. Μας κάνει ανυπόμονους και σκληρούς, μας δυσκο­λεύει και δρα ανασταλτικά στην προσπάθειά μας για την εκτέλεση των πνευματικών καθηκόντων και υποχρεώσεών μας.
Αν αφήσει ο μοναχός την ψυχή του να παρα­δοθεί στη λύπη, αυτή τον κάνει σιγά-σιγά ανίκανο να αντιδρά πνευματικά και να αντιστέκεται στις επιθέσεις της. Γιατί αυτός θα έχει πλέον στερηθεί την ειρήνη της καρδιάς του και θα καταντήσει σαν τον τρελλό ή σαν τον μεθυσμένο. Και τελικά, αυτή θα τον συνθλίψει και θα τον ρίξει σε οδυνηρή απελπισία.