Κυριακή 22 Δεκεμβρίου 2013

Στις αρχές της εικονογραφίας της Φάτνης

Στις αρχές της εικονογραφίας της Φάτνης
Κ. Χαραλαμπίδη, Μνήμη Ιωάννου Ευ. Αναστασίου,Θεσσαλονίκη 1992, σελ. 631-646
Η λέξη φάτνη (praesepe - praesepium στη λατινική γλώσσα)(1) που φιλοξένησε «τόν Δεσπότην ἡμῶν... κείμενον, ἐσπαργανωμένον, τό φρικτόν ἐκεῖν ο καί παράδοξον θέαμα» (2), απαντά στο Ευαγγέλιο μόνο του Λουκά (3) και στο μέρος όπου αναφέρεται η διήγηση της Γεννήσεως του Χριστού. Τα κανονικά Ευαγγέλια αν και δεν αναφέρουν καμιά είδηση για το βόδι και το γαϊδούρι στη φάτνη που γεννήθηκε ο Χριστός, εν τούτοις η πρώιμη χριστιανική εικονογραφία περιέλαβε στην παράσταση της Γεννήσεως του Χριστού και τα δύο παραπάνω ζώα, τόσο γνώριμα στην καθημερινή αγροτική ζωή των ανθρώπων της εποχής εκείνης. Το βόδι σαν σύμβολο του Ευαγγελιστή Λουκά είναι γνωστό από την αρχαία χριστιανική παράδοση και την παλαιοχριστιανική εικονογραφία. Το γαϊδούρι που πρόσφερε τις υπηρεσίες του στη θριαμβευτική είσοδο του Χριστού στα Ιεροσόλυμα διαδραμάτισε το ρόλο του στο σωτηριώδες έργο του θείου αναβάτη του. Η υπάρχουσα ισχυρή παράδοση των απόκρυφων Ευαγγελίων αναφερόμενη στη διήγηση μεταξύ άλλων της παρουσίας βοδιού και γαϊδουριού στη Γέννηση του Χριστού (4), μετέχοντας στην προσκύνηση του, οδήγησε τους καλλιτέχνες των πρώτων χριστιανικών αιώνων στην παραγωγή εικονογραφικών σκηνών της μεγάλης αυτής δεσποτικής γιορτής, περιλαμβάνοντας και τα παραπάνω ζώα.
Νομίζω όμως, ότι περισσότερο από τις παραπάνω απόκρυφες διηγήσεις, οι παλαιοδιαθηκικές μαρτυρίες(5) για τα δύο αυτά ζώα ενέπνευσαν ιδιαίτερα τους γλύπτες της παλαιοχριστιανικής τέχνης. Στις προφητείες που αναφέραμε, στηρίζονται και οι εκκλησιαστικοί συγγραφείς. Η φάτνη στην οποία έκειτο ο Χριστός είναι η ίδια την οποία προανήγγειλε ο προφήτης, γράφει ο Ωριγένης (6). Γύρω απ' αυτά τα δύο ζώα έχει καθιερωθεί μια συμβολική εξήγηση βασισμένη πάντοτε στην πατερική θεολογία. Ο Ωριγένης (7) πάλι χαρακτηρίζει το βόδι καθαρό ζώο και το γαϊδούρι ακάθαρτο, ενώ στα δύο αυτά ζώα προεικονίζονται οι δύο ληστές μεταξύ των οποίων σταυρώθηκε ο Χριστός ή επίσης οι Ιουδαίοι και οι Εθνικοί (8). Οι μυθολογικές και λατρευτικές παραδόσεις για τα υπόψη ζώα, που απαντούν στις αρχαίες ανατολικές θρησκείες (αιγυπτιακή, μιθραϊκή και άλλες), τα κατέστησαν ευρύτατα γνωστά στις τάξεις του ελληνορρωμαϊκού κόσμου. Η συμμετοχή των συγκεκριμένων ζώων στη Γέννηση του Χριστού, του αληθινού Θεού, είναι ο απόηχος της τελετουργικής παρουσίας των αντίστοιχων ζώων σε ειδωλολατρικές θρησκευτικές εκδηλώσεις της αρχαιότητας. Ανάμνηση των βιβλικών διηγήσεων που σχετίζονται με το γαϊδούρι, όπως είναι από την Π. Διαθήκη του Βαλαάμ και από την Κ. Διαθήκη της Γέννησης του Χριστού κατά πρώτο λόγο, της φυγής στην Αίγυπτο και τη(θριαμβευτικής εισόδου του Χριστού στα Ιεροσόλυμα συνιστά μεσαιωνική παρα -λειτουργική εκδήλωση της Δύσεως. Πρόκειται για τη λεγόμενη γιορτή των γαϊδουριών που εμφανίστηκε στη Γαλλία και άνθισε από το ΙΒ' μέχρι τον ΙΕ' αι. ως θρησκευτικό θέαμα και με ποικίλες άλλες όψεις (9).
Τα παρακάτω σχολιαζόμενα εικονογραφικά παραδείγματα με παράσταση της φάτνης και των ζώων ανήκουν στην παλαιοχριστιανική γλυπτική της Δύσεως κυρίως και χρονολογικά ανάγονται στον Γ-Ζ' αι. (10). Η ομάδα αυτών των γλυπτικών έργων συνηγορεί στο να δεχτούμε την πρώιμη ύπαρξη προφορικής παράδοσης για τη συμμετοχή των ζώων στην προσκύνηση του θείου βρέφους και τη μεταγενέστερη, γύρω στον ΣΤ' αι., εμφάνιση της γραπτής (Evangelium Pseudo- Matthaei). Ακριβώς πρόκειται για μια σειρά εικονογραφικών μνημείων που παραδίδουν πιστά, όπως φαίνεται, τις απόκρυφες επιδράσεις αφενός και την επίσημη εκκλησιαστική διδασκαλία αφετέρου θεμελιωμένη στον παλαιοδιαθηκικό προφητικό λόγο. Οι γλύπτες των έργων αυτών εγνώριζαν καλά την απόκρυφη καινοδιαθηκική γραμματεία που κυκλοφορούσε άνετα στο γεωγραφικό χώρο της ιταλικής χερσονήσου και όλου βέβαια του Orbis Christianus Antiquus. Έτσι σε παράσταση σαρκοφάγου του Γ'-Δ' αι. του μουσείου Λατερανού Ρώμης (πίν. 1, εικ. α) διακρίνουμε το νεογέννητο Χριστό να είναι ξαπλωμένος επάνω σε ψηλή φάτνη μέσα στο σταύλο. Η κατασκευή της φάτνης μας θυμίζει τα μεγάλα πλεκτά από λυγαριά καλάθια της εποχής μας. Ο σταύλος απεικονίζεται με το σχήμα στεγασμένου χώρου κεραμοσκεπούς, στηριζόμενου σε χοντρά ξύλινα δοκάρια. Η μπροστινή πλευρά είναι εντελώς ανοιχτή για να φαίνονται τα απεικονιζόμενα. Επάνω από το σπαργανωμένο σώμα του Χριστού σκύβουν και το θερμαίνουν με τις αναπνοές τους ένα βόδι και ένα γαϊδούρι (11). Τα κεφάλια των ζώων είναι πλάϊ - πλάι. Το σώμα του γαϊδου - ριού κρύβεται πίσω από τη φάτνη. Στη δεξιά πλευρά της απεικονίζεται ποιμένας με υψωμένο το δεξιό χέρι του και με το αριστερό κρατώντας ραβδί. Η άρση του χεριού σημαίνει ότι χαιρετά το Χριστό ή ότι εκφράζει τη χαρά του, κηρύττοντας το κοσμοσωτήριο γεγονός της ενανθρώπησης του Χριστού, ως αντιπρόσωπος στην απεικόνιση αυτή του σωσμένου ανθρώπινου γένους. Φορεί ρωμαϊκή ποιμενική ενδυμασία και είναι αγένειος. Το ποιμενικό ραβδί (pedum) με το οποίο είναι εφοδιασμένος παρουσιάζει κύρτωση στο επάνω μέρος. Η επεισοδιακή αυτή σκηνή χωρίζεται με δέντρα φοινίκων απ' τις άλλες απεικονίσεις που συμπληρώνουν όλη την οριζόντια εικονογραφική σύνθεση. Στις απεικονίσεις αυτές παρίστανται ανθρώπινες μορφές. Στο αριστερό άκρο φαίνονται οι μάγοι που αποχωρούν δι ' άλλης οδού, αφού προσκύνησαν και προσέφεραν τα δώρα στο σαρκωθέντα Χριστό(12), και στο δεξιό είναι η μορφή προφήτη που εμφανίζεται μερικές φορές σε σαρκοφάγους της κωνσταντίνειας εποχής. Εικονίζεται κατά πρόσωπο και φέρει πολύπτυχο χιτώνα, κρατώντας ειλητάριο στο αριστερό χέρι για να δηλώσει έτσι την προφητεία του για την έλευση του Χριστού στη γη.
Η ίδια αυτή λεπτομέρεια επαναλαμβάνεται σε διάζωμα σαρκοφάγου του τέλους του Δ' αι., του μουσείου Λατερανού πάλι (πίν. 1, εικ. β). Σ' αυτό το παράδειγμα ο προφήτης στρέφει το πρόσωπο του προς τα δεξιά, κατέχοντας το αριστερό άκρο του διαζώματος. Στο προβαλλόμενο αριστερό χέρι του κρατεί σφιχτά το χειρόγραφο. Εικονίζεται αγένειος και βρίσκεται δίπλα σ' ένα ποιμένα γενειοφόρο. Ο τελευταίος φέρει ψηλό ραβδί κυρτωμένο, που φθάνει μέχρι το ύψος του κεφαλιού του, και κοιτάζει τον προφήτη. Σ' ένα άλλο παράδειγμα σαρκοφάγου (πίν. 2, εικ. α) που ταυτίζεται χρονολογικά με το προηγούμενο και ανήκει στο ίδιο μουσείο, ο ποιμένας καταλαμβάνει το δεξιό σχεδόν άκρο της σύνθεσης δίπλα σε δύο δέντρα. Παρουσιάζει ενδυματολογική ομοιότητα με την αντίστοιχη μορφή του έργου του Λατερανού (πίν. 1, εικ. α). Διαφέρει όμως στις χειρονομίες, διότι αντί του δεξιού υψώνει το αριστερό χέρι. Παρόμοια στάση των ζώων, που είδαμε στη σαρκοφάγο αυτή (πιν. 1, εικ. α), απαντά σε κάλυμμα της λεγόμενης μεγάλης σαρκοφάγου - διαζώματος των ετών 320-325, στο Εθνικό Μουσείο Ρώμης (πιν. 2, εικ. β). Στην παράσταση αυτή της Γεννήσεως του Χριστού ο ποιμένας κοντά στα πόδια του Χριστού βρέφους στηρίζει το κεφάλι του στην παλάμη του υψωμένου αριστερού χεριού του και το σώμα του στο ραβδί, ακουμπώντας με το δεξιό χέρι. Είναι, νομίζω, από τις αρχαιότερες παραστάσεις της εικονογραφικής λεπτομέρειας του στηριζόμενου στο ραβδί του ποιμένα. Το ραβδί του ποιμένα, όμοιο με ρόπαλο, κοντό στις διαστάσεις, απεικονίζεται στη σχετική παράσταση σαρκοφάγου του Δ' αι., που εκτίθεται στο Επιγραφικό Μουσείο Χριστιανικής Τέχνης της γαλλικής πόλης Arles (πίν. 3). Φανερή είναι η ρωμαλέα εμφάνιση του ποιμένα που θυμίζει πρότυπα αρχαιοελληνικής γλυπτικής και μάλιστα τη θεματολογία των άθλων του Ηρακλή. Σ' ό,τι αφορά τη μορφή της φάτνης στα τρία παραπάνω έργα, παρατηρείται διάφορος τρόπος κατασκευής. Στην ανάγλυφη παράσταση της Α rles εξαίρεται η μισοξαπλωμένη στάση του Χριστού επάνω στη φάτνη.
Μια άλλη σαρκοφάγος του Δ' αι., που ανήκει στο μουσείο του Λατερανο ύ (πιν. 4), παρουσιάζει εικονογραφικά ενδιαφέροντα για το θέμα μας. Η ξυλόστεγη σκεπή του σταύλου φαίνεται περισσότερο, καθότι είναι εντελώς επικλινής. Τα δύο ζώα βρίσκονται πλάγια εκτελεσμένα από τον καλλιτέχνη, στα πόδια της φάτνης. Και σ' αυτή τη σαρκοφάγο φαίνεται ακριβώς μόνο το κεφάλι του γαϊδουριού. Στην αριστερή πλευρά της παράστασης έχουν προσεγγίσει στα ζώα οι τρεις μάγοι με τα δώρα στα χέρια, ακολουθούμενοι από μια καμήλα, το μεταφορικό μέσο τους. Είναι ντυμένοι με περσική ενδυμασία και φορούν φρυγικό σκούφο. Στο δεξιό μέρος και δίπλα απ' το κεφάλι του νεογέννητου βρέφους προβάλλει η μορφή του ποιμένα, που φέρει εξωμίδα. Οι κινήσεις του είναι όμοιες με εκείνες του ποιμένα του πρώτου έργου κατά σειρά που σχολιάσαμε (πίν. 1, εικ. α). Δίπλα ακριβώς στον ποιμένα στέκεται η Θεοτόκος, ντυμένη με μακρύ πολύπτυχο χιτώνα και μαφόριο. Το βλέμμα της είναι στραμμένο προς την αντίθετη πλευρά. Πρέπει να προστεθεί ακόμη ότι δέντρα διακοσμούν τα δύο άκρα της όλης παράστασης. Οι μορφές αυτές του ποιμένα και της Θεοτόκου μαζί υπάρχουν επίσης στην απεικόνιση της φάτνης στο δεξιό μέρος του καλύμματος της σαρκοφάγου, ονομαζόμενης Α delphia, των ετών 340-345, στο Εθνικό Μουσείο της σικελικής πόλης Συρακούσας (πίν. 5, εικ. α). Πρόκειται για σαρκοφάγο που στην μπροστινή πλευρά της και μέσα σε clipeus, δηλαδή ασπίδα, παρίστανται οι προτομές του κόμη Valerius και της Α delphia, συζύγων, περιστοιχιζομένων από άλλες βιβλικές σκηνές.
Ενώ η θέση του ποιμένα είναι καθιερωμένη σχεδόν, αλλάζει στάση στο σχολιαζόμενο μνημείο. Το κεφάλι του στρέφει προς τα δεξιά, δηλαδή αντίθετα στη θέση του Χριστού. Η Θεοτόκος που είναι πλάϊ στον ποιμένα, στο άκρο της όλης σύνθεσης, έχει κατενώπια στάση και φέρει το δεξιό χέρι στο στήθος. Αλλά και ο σταύλος, η φάτνη του Χριστού, η θέση των ζώων και οι τρεις μάγοι στο αριστερό μέρος έχουν την ίδια διάταξη, όπως ακριβώς οι αντίστοιχες λεπτομερειακές σκηνές στη σαρκοφάγο του Λατερανο ύ (πιν. 4). Γνωρίζοντας τη ρωμαϊκή καταγωγή και των δύο έργων και τη χρονολογική ταύτιση τους μέσα στον Δ' αι. μπορούμε να τα αποδώσουμε στο ίδιο καλλιτεχνικό εργαστήριο. Στο παράδειγμα της Α rles (πίν. 3) τα δύο αυτά πρόσωπα καταλαμβάνουν θέσεις δεξιά και αριστερά από τη φάτνη. Κοντά στο κεφάλι του Χριστού είναι η Θεοτόκος εντελώς καλυμμένη σύμφωνα με την ανατολική ενδυματολογική συνήθεια, ενώ ο ποιμένας εικονίζεται δίπλα στα πόδια του θείου βρέφους, όπως είδαμε προηγουμένως.
Η στάση απεικόνισης των ζώων στην πίσω πλευρά της φάτνης, δηλαδή στο βάθος της παράστασης (πίν. 1, εικ. α, πίν. 3), επαναλαμβάνεται αργότερα στον Ε' αι. σε ανάγλυφο τεμάχιο του Βυζαντινού Μουσείου Αθηνών (πίν. 5, εικ. β) και στα μέσα του ΣΤ' αι. στην αντίστοιχη παράσταση σε διάχωρο του ερεισίνωτου του ελεφάντινου θρόνου του επισκόπου Μαξιμιανού στο Αρχιεπισκοπικό Μουσείο της Ραβέννας (13). Τα ζώα στο τελευταίο μνημείο έχουν απομακρυσμένα τα πρόσωπα μεταξύ τους αλλά και από το σώμα του Χριστού. Το αντίθετο συμβαίνει, δηλαδή τα πρόσωπα είναι ακουμπισμένα στη φάτνη και εγγίζουν το ένα το άλλο, στο μνημείο του μουσείου του Λατερανού (πίν. 1, εικ. α). Στο εικονογραφικό παράδειγμα της Ραβέννας διακρίνεται και η σημαντική απεικόνιση του άστρου της Βηθλεέμ (οκτάκτινο) στο επάνω μέρος του διάχωρου και μεταξύ των κεφαλιών των ζώων. Αλλά και η προτίμηση από τους καλλιτέχνες ιεραρχικής σειράς απεικόνισης των ζώων, απ' τα αριστερά το βόδι, ακολουθώντας το γαϊδούρι, είναι συνηθισμένη στα περισσότερα μνημεία που εξετάζουμε. Στα δύο μνημεία του Λατερανού (πίν. 1, εικ. α και 4) ενώ υπάρχουν ομοιότητες εικονογραφικής διάταξης και εκτέλεσης, σημειώνονται όμως και διαφορές στην εικονογράφηση των μάγων. Πρόκειται για τις δύο σκηνές, δηλαδή της άφιξης τους στο δεύτερο έργο, για να προσκυνήσουν και να προσφέρουν τα δώρα τους στον ουράνιο βασιλιά, και της αναχώρησης τους στο πρώτο μνημείο, για να επιστρέψουν στη χώρα τους.
Διαφορετική εικονογραφική διάταξη και σύνθεση ως προς τα πρόσωπα απαντά σε λεπτομέρεια του ελεφάντινου καλύμματος Ευαγγελιαρίου του Ε' αι., στο θησαυροφυλάκιο του καθεδρικού ναού του Μιλάνου (πίν. 6). Το κτισμένο παχνί με την ισόδομη τοιχοποιία και το άνω μέρος, που καταλήγει σε μια ξύλινη κατασκευή, παρουσιάζεται πλουσιότερο. Απεικονίζεται λοιπόν μια καλύβα (tugurium). Η στάση των ζώων παρουσιάζει κάποια παραλλαγή, διότι το γαϊδούρι είναι λίγο απομακρυσμένο απ' το βόδι. Το στέγαστρο της καλύβας διαφέρει στο μνημείο αυτό, διότι οι τέσσερις κολώνες που το στηρίζουν είναι κυρτωμένες και διακρίνεται το βάθος. Στο αριστερό μέρος παρίσταται κτιστός ισόδομος τοίχος με άνοιγμα απ' το οποίο προβάλλει το σώμα του γαϊδουριού σκυμμένο επάνω στη φάτνη, ζεσταίνοντας με τα χνώτα του το βρέφος -Χριστό. Στην αριστερή πλευρά κάθεται ο Ιωσήφ φορώντας ιμάτιο που καλύπτει μόνο το μισό και αριστερό μέρος του σώματος του και είναι ανυπόδητος. Με το αριστερό χέρι του κρατεί πριόνι διπλής χρήσης, που στηρίζεται στο έδαφος, χαρακτηριστικό γνώρισμα του επαγγέλματος του (τέκτων). Στη δεξιά πλευρά έχει τοποθετηθεί καθισμένη η Θεοτόκος με μακρύ χιτώνα, υψώνοντας τον με το αριστερό χέρι της επάνω απ' τον αντίστοιχο ώμο. Η διάταξη προσώπων και ζώων στο υπόψη παράδειγμα υπενθυμίζει την αντίστοιχη παράσταση σε μια ορθογώνια πλευρά κιβωτίου, κατασκευασμένου από ελεφαντοστό, των αρχών του Ε' αι., στο Victoria and Albert Museum του Λονδίνου (15). Η εικονογραφική συγγένεια των έργων του Μιλάνου και του Λονδίνου ως προς τη σκηνή της φάτνης της Βηθλεέμ και τις άλλες καινοδιαθηκικές παραστάσεις οδηγεί στην αποδοχή κοινής γεωγραφικής προέλευσης, συγκεκριμένα απ' το βορειοϊταλικό χώρο.
Νέα εικονογραφικά στοιχεία και διαφορετικές θέσεις των πρωταγωνιστών και των δύο ζώων στη φάτνη περιλαμβάνονται σε εγχάρακτη παράσταση επάνω σε γυαλί του Ζ' αι., που ανήκει στην ιδιωτική συλλογή Vettori (πίν. 7). Στο μέσο της ωοειδούς αυτής απεικόνισης παρίσταται ορθογώνιο παραλληλόγραμμο κατασκεύασμα κάθετα τοποθετημένο με τέσσερα διάχωρα σταυροειδώς χωρισμένα, δηλώνοντας την αρχιτεκτονική μορφή του σταύλου. Στο σημείο διασταύρωσης των τεσσάρων δοκών κείται ο τεχθείς Χριστός σπαργανωμένος σε μια μικρή φάτνη που επινόησε ο καλλιτέχνης. Από επάνω το λαμπρό άστρο της Βηθλεέμ ρίχνει μια ακτίνα στο κεφάλι του. Πίσω απ' το Χριστό και από κάθε άνοιγμα της επάνω σειράς του σταύλου προβάλλουν τα κεφάλια κατά μέτωπο του βοδιού και του γαϊδουριού. Στο αριστερό άκρο και κατά αντιστοιχία σχεδόν προς τη θέση του αστεριού είναι χαραγμένο μισοφέγγαρο. Η εμφάνιση των φυσικών στοιχείων δηλώνει τη μετοχή αυτών στην αποκάλυψη της ταπεινότητας του θείου μεγαλείου. Στο πρώτο επίπεδο και σε παράλληλη πλάγια θέση προς τον ξαπλωμένο Χριστό κείται κατά τον ίδιο τρόπο η Θεοτόκος, καθισμένη σε κρεβάτι απλής μορφής, στηριζόμενο σε τέσσερα χαμηλά πόδια. Η ήρεμη και ατάραχη αυτή θέση της Θεοτόκου φανερώνει την απουσία σωματικού κόπου και εξάντλησης απ' τον τοκετό και αποτελεί μια από τις εικονογραφικές κατηγορίες της Γεννήσεως του Χριστού που επικρατεί στο εξής σ' όλη την ανατολική εικονογραφία (16). Στην αριστερή πλευρά κάθεται ο Ιωσήφ επάνω σε βάθρο (scamnum) εμπρός απ' τα πόδια της Θεοτόκου. Το σώμα του είναι γυρισμένο προς αυτήν, ενώ το πρόσωπο κοιτάζει κατενώπιο. Με το αριστερό χέρι ακουμπισμένο στο πρόσωπο αναλογίζεται το άρρητο γεγονός της υπερφυσικής γέννησης του Χριστού.
Η στάση των αντωπών ζώων στη φάτνη είναι ένα άλλο χαρακτηριστικό γνώρισμα σε ανάλογες παραστάσεις σαρκοφάγων. Στην εικονογραφική αυτή περίπτωση ανήκει η σαρκοφάγος, ονομαζόμενη της Στηλιχούς, του αγίου Αμβροσίου, του Δ' αι., στη βασιλική του Αγίου Αμβροσίου του Μιλάνου (πίν. 8). Στα δύο ακρωτήρια του αετώματος του καλύμματος της σαρκοφάγου παρίσταται το βόδι στο αριστερό και το γαϊδούρι στο δεξιό, σε θέση αντιμέτωπη. Και τα δύο ζώα είναι καθισμένα με τα λυγισμένα πόδια τους στο έδαφος. Στη φάτνη, που έχει το σχήμα απλού κρεβατιού με ερεισίνωτο, είναι ξαπλωμένος ο Χριστός με το κεφάλι στο αριστερό μέρος. Στις δύο γωνίες του αετώματος εικονίζονται δύο πουλιά με ανοιχτά φτερά, πιθανώς αετοί, που γυρίζουν τα νώτα τους στα δύο ζώα και τσιμπούν με τα ράμφη τους τους καρπούς, με τους οποίους είναι γεμάτα τα δύο κοφίνια ανά ένα μπροστά σε κάθε πουλί. Στην εικονογραφική αυτή ομάδα ανήκει και μια άλλη σαρκοφάγος από τη βορειοϊταλική πόλη Μ antova (17), παραδίδοντας την ίδια διάταξη των ζώων.
Τέλος παρατηρείται, ότι στη σκηνή της φάτνης ενδέχεται να λείπει η Θεομήτωρ, αλλά ποτέ το βόδι και το γαϊδούρι, όπως είδαμε π.χ. στις σαρκοφάγους του Λατερανού (πίν. 1, εικ. α), της βασιλικής του Αγίου Αμβροσίου του Μιλάνου (πίν. 8) και του Βυζαντινού Μουσείου Αθηνών (πίν. 5, εικ. β). Όλες αυτές οι παλαιοχριστιανικές μαρτυρίες, που αναφέραμε στη μελέτη αυτή, καλύπτουν μια εποχή μερικών αιώνων κατά τη διάρκεια της οποίας διαμορφώθηκε το εικονογραφικό σχήμα της φάτνης των Χριστουγέννων με τα δύο ζώα, για να περάσει πια έτοιμο στη βυζαντινή και στη δυτική εικονογραφία.

Παρασκευή 20 Δεκεμβρίου 2013

ΜΕΤΑ ΤΟ ΞΕΣΠΑΣΜΑ ΕΠΙΣΤΡΕΦΟΥΜΕ Σ''ΑΥΤΑ ΠΟΥ ΟΝΤΩΣ ΑΞΙΖΟΥΝ!!!Άγιος Νείλος: Λόγος ασκητικός (α΄ μέρος)

ΜΕΤΑ ΤΟ ΞΕΣΠΑΣΜΑ ΕΠΙΣΤΡΕΦΟΥΜΕ Σ''ΑΥΤΑ ΠΟΥ ΟΝΤΩΣ ΑΞΙΖΟΥΝ!!!Άγιος Νείλος: Λόγος ασκητικός (α΄ μέρος)


Επιχείρησαν πολλοί, και Εθνικοί και Ιουδαίοι, να φιλοσοφήσουν. Μόνο όμως οι μαθητές του Χριστού προσπάθησαν να μάθουν την αληθινή φιλοσοφία, γιατί, μόνο αυτοί είχαν δάσκαλο τη Σοφία (το Χριστό), που έδειξε με έργα την επιμέλεια και την εργασία της αληθινής φιλοσοφίας. Οι πρώτοι, δηλ. οι Έλληνες, σαν να έπαιζαν δράμα πάνω στη σκηνή φόρεσαν ξένο προσωπείο, έχοντας άδειο όνομα φιλοσοφίας, χωρίς να έχουν την αληθινή φιλοσοφία και επιδεικνύοντας τη φιλοσοφικότητά τους με το να φορούν τρίβωνα (τριμμένο πανωφόρι) και να έχουν γενειάδα και ραβδί.


Στην ουσία περιποιούνταν το σώμα και υπηρετούσαν τις επιθυμίες τους σαν κυρίες τους· ήταν δούλοι της κοιλιάς τους και θεωρούσαν τις σαρκικές ηδονές ως έργο της φύσεως. Υπήκοοι της οργής και ξιπασμένοι για δόξα, εφορμούσαν στα λαμπρά συμπόσια με λαιμαργία σαν σκυλάκια, χωρίς να γνωρίζουν ότι προπάντων ο φιλόσοφος πρέπει να συμπεριφέρεται σαν άνθρωπος ελεύθερος και περισσότερο να αποφεύγει να είναι δούλος των παθών, παρά δούλος αγορασμένος με χρήματα ή δούλος οικογενειακός. Γιατί το να είναι κανείς δούλος ανθρώπου ίσως δεν βλάπτει εκείνον που ζει ορθά, ενώ το να κυριεύεται κανείς από τα πάθη και να υπηρετεί τις ηδονές, προξενεί ντροπή και μεγάλη γελοιοποίηση. Υπάρχουν και μερικοί οι οποίοι ενώ αμελούν την πρακτική αρετή εντελώς, νομίζουν ότι έχουν διαλέξει τη λογική φιλοσοφία, φλυαρούν για αφηρημένα πράγματα και προσπαθούν να εξηγήσουν τα ανεξήγητα· δηλώνουν ότι γνωρίζουν το μέγεθος του ουρανού και τις διαστάσεις του ηλίου και τις ενέργειες των αστέρων· ενίοτε επιχειρούν και να θεολογήσουν, όπου και η αλήθεια είναι ακατόρθωτη και ο στοχασμός με εικασίες είναι επικίνδυνος. Και αυτά ενώ ζουν ατιμότερα και από τους χοίρους που κυλιούνται στο βόρβορο. Είναι και μερικοί που έγιναν πρακτικοί· αυτοί έγιναν χειρότεροι από τους προηγούμενους με το να πουλήσουν τους κόπους για τις δόξες και τους επαίνους. Επειδή για τίποτε άλλο, παρά για επίδειξη και φιλοδοξία έκαναν τα περισσότερα οι ταλαίπωροι και αντάλλαζαν την τόση ταλαιπωρία με τον τιποτένιο και φτηνό έπαινο. Γιατί το να κρατούν παντοτινή σιωπή και να τρέφονται με χόρτα και φορούν τρίχινα ράκη και να ζουν μέσα στο πιθάρι, χωρίς να περιμένουν καμιά αμοιβή μετά το θάνατο, είναι πέρα από κάθε ανοησία, αφού με το τέλος της ζωής συγκαταργούνται τα βραβεία της αρετής· έθεσαν στον εαυτό τους αγώνα χωρίς στεφάνι και παντοτινή πάλη χωρίς βραβείο και παλαίστρα που μόνο ιδρώτες έχει και τίποτε περισσότερο. 


Από τους Ιουδαίους πάλι όσοι τίμησαν αυτό το είδος του βίου, κι αυτοί είναι οι απόγονοι του Ιωναδάβ, όλους εκείνους που επιθυμούν να ζουν παρόμοια, τους καθοδηγούν σ' αυτό τον τρόπο ζωής. Κατοικούν πάντοτε σε σκηνές, απέχουν από κρασί και από κάθε τι που συντελεί σε μαλθακότερη ζωή· ζουν με ευτελή δίαιτα και έχουν μετρημένα τα αναγκαία του σώματος. Φροντίζουν πολύ για την ηθική κατάσταση της ψυχής και ασχολούνται με τη μελέτη και τη θεωρία. Από αυτό και ονομάζονται Εσσαίοι, όνομα που σημαίνει θεωρία. Και γενικά κατορθώνουν τον σκοπό της φιλοσοφίας, και δεν αντιβαίνει πουθενά ο τρόπος της ζωής τους στη φιλοσοφία. Αλλά τι ωφέλεια έχουν από τους αγώνες και την κοπιαστική άσκηση, αφού θανάτωσαν τον αγωνοθέτη Χριστό; Και σ' αυτούς λοιπόν χάνεται ο μισθός των κόπων, γιατί αρνήθηκαν αυτόν που απονέμει τα βραβεία και την αληθινή ζωή και γι' αυτό απέτυχαν στην φιλοσοφία. 


Γιατί, φιλοσοφία είναι ορθή τοποθέτηση του χαρακτήρα, ενωμένη με αληθινή γνώση περί του Όντος, δηλαδή Θεού. Απ' αυτή πλανήθηκαν και οι δύο, Ιουδαίοι και Έλληνες, γιατί αποποιήθηκαν την Σοφία που ήρθε από τον ουρανό και προσπάθησαν να φιλοσοφήσουν χωρίς Χριστό, που είναι ο μόνος που μας έδειξε με έργο και με λόγο την αληθινή φιλοσοφία. Πρώτος Αυτός χάραξε το δρόμο της με την καθαρή και αναμάρτητη ζωή Του και κράτησε την ψυχή Του πάντοτε ανώτερη από τα πάθη του σώματος. Τέλος την καταφρόνησε κι αυτή όταν η σωτηρία των ανθρώπων, που ο Ίδιος οικονομούσε, απαιτούσε τον θάνατό Του. Και με αυτά δίδαξε ότι εκείνος που θέλει να εξασκεί την αληθινή φιλοσοφία πρέπει να απαρνηθεί τις απολαύσεις του βίου και να νικά τους πόνους και τα πάθη, καταφρονώντας το σώμα· και ούτε τη ζωή να τη θεωρεί σαν κάτι που έχει αξία, αλλά και αυτή να τη παραδίνει με προθυμία, όταν είναι ανάγκη να την αποβάλει για χάρη της αρετής. 


Αυτή την φιλοσοφία την πήραν και την εφάρμοσαν οι άγιοι Απόστολοι. Μόλις τους κάλεσε ο Χριστός απαρνήθηκαν το βίο και αφού περιφρόνησαν πατρίδα, συγγένεια και όλα τους τα υπάρχοντα, μπήκαν στον σκληρό και κοπιαστικό βίο και πέρασαν από όλες τις δυσκολίες· στενοχωρούμενοι, κακοπαθούντες, διωγμένοι, στερούμενοι από όλα, ακόμα και από ενδύματα και από αυτά τα πιο αναγκαία της ζωής· τέλος θανατώθηκαν. Μιμήθηκαν τέλεια σε όλα το Διδάσκαλο και άφησαν πρότυπο άριστης ζωής και πολιτείας. 


Οι Χριστιανοί, ενώ είχαν χρέος από την εικόνα αυτή των Αποστόλων να αντιγράψουν το βίο τους, δε θέλησαν, ή δεν μπόρεσαν να τους μιμηθούν. Λίγοι μόνο μπόρεσαν να υπερπηδήσουν τις ταραχές και να φύγουν την ζάλη των πόλεων· κι αφού βρέθηκαν έξω από τους θορύβους, προτίμησαν τον μοναχικό βίο και έκαναν ένα αποτύπωμα της αποστολικής αρετής. Προτίμησαν δηλαδή την ακτημοσύνη, παρά την απόκτηση των γηίνων, για να είναι απερίσπαστοι· και την πρόχειρη τροφή από την τροφή με καρυκεύματα, για να μην επαναστατούν τα πάθη εναντίον τους, εκπληρώνοντας την ανάγκη του σώματος με ό,τι τροφή πρόχειρα τύχαινε. Αδιαφόρησαν για ενδύματα μαλακά και όχι απαραίτητα, σαν επινόηση ανθρώπινης πολυτέλειας, και φόρεσαν ακαλλώπιστη και απλή στολή για την ανάγκη του σώματος· σκέφθηκαν ότι είναι άσχετο με τη φιλοσοφία, η φροντίδα για τα ουράνια να στρέφεται σ' εκείνα που βρίσκονται χαμηλά και που τα βρίσκουν και τα θηρία πρόχειρα. Δεν γνώρισαν τον κόσμο, επειδή είχαν βγει έξω από τα ανθρώπινα πάθη. Δεν υπήρχε μεταξύ τους πλεονέκτης ή αδικούμενος από πλεονεξία των άλλων. Δεν υπήρχε μεταξύ τους κανείς να σέρνει στα δικαστήρια, ούτε κανείς να τον πηγαίνουν στα δικαστήρια, γιατί ο καθένας είχε αδέκαστο δικαστή τη συνείδησή του. Δεν ήταν ο ένας πλούσιος και ο άλλος φτωχός, ούτε ο ένας να λιώνει από την πείνα και του άλλου να σπάει η κοιλιά από την πολυφαγία· γιατί αναπλήρωνε τη φτώχεια εκείνων που είχαν ανάγκη, η μεγαλοδωρία εκείνων που είχαν περισσεύματα. Και υπήρχε μεταξύ τους ισότητα και ισονομία, γιατί ανώτεροι εξισώνονταν θεληματικά με τους κατώτερους και είχε εξοριστεί η ανισότητα από ανάμεσά τους. Ή μάλλον ούτε τότε υπήρχε ισότητα, γιατί έφερε ανισότητα η προθυμία εκείνων που φρόντιζαν και ταπεινώνονται περισσότερο, όπως κάνει τώρα η μανία εκείνων που φιλονεικούν για μεγαλύτερη δόξα. Είχε πεταχτεί έξω ο φθόνος· είχε εξοριστεί η συκοφαντία· είχε φυγαδευτεί η κενοδοξία· είχε εξοντωθεί η υπερηφάνεια· είχαν καταργηθεί όλες οι αφορμές της διχόνοιας και της διαφωνίας. Απέναντι στα ισχυρότερα πάθη ήταν σαν νεκροί και αναίσθητοι. Ούτε όνειρο φαντασίας αυτών των παθών δεν είχαν, γιατί εξαρχής είχαν αποστραφεί και αυτή την ενθύμησή τους, και από την καθημερινή άσκηση και επιμονή είχαν φτάσει σ' αυτή την καλή συνήθεια. Και γενικά ήταν λύχνοι που φώτιζαν μέσα στο σκοτάδι και αστέρια ακίνητα που φώτιζαν τη σκοτεινή νύχτα του βίου και προβλήτες λιμένων, απρόσβλητοι αυτοί από την τρικυμία, αποδεικνύοντας σε όλους ότι είναι εύκολο να διαφεύγουν χωρίς βλάβη τις προσβολές των παθών. 


Αλλά η ακριβής εκείνη ζωή και ουράνια διαγωγή, σαν εικόνα που αλλοιώνεται σιγά-σιγά όταν αντιγράφεται, από αμέλεια των αντιγραφέων έφτασε στην τέλεια ανομοιότητα και κατάντησε τελείως διαφορετική από το πρωτότυπο. Επειδή εμείς που σταυρωθήκαμε για τον κόσμο και χωριστήκαμε από το βίο και αρνηθήκαμε ότι είμαστε άνθρωποι και αγωνιζόμαστε με την απάθεια να γίνομε όμοιοι με τους Αγγέλους, γυρίσαμε πίσω και με βιοτικά έργα και αξιοκατηγόρητες αποκτήσεις συσκοτίζομε την ακρίβεια εκείνων που αποκτήσαμε με την ενάρετη ζωή μας· και εκείνους που πρέπει να τιμώνται για την αρετή τους, κάνομε να δυσφημούνται και να κακολογούνται με την απροσεξία μας. Την λαβή του αλετριού την κρατάμε, με το να φορούμε το σεμνό σχήμα, δεν είμαστε όμως κατάλληλοι για την Βασιλεία των Ουρανών, γιατί στραφήκαμε πίσω και είμαστε με μεγάλη επιμέλεια προσηλωμένοι σ' εκείνα που έχομε χρέος να λησμονήσομε. Δεν φροντίζομε για την ανέξοδη και πρόχειρη ζωή, ούτε θεωρούμε την ησυχία χρήσιμη για να απαλλαγούμε από τους παλιούς μολυσμούς μας της αμαρτίας, αλλά προτιμούμε ένα πλήθος πραγμάτων που είναι ανώφελο στον πραγματικό σκοπό μας· και η επιθυμία της ύλης νίκησε τις σωτήριες συμβουλές. Ο Κύριος διατάζει να απομακρυνόμαστε τελείως από την φροντίδα των επιγείων και να ζητούμε μονάχα την Βασιλεία των Ουρανών. Εμείς φροντίζοντας να βαδίζομε τον αντίθετο δρόμο, δεν λογαριάσαμε τις εντολές του Χριστού. Και αφού απομακρυνθήκαμε από εκείνη την φροντίδα, βάλαμε τις ελπίδες μας στα δικά μας χέρια. Εκείνος λέει: "Παρατηρήστε τα πουλιά στον ουρανό, ούτε σπείρουν, ούτε θερίζουν, ούτε μαζεύουν τρόφιμα σε αποθήκες και ο ουράνιος Πατέρας σας τα τρέφει. Και πάλι παρατηρήστε τα άνθη πως φυτρώνουν μόνα τους στο χωράφι· δεν κοπιάζουν, ούτε γνέθουν". Επίσης εμπόδισε του Αποστόλους να φέρουν σακκούλι και πορτοφόλι και ραβδί, όταν τους έστειλε για ευεργεσία των ψυχών των ανθρώπων, ώστε να ακολουθούν μόνο την αληθέστατη υπόσχεση που τους έδωσε λέγοντας: "Ο εργάτης έχει δικαίωμα να παίρνει την τροφή του". Γιατί γνώριζε ο Κύριος ότι η υπόσχεσή Του είναι βεβαιότερη από την δική μας φροντίδα. 


Εμείς όμως, όση γη μπορούμε να αποκτήσομε, δεν την αφήνομε· και αγοράζομε κοπάδια προβάτων και βόδια να οργώνουν τη γη, ζηλευτά για το σχήμα και το μέγεθός τους, και όνους καλοθρεμμένους· τα πρόβατα για να μας προμηθεύουν άφθονο μαλλί για τις ανάγκες μας, ενώ τα βόδια να μας υπηρετούν στην καλλιέργεια της γης και να δίνουν τροφή σ' εμάς και χόρτο στον εαυτό τους και στα άλλα ζώα, και τα υποζύγια να μεταφέρουν από άλλες χώρες εκείνα που λείπουν από τη δική μας, για να έχομε καρυκεύματα για την τροφή μας και να αυξάνουν για μας τον απολαυστικό βίο. Εκτός από αυτό, από τις τέχνες προτιμούμε τις πλουσιότερες που δε δίνουν διόλου καιρό να θυμόμαστε το Θεό, αλλά τραβούν σ' αυτές όλη την επιμέλεια και έτσι-όπως φαίνεται- κατηγορούμε τον κηδεμόνα (Θεό),ως ασθενή, ή τον εαυτό μας για την πρωτυτερινή μας ομολογία. Γιατί και αν δεν το ομολογούμε αυτό με τα λόγια, μας ελέγχουν τα πράγματα, με το να χαιρόμαστε με τον τρόπο ζωής των κοσμικών, όταν κάνομε τα ίδια μ' εκείνους και κατατριβόμαστε περισσότερο με τις σωματικές δραστηριότητες. 


Έτσι οι πολλοί νομίζουν ότι η ευσέβεια είναι πηγή υλικού πλουτισμού, και ότι για τίποτε άλλο δε διάγομε τον άλλοτε αμέριμνο και ήσυχο βίο, παρά για να αποφύγομε με την πλαστή θεοσέβεια τις κοπιαστικές εργασίες και να έχομε ευκαιρία να απολαμβάνομε ανεμπόδιστα εκείνα που μας φαίνονται καλά. Καυχιόμαστε με πολλή αλαζονεία και αδιαντροπιά κατά των αφελεστέρων, και κάποτε και κατά των ανωτέρων, νομίζοντας ότι ο ενάρετος βίος είναι υπόθεση τυραννίας και όχι ταπεινώσεως και επιείκειας. Γι' αυτό και εκείνοι οι οποίοι έπρεπε να μας σέβονται, μας βλέπουν σαν τυχαίο όχλο. Ανακατωνόμαστε μάλιστα στις αγορές με κάθε είδους ανθρώπους μη έχοντας τίποτε εξαιρετικό-όπως έπρεπε- από τους άλλους, αλλά μόνο από το σήμα και όχι από τη ζωή θέλομε να γνωριζόμαστε. Και ενώ αποφεύγομε τους κόπους της αρετής, επιθυμούμε με μανία τη δόξα για τους ασκητικούς κόπους και παρουσιάζομε το ψεύδος σαν αλήθεια. 


Ντύνεται κάποιος σήμερα το σεμνό σχήμα των μοναχών και χωρίς ακόμα να ξεπλύνει τους μολυσμούς της ψυχής ή να σβήσει από τον νου του τα χαραγμένα σημάδια των παλιών αμαρτημάτων του, ενώ ασελγαίνει ακόμη με τις φανταστικές εικόνες των ανομημάτων, χωρίς ακόμη να καταρτίσει το χαρακτήρα του σύμφωνα με τη μοναχική υπόσχεση, ούτε να γνωρίσει ποιος είναι ο σκοπός της κατά Θεόν φιλοσοφίας, παίρνει αμέσως υψηλό φαρισαϊκό φρόνημα και έχει μεγάλη ιδέα για τον εαυτό του, επειδή έγινε μοναχός. Και περιφέρεται δείχνοντας εργαλεία, των οποίων την τέχνη δεν έχει μάθει. Και υπόσχεται με το φαινόμενο σχήμα του ότι κατέχει επιστήμη, την οποία ούτε με την άκρη των χειλιών δεν γεύθηκε. Και είναι σκόπελος αντί λιμάνι, και αντί ναός, είναι τάφος ασβεστωμένος, και αντί πρόβατο, λύκος καταστρεπτικός για εκείνους που δελεάζονται απ' αυτόν. 


Όταν οι τέτοιοι δραπετεύσουν από τα μοναστήρια, επειδή δεν υποφέρουν την αυστηρότητα της μοναχικής ζωής, γλεντοκοπάνε στις πόλεις· τότε λοιπόν, από την ανάγκη της πείνας, περιφέρουν την εξωτερική μορφή της ευσέβειας σαν δόλωμα και όλα τα υπομένουν για την ανάγκη να φάνε, γιατί τίποτε άλλο δεν είναι πιο βιαστικό και πιεστικό από την πείνα, η οποία εφευρίσκει διάφορα τεχνάσματα για εκείνους που πιέζονται απ' αυτή και μάλιστα όταν συνυπάρχει η αργία. Τότε η σκέψη προχωρεί μελετημένα και με περισσότερη πανουργία. Προσφέρουν λοιπόν το σεβασμό τους στις πόρτες των πλουσίων, όχι λιγότερο από τους παράσιτους κόλακες. Στις αγορές τρέχουν δουλικά μπροστά τους και παραμερίζουν όσους τους πλησιάζουν. Σπρώχνουν όλους, για να περάσουν εύκολα οι πλούσιοι· και αυτά όλα για να τους κάνουν τραπέζι, γιατί δεν έχουν μάθει να τιμωρούν την ηδονή από τα νόστιμα φαγητά, ούτε θέλησαν σαν τον Μωυσή να φέρουν πάσσαλο στη ζώνη τους για να σκάβουν και να σκεπάζουν την ακαθαρσία τους. Γιατί αν είχαν αυτό το πάσσαλο, θα γνώριζαν ότι κανόνας κάθε ηδονής φαγητών είναι η πείνα και ότι η πρόχειρη τροφή που ικανοποιεί την ανάγκη του σώματος σκεπάζει τις ασχήμιες της άκαιρης επιθυμίας. 


Γι' αυτό, το όνομα του Θεού βλασφημείται κι ο περιπόθητος μοναχικός βίος έγινε σιχαμερός και η αρετή εκείνων που πράγματι ζουν ενάρετα θεωρείται απάτη. Και επιβαρύνονται οι πόλεις από τέτοιους μοναχούς, που περιέρχονται σ' αυτές μάταια, κι ενοχλούνται εκείνοι που μένουν στα σπίτια τους, κι αηδιάζουν και να τους βλέπουν ακόμα να παραμένουν μπροστά στις πόρτες αδιάντροπα και από τους ζητιάνους. Πολλοί που έγιναν δεκτοί σε σπίτια, αφού υποκρίθηκαν ευλάβεια και έκρυψαν κάτω από το ψεύτικο πρόσωπο της υποκρίσεως τον κακούργο σκοπό τους, ύστερα έκλεψαν εκείνους που τους φιλοξένησαν, ώστε να διασπείρουν παντού την κατηγορία κατά του μοναχικού βίου. Αυτοί λοιπόν που κάποτε δίδασκαν τη σωφροσύνη, διώχνονται από τις πόλεις σαν επικίνδυνοι και σαν μολυσμένοι, όχι λιγότερο παρά αν ήταν λεπροί. Και θα προτιμούσε κανείς να εμπιστευτεί ληστές και κλέφτες παρά μοναχούς, σκεπτόμενος ότι ευκολότερα μπορεί να προφυλαχτεί από την φανερή κακουργία παρά από την ενέδρα της υποκριτικής αξιοπιστίας. 


Οι τέτοιοι μοναχοί ούτε καν άρχισαν να σέβονται το Θεό, ούτε γνωρίζουν το κέρδος της ησυχίας, αλλά από κάποια ανάγκη ίσως έγιναν μοναχοί χωρίς να το σκεφθούν, θεωρώντας βιοποριστικό επάγγελμα τον μοναχισμό. Και νομίζω θα ήταν πιο αξιοσέβαστη η επιχείρησή τους, αν δεν γύριζαν σε όλες τις πόρτες, αλλά να πρόβαλαν το σχήμα τους κίνητρο ευσπλαχνίας για μεγαλύτερο κέρδος και για καταβολή της αναγκαίας για τις σωματικές ανάγκες φορολογίας. Είναι άδηλο αν η χαύνωση όσων ζούμε με τρυφή δημιούργησε τις άμετρες επιθυμίες και είναι δύσκολο να θεραπεύσει κανείς όσους έχουν ανίατη ασθένεια. Πώς να εξηγήσει κανείς τη χρησιμότητα της υγείας σε κείνους που δεν ήταν ποτέ υγιείς, αλλά από τα σπάργανα ακόμη ανατράφηκαν με τη φθίση; Και το νομίζουν αυτό ατύχημα της φύσεως, γιατί το έχον συνηθίσει και σκέφτονται ότι δεν είναι καθόλου αφύσικο αυτό. Έτσι είναι περιττός κάθε λόγος για διόρθωση, όταν η επιμέλεια αυτών που θα τον ακούσουν έκλινε προς το χειρότερο και είναι αντίθετη στη συμβουλή. Και μάλιστα όταν η ελπίδα του κέρδους τρέφει την επιθυμία, το πάθος φράζει τελείως την ακοή προς τις συμβουλές για σωφρονισμό, ώστε αυτές να μη βρίσκουν είσοδο, αφού η διάνοια έχει στραφεί προς την επιθυμία του κέρδους ακόμη και αν αυτό προξενεί ντροπή. 


Εμείς όμως αγαπητοί, οι οποίοι για τον πόθο της αρετής νομίζομε ότι αρνηθήκαμε το βίο και τις κοσμικές επιθυμίες και υποσχεθήκαμε να ακολουθούμε το Χριστό, γιατί πάλι ανακατευόμαστε με τις απασχολήσεις του βίου και κτίζομε κακώς εκείνα τα οποία καλώς κατεδαφίσαμε πρωτύτερα; Γιατί συμμετέχομε στην κακή γνώμη εκείνων που δεν ζουν όπως πρέπει το μοναχισμό και ανάβομε τις ορέξεις των ασθενέστερων με την φροντίδα μας για τα μάταια; Γίναμε για τους απλούστερους υπόδειγμα πλεονεξίας. Από τον Κύριο έχομε εντολή να φροντίζομε για κείνους που μπορούν να γλυστρήσουν εύκολα και όχι να τους ερεθίζομε, και να βάζομε πρώτο όχι εκείνο που μας αρέσει, αλλά εκείνο που είναι ωφέλιμο σ' αυτούς μήπως αλλιώς ακολουθώντας τις αδιάκριτες ορμές μας, κάνομε τους απλούστερους να σκοντάψουν και γίνομε γι' αυτούς υπόδειγμα αγάπης για τα γήινα. Γιατί έχομε για μεγάλο πράγμα την ύλη, την οποία έχομε διδαχτεί να καταφρονούμε, και είμαστε προσηλωμένοι στα χρήματα και στα κτήματα, και διαμοιράζομε τον νου μας σε πολλές και ανώφελες φροντίδες; Η απασχόλησή μας μ' αυτές μας απομακρύνει από την επιμέλεια των θείων και μας κάνει να παραμελούμε την ψυχή μας, επίσης οδηγεί σε μεγάλο βάραθρο εκείνους που είναι προσκολλημένοι στα βιοτικά πράγματα και νομίζουν ότι είναι λαμπρή και ανώτατη ευτυχία η απόλαυση του πλούτου, όταν βλέπουν αυτούς που υπόσχονται να φιλοσοφούν και που καυχιούνται ότι είναι ανώτεροι των ηδονών, να φροντίζουν για τα κοσμικά περισσότερο από ό,τι εκείνοι. Κανένα άλλο πράγμα δεν οδηγεί αναπόφευκτα στην κόλαση, όσο το να κάνει κανείς και άλλους μιμητές των αμαρτιών του, γιατί η απώλεια εκείνων που μιμήθηκαν γίνεται προσθήκη τιμωρίας σ' εκείνον που δίδαξε το κακό. Και σ' εκείνους που δεν απέφυγαν τι μίμηση των αισχρών, δεν θα είναι μικρή η καταδίκη, γιατί έγιναν και αυτοί δάσκαλοι κακών. Εκείνοι όμως που σκέφθηκαν ορθά, απέφυγαν με σωφροσύνη τη μίμηση του κακού κρίνοντας ότι αυτή είναι επονείδιστη. 


Γι' αυτό κανείς να μην αποστρέφεται τα λεγόμενα. Ή διορθώστε όσα γίνονται κακώς εξαιτίας της αδιαφορίας των πολλών και ντροπιάζουν το μοναχικό όνομα, ή παρατήστε και το όνομα. Αν πρόκειται να φιλοσοφήσετε κατά Θεόν, είναι περιττά τα κτήματα, γιατί η κατά Θεόν φιλοσοφία απαιτεί αποξένωση και απ' αυτό το σώμα για χάρη της καθαρότητας της ψυχής. Αν μερικοί φροντίζουν πολύ να αποκτήσουν υλικά αγαθά και να απολαμβάνουν τις απολαύσεις του βίου, γιατί υπερηφανεύονται για φιλοσοφία με τα λόγια, αφού με τα έργα την αρνούνται και διαπράττουν πράξεις ξένες στο μοναχικό σχήμα, καλυμμένοι με σεμνές ονομασίες; 


Έπειτα δεν είναι ντροπή να κατηγορούμαστε από τους υποδεεστέρους, τους οποίους ονομάζομε κοσμικούς, για παράβαση των εντολών του Σωτήρα μας και να διδασκόμαστε τις εντολές που παραβαίνομε από εκείνους που έπρεπε να μαθαίνουν από εμάς; Όταν φιλονικούμε και μας λένε οι κοσμικοί: "Ο δούλος του Κυρίου δεν πρέπει να φιλονικεί, αλλά να είναι ήπιος σε όλους", και όταν φιλονικούμε για χρήματα ή κτήματα και μας λένε: "Όποιος θέλει να πάρει το πουκάμισό σου, άφησέ τον να σου πάρει και το επανωφόρι", τι άλλο κάνουν, παρά μας περιπαίζουν, μας διακωμωδούν και μας χλευάζουν για την αντίθεση της διαγωγής μας προς το σχήμα του μοναχού; Γιατί κατ' ανάγκη θα αγωνιζόμαστε όταν διεκδικούμε κτήματα και θα κάνομε όσα χρειάζεται η επίβλεψή τους: έβγαλε κάποιος το σύνορο του αμπελιού και το τοποθέτησε στο δικό του, άλλος άφησε ελεύθερο και μας έκανε ζημιά, άλλος αποτράβηξε το νερό που πότιζε τον κήπο μας. Πρέπει λοιπόν να λυσσάξομε και να γίνομε χειρότεροι από τους τρελούς, μαλώνοντας για καθένα από αυτά, και να προσηλώσομε στα δικαστήρια το νου μας, ο οποίος οφείλει να ασχολείται με τη θεωρία των όντων και να μεταβάλομε τη θεωρητική του δύναμη σε πραγματική πανουργία ώστε να επιτύχομε την αφθονία εκείνων που σε τίποτε δεν μας χρησιμεύουν. 


Γιατί θέλομε να οικειοποιηθούμε τα ξένα και κατασκευάζομε για τους εαυτούς μας βαριά τα δεσμά της ύλης και δεν ακούμε εκείνον που ελεεινολογεί τους τέτοιους ανθρώπους; Γιατί λέει ο προφήτης: "Αλλοίμονο σ' εκείνον που μαζεύει αυτά που δεν του ανήκουν και βαραίνει πολύ τον κλοιό του". Αν είναι ελαφροί οι διώκτες μας, όπως λέει ο προφήτης: "Έγιναν ελαφροί εκείνοι που σας καταδιώκουν πιο πολύ από τους αετούς του ουρανού", ενώ εμείς επιβαρύνουμε τους εαυτούς μας με κοσμικά πράγματα, είναι φανερό ότι θα βαδίζομε το δρόμο πιο αργά, και εύκολα θα μας προφτάσουν οι εχθροί, τους οποίους ο Παύλος μας δίδαξε να αποφεύγομε λέγοντας: "φεύγετε την πλεονεξία". Ακόμη και οι ευκίνητοι που τρέχουν για το βραβείο, αν δεν βάλουν τα δυνατά τους, δεν φτάνουν στο τέρμα, γιατί οι εχθροί τρέχουν πιο γρήγορα. 


Μεγάλο εμπόδιο σ' εκείνους που βιάζονται για την αρετή είναι η εμπαθής κλίση προς τα κοσμικά πράγματα, η οποία πολλές φορές φέρνει καταστροφή και στην ψυχή και στο σώμα. Τι ήταν αυτό που οδήγησε στην καταστροφή τον Ναβουθέ τον Ισραηλίτη; Δεν καταστράφηκε εξαιτίας του αμπελιού του από φθόνο του γείτονά του Αχαάβ; Τι έκανε τις δυόμιση φυλές να μείνουν έξω από τη γη της επαγγελίας, παρά το πλήθος των κτηνών; Τι χώρισε τον Λώτ από τον Αβραάμ; Δεν ήταν το πλήθος των κοπαδιών, που κίνησαν τους ποιμένες σε συνεχείς φιλονεικίες και τους χώρισαν τελείως; 


Αν λοιπόν τα κτήματα και σε φθόνο ερεθίζουν, και αποκλείουν από τα σπουδαιότερα εκείνους που τα έχουν, και τη συγγένεια την κόβουν, και τους φίλους τους κάνουν εχθρούς, και προς τη μέλλουσα ζωή κανένα κοινό δεν έχουν, και για τη σωματική ζωή σε τίποτα το σπουδαίο δεν χρησιμεύουν, γιατί απομακρυνόμαστε από την υπηρεσία του Θεού και κυριευόμαστε από την ματαιότητα; Μήπως εμείς είμαστε εκείνοι που κατορθώνουμε, ό,τι χρειαζόμαστε για τη ζωή μας; Ο Θεός είναι που την οικονομεί. Η ανθρώπινη επιμέλεια, αν δεν έχει και τη βοήθεια του Θεού, κατ' ανάγκην αποτυγχάνει στο σκοπό της»· η οικονομία όμως του Θεού και χωρίς τη συνεργασία του ανθρώπου τέλεια παρέχει τα αγαθά. Τι ωφέλησε η επιμέλεια εκείνους, στους οποίους έλεγε ο Θεός: "Σπείρατε πολλά και μαζέψατε λίγα, και τα φύσηξα και έφυγαν από τα χέρια σας"; Αλλά και τι έλειψε από τα αναγκαία σ' εκείνους που έζησαν ενάρετα, χωρίς να φροντίσουν διόλου γι' αυτά; Δεν τρεφόταν οι Ισραηλίτες στην έρημο σαράντα χρόνια χωρίς να καλλιεργούν τη γη; Και δεν έλαβαν ανάγκη από τροφή, αλλά η θάλασσα έβγαζε παράδοξη τροφή τα ορτύκια και ο ουρανός έβρεχε ασυνήθιστη και παράξενη τροφή, το μάννα. Επίσης, βράχος ξερός και χωρίς καμία υγρασία ράγισε και έβγαζε άφθονο νερό, ενώ τα ρούχα και τα παπούτσια τους υπηρετούσαν όλο τον καιρό χωρίς να παλιώνουν. Με ποια καλλιέργεια της γης τρεφόταν ο Ηλίας στο χείμαρρο; Δεν του έφερναν τα κοράκια τροφή; Και όταν πήγε στα Σάρεφθα, μια φτωχή χήρα δεν του έδωσε ψωμί, αφού το πήρε από το στόμα των παιδιών της, για να φανερωθεί ότι η αρετή είναι προτιμότερη και από τα μητρικά σπλάχνα; 


Αυτά είναι παράδοξα, αλλά και εύλογα και πρέποντα· γιατί είναι δυνατό και χωρίς τροφή να ζήσει κανείς, όταν θέλει ο Θεός. Πως η Ηλίας βάδιζε σαράντα ημέρες με τη δύναμη ενός φαγητού που έφαγε; Και πως ο Μωυσής πέρασε ογδόντα ημέρες πάνω στο όρος επικοινωνώντας με το Θεό χωρίς να φάει ανθρώπινη τροφή; Ύστερα από σαράντα ημέρες κατέβηκε από το όρος και επειδή θύμωσε που οι Ισραηλίτες είχαν κάνει ένα είδωλο μόσχου, έσπασε τις πλάκες του νόμου»· ανέβηκε κατόπιν στο όρος όπου έμεινε άλλες σαράντα ημέρες και αφού πήρε από το Θεό δεύτερες πλάκες, κατέβηκε στο λαό. Ποια ανθρώπινη σκέψη μπορεί να εξηγήσει αυτό το θαύμα; Πως η ρευστή ανθρώπινη φύση βάσταξε να κινείται τόσο καιρό, χωρίς να αναπληρώνεται η δύναμη που ξοδευόταν κάθε μέρα; Λύνει αυτή την απορία ο θείος λόγος που λέει: "O άνθρωπος δε θα ζήσει μόνο με ψωμί, αλλά με κάθε λόγο που βγαίνει από το στόμα του Θεού". 


Γιατί λοιπόν την ουράνια ζωή την κατεβάζομε στη γη και βουλιάζομε στις υλικές ταλαιπωρίες; Και ντυνόμαστε κόπρο εμείς που άλλοτε φορούσαμε πορφύρα, όπως έλεγε θρηνώντας ο Ιερεμίας για μερικούς. Γιατί όταν αναπαυόμαστε επάνω σε λαμπρές και φλογερές σκέψεις, ντυνόμαστε με πορφύρα· και όταν αφήσομε την κατάσταση αυτή και ασχολούμαστε με τα γήινα τότε ντυνόμαστε με κόπρο. Γιατί αφήσαμε την ελπίδα προς το Θεό και στηριζόμαστε στη δύναμή μας, και την πρόνοια του Κυρίου την αποδίδομε στα δικά μας χέρια; Αυτό, δηλ. το να βάλει το χέρι του στο στόμα και να τα φιλήσει, ο Ιώβ καταράστηκε να του καταλογισθεί ως μεγάλη αμαρτία. Εμείς όμως δεν φοβόμαστε να το κάνομε. Γιατί συνηθίζουν πολλοί να φιλούν τα χέρια τους λέγοντας ότι από αυτά έχουν την ευπορία τους. Γι' αυτούς κάνει υπαινιγμό ο Μωσαϊκός Νόμος και λέει: «Όποιος βαδίζει με τα χέρια είναι ακάθαρτος· και όποιος βαδίζει διαπαντός με τα τέσσερα, είναι ακάθαρτος». Βαδίζει με τα χέρια εκείνος που βασίζεται στα χέρια και σ' αυτά έχει όλη την ελπίδα του. Βαδίζει στα τέσσερα εκείνος που έχει την πεποίθησή του ότι στα αισθητά πράγματα και διαρκώς σ' αυτά στρέφει το νου του. Και πολλά πόδια έχει εκείνος που τριγυρίζει στενά γύρω από τα σωματικά. Γι' αυτό και ο σοφός συγγραφέας των Παροιμιών ούτε δύο πόδια δε θέλει να έχει ο τέλειος, αλλά ένα και αυτό σπάνια να κινείται στα σωματικά πράγματα, γιατί λέει: «Σπάνια να βάζεις το πόδι σου στο σπίτι του φίλου σου, μήπως χορτάσει και σε μισήσει». Αν εκείνος που σπάνια ενοχλεί το Χριστό για τις ανάγκες του σώματος (αυτός είναι ο σκοπός των φίλων αυτού του είδους- όπως έλεγε στους μαθητές Του ο Σωτήρας: «Εσείς είστε φίλοι μου»), γίνεται μισητός αν το κάνει αυτό συχνότερα, τι άραγε θα πάθει και πως δε θα είναι σιχαμερός εκείνος που διαρκώς απασχολείται με τις ανάγκες του και δε σηκώνεται ποτέ προς την όρθια ζωή, αφού δεν έχει σκέλη ώστε να πηδά πάνω από τη γη; 


Τα σκέλη όταν είναι ενωμένα δέχονται όλο τον όγκο του σώματος και όταν λίγο προσεγγίσουν τη γη κάνουν αμέσως το σώμα να αναπηδάει ψηλά. Έτσι ο λογισμός που διακρίνει τα πράγματα της φύσεως, αφού λίγο ταπεινωθεί για την ανάγκη του σώματος, γρήγορα πάλι σηκώνει ψηλά ελαφρό το φρόνημα, χωρίς καθόλου να σηκώνει μαζί και τους χοϊκούς λογισμούς. Και το να έχουν ορθά τα σκέλη ανήκει σ' εκείνους που δεν επιδιώκουν συνεχώς τις απολαύσεις και δεν είναι χαμηλά, ανήκει όμως και στις άγιες αγγελικές δυνάμεις, γιατί δεν έχουν διόλου ανάγκη από τα σωματικά ούτε από τη συγκατάθεση προς αυτά. Αυτό φανερώνοντας ο μέγας Ιεζεκιήλ, έλεγε: «Ήταν ορθά τα σκέλη τους και τα πόδια τους φτερωτά». Μ΄αυτό δηλώνει το αμετακίνητο της προαιρέσεως και την ταχυκινησία των αγίων δυνάμεων προς τα νοητά. Όσο για τους ανθρώπους, φτάνει να έχουν σκέλη που λυγίζουν, και άλλοτε να χρησιμεύουν στις ανάγκες του σώματος και άλλοτε στις υψηλές ενασχολήσεις της ψυχής. Και η ψυχή, για τη συγγένεια με τις ουράνιες δυνάμεις να καταγίνεται με τα ουράνια μαζί με εκείνες, για τη συγγένεια με το σώμα να στρέφει τόσο τη φροντίδα της στη γη, όσο απαιτεί η ανάγκη. Να σύρεται όμως διαρκώς σε ετοιμασίες για απολαύσεις, είναι πράγματι ακάθαρτο και δεν αρμόζει σε άνθρωπο που έχει πείρα λογικής γνώσεως. Όπως είδαμε, ο Νόμος ονόμασε ακάθαρτο όχι εκείνον που απλώς βαδίζει με τα τέσσερα, αλλά εκείνον που διαπαντός βαδίζει με τα τέσσερα, γιατί έδωσε καιρό σ' εκείνους που βρίσκονται στο σώμα να κατεβαίνουν πρόσκαιρα για την ανάγκη του σώματος. 


Γιατί και ο Ιωνάθαν, πολεμώντας με τον Ναάς τον Αμμανίτη, νίκησε αφού περπάτησε με τα τέσσερα, επειδή έτσι υπηρέτησε μόνο την ανάγκη της φύσεως. Γιατί έπρεπε εκείνος που πολεμά με το φίδι που σέρνεται με το στήθος- έτσι ερμηνεύεται το Ναάς- να εξομοιωθεί πρόσκαιρα μ' εκείνο βαδίζοντας με τα τέσσερα. Και κατόπιν, αφού σηκώθηκε στο φυσιολογικό του, τον έκανε υποχείριο με μεγάλη ευκολία. Αλλά και η ιστορία του Ιεβοσθέ δεν μας διδάσκει να μην είμαστε προσηλωμένοι στα σωματικά, ούτε να εμπιστευόμαστε στην αίσθηση τη φρούρησή μας; Ο Ιεβοσθέ λοιπόν ήταν βασιλιάς και αναπαυόταν στο δωμάτιό του και την φύλαξή του την ανέθεσε σε γυναίκα θυρωρό. Όταν έφτασαν οι άνδρες του Ριχάβ και βρήκαν τη γυναίκα να καθαρίζει σιτάρι και να νυστάζει, μπήκαν κρυφά και σκότωσαν τον Ιεβοσθέ, ο οποίος επίσης κοιμόταν. Έτσι όλα πέφτουν στον ύπνο, και ο νους και η ψυχή και η αίσθηση, όταν επικρατούν τα σωματικά. Γιατί το να καθαρίζει ο θυρωρός σιτάρι φανερώνει την απασχόληση της διάνοιας στα σωματικά, ώστε να φροντίζει γι΄αυτά με επιμέλεια και όχι σαν να είναι πάρεργο. Και από τη διήγηση είναι φανερό ότι το γεγονός αυτό δεν το εννοεί η Γραφή κατά γράμμα. Γιατί αλλιώς, πως ένας βασιλιάς είχε γυναίκα θυρωρό μόνο, ενώ θα έπρεπε να φρουρείται από πλήθος στρατιωτών και να έχει γύρω του όλη την ακολουθία που αρμόζει στο αξίωμά του; Ή, πως ήταν τόσο φτωχός, ώστε η θυρωρός του να καθαρίζει σιτάρι; Αλλά πολλές φορές με την ιστορία αναμιγνύεται το παράλογο, για χάρη της αλήθειας εκείνων που κρύβονται κάτω απ' αυτήν. Έτσι ο νους του κάθε ανθρώπου, σαν βασιλιάς, μένει κάπου μέσα του και έχει θυρωρό των αισθήσεων τη διάνοια, η οποία όταν παραδώσει τον εαυτό της στα σωματικά- σωματικό είναι και το καθάρισμα του σιταριού-, εύκολα τότε οι εχθροί μπαίνουν κρυφά και θανατώνουν το νου. Γι' αυτό ο μέγας Αβραάμ δεν εμπιστεύθηκε τη φύλαξη της θύρας σε γυναίκα, επειδή ήξερε ότι εύκολα απατάται η αίσθηση και ότι όταν αυτή ευχαριστείται από τη θέα των αισθητών, διχάζει το νου και τον πείθει να μετάσχει και αυτός στα τερπνά, ακόμη και αν η συμμετοχή είναι καθαρά επικίνδυνη. Αλλά κάθησε αυτός ο ίδιος. Και στα θεία νοήματα είχε ανοικτή την είσοδο, την είχε όμως κλειστή στις κοσμικές φροντίδες. 


Τι κερδίζομε στη ζωή μας από την ματαιοπονία για τα υλικά; Κάθε κόπος του ανθρώπου δεν πηγαίνει στο στόμα του, καθώς λέει ο Εκκλησιαστής; Τροφές και σκεπάσματα, κατά τον Απόστολο, είναι αρκετά για την συντήρηση της ταλαίπωρης σάρκας. Γιατί λοιπόν κάνομε έργα χωρίς τέλος και κοπιάζομε στον αέρα, όπως λέει ο Σολομών και εξαιτίας της φροντίδας για τα γήινα εμποδίζομε την ψυχή από την απόλαυση των θείων αγαθών και περιποιούμαστε και περιθάλπομε τη σάρκα παραπάνω από όσο πρέπει; Μ΄αυτό τον τρόπο την τρέφομε και την κάνομε εχθρό που μας πολεμά από πολύ κοντά, ώστε όχι μόνο αμφίβολη γι' αυτήν να μην είναι η μάχη, αλλά και να αγωνίζεται ρωμαλέα και από πλεονεκτική θέση κατά της ψυχής και να αποβλέπει σε τιμές και στεφάνια. Ποια είναι η ανάγκη του σώματος, ώστε με την πρόφασή της επεκτείνομε την επιθυμία χωρίς τέλος; Πάντως τίποτε άλλο, από ψωμί και νερό. Ύστερα οι πηγές δεν δίνουν άφθονο το νερό, και το ψωμί δεν μπορεί κανείς εύκολα να το προμηθευτεί όταν έχει χέρια; Και μπορούμε να έχομε τέτοια εργασία, που να εκπληρώνεται η ανάγκη του σώματος με λίγο ή καθόλου περισπασμό. Αλλά μήπως το ένδυμα έχει μεγάλη φροντίδα; Ούτε αυτό, αν δεν αποβλέπομε στη μωρία του συρμού, αλλά μόνο στην ανάγκη. Ποιά αραχνοϋφαντα ενδύματα, ποια λινά ή βαμμένα με πορφύρα ή μεταξωτά φόρεσε ο πρώτος άνθρωπος; Δεν τους έντυσε με δέρματα ο Δημιουργός και έδωσε εντολή να τρέφονται με χόρτα; Αυτά τα όρια έθεσε ο Δημιουργός για την ανάγκη του σώματος και έτσι διέταξε και εμπόδισε από την αρχή την σημερινή αχρειότητα του ανθρώπου. 


Πάντως δε λέω ότι και τώρα θα μας θρέψει όταν είμαστε ευσεβείς, Αυτός που τρέφει τα πουλιά του ουρανού, και ότι θα μας ντύσει Εκείνος που τα άνθη του αγρού περιβάλλει με τόση δόξα. Γιατί δεν είναι δυνατό να πείσω εκείνους που έχουν πολύ απομακρυνθεί από μια τέτοια πίστη. Όμως ποιος δεν θα δώσει τα αναγκαία σ' εκείνον που ζει ενάρετη ζωή, και μάλιστα και θα τον παρακαλέσει να τα πάρει; Όταν άνθρωποι βάρβαροι, οι Βαβυλώνιοι που κατέλαβαν με πόλεμο την Ιερουσαλήμ, σεβάστηκαν την αρετή του Ιερεμία και του πρόσφεραν άφθονα κάθε σωματική περιποίηση, και όχι μόνο τροφή του έδωσαν, αλλά και σκεύη που χρησιμεύουν για το φαγητό, πως δεν θα σεβαστούν τον ενάρετο βίο οι ομόφυλοι και καθαροί από κάθε βαρβαρική συμπεριφορά, που ξέρουν το καλό και είναι ζηλωτές της αρετής; Και αν δεν μπόρεσαν οι ίδιοι να εξασκήσουν την αρετή εξαιτίας της ανθρώπινης αδυναμίας, τιμούν ωστόσο την αρετή και θαυμάζουν τους αγωνιστές της. Ποιος έπεισε την Σουμανίτισσα να ετοιμάσει τόπο για ανάπαυση στον Ελισσαίο και να του βάλει τραπέζι και σκαμνί και λύχνο; Όχι η αρετή του Ελισσαίου; Και τι έπεισε τη χήρα εκείνη, ενώ η πείνα κατέστρεφε όλη τη χώρα, να προτιμήσει την περιποίηση του προφήτη παρά τη δική της ανάγκη; Πάντως αν δεν έμενε εκστατική μπροστά στην αρετή του προφήτη Ηλία, δε θα αφαιρούσε τη μικρή παρηγοριά που είχε για τη ζωή τη δική της και των παιδιών της για να την δώσει σ' εκείνον. Τον θάνατο από ασιτία που τον περίμενε εντός ολίγου, τον διάλεξε πρόωρα, με την μεγαλοδωρία της προς τον ξένο. 


Έφτασαν σ' αυτό το σημείο οι παραπάνω προφήτες με την γενναιότητά τους και με την επιμονή τους στους κόπους και με την καταφρόνησή τους προς τα πράγματα του βίου. Επειδή ζούσαν φτωχικά και πρόκοψαν ώστε από την ολιγάρκεια να φτάσουν στην κατάσταση να μη χρειάζονται τίποτε, πλησίασαν τις ασώματες Δυνάμεις. Και γι' αυτό, ενώ ήταν σωματικά αφανείς και ασήμαντοι, έγιναν δυνατότεροι από εκείνους που είχαν τα πρωτεία και κυβερνούσαν τους άλλους. Συνομιλούσαν με τόση παρρησία μ' εκείνους που φορούσαν το στέμμα, όσο ούτε αυτοί δε μιλούσαν στους υπηκόους τους. Σε ποια όπλα και σε ποια δύναμη βασιζόταν ο Ηλίας, όταν έλεγε στον Αχαάβ «δεν παρασύρω εγώ στο κακό το Ισραήλ, αλλά συ και ο οίκος του πατέρα σου»; Πως ο Μωυσής ερχόταν αντιμέτωπος του Φαραώ, χωρίς να έχει άλλο εφόδιο θάρρους, παρά μόνο την αρετή; Και πως ο προφήτης Ελισσαίος, ενώ ήταν μαζεμένος για πόλεμο ο στρατός των βασιλέων Ισραήλ και Ιούδα, έλεγε προς τον Ιωράμ (βασιλιά του Ισραήλ): «Ζει ο Κύριος των δυνάμεων, ενώπιον του Οποίου παρουσιάστηκα. Αν δεν ήταν για χάρη του Ιωσαφάτ, βασιλιά του Ιούδα, ουδέποτε θα έριχνα πάνω σου το βλέμμα μου, ούτε θα σε πρόσεχα». Δεν φοβήθηκε ο Ελισσαίος ούτε το στρατό που ήταν έτοιμος για πόλεμο, ούτε το θυμό του βασιλιά, ο οποίος σε καιρό πολέμου ήταν φυσικό να χρησιμοποιήσει μια παράλογη βία, καθώς ήταν συγχυσμένη η σκέψη του από την αγωνία. Μπορεί να κάνει ο βασιλιάς περισσότερο από ό,τι η αρετή; Ποιο βασιλικό ένδυμα έσχισε τον Ιορδάνη όπως η προβειά του προφήτη Ηλιού; Ποιο στέμμα θεράπευσε ασθένειες, όπως τα μαντήλια των Αποστόλων; Έλεγξε κάποτε ο προφήτης το βασιλιά που παρέβαινε το νόμο και ήταν μαζί με όλο το στρατό του. Θύμωσε ο βασιλιάς και άπλωσε το χέρι εναντίον του προφήτη. Όμως ούτε τον προφήτη έπιασε, ούτε το χέρι του μπόρεσε να το φέρει στη θέση του γιατί ήταν ξερό. Έγινε δηλαδή πόλεμος μεταξύ αρετής και βασιλικής δυνάμεως, και νίκησε η αρετή. Χωρίς να πολεμάει ο προφήτης η αρετή κατατρόπωνε τον αντίπαλο. Ήταν αργός ο αγωνιστής, αλλά η πίστη εργαζόταν. Οι σύμμαχοι του βασιλιά έκαναν την απονομή των βραβείων και το χέρι που στεκόταν ξερό μαρτυρούσε τη νίκη της αρετής. 


Όλα αυτά τα κατόρθωναν οι παραπάνω άγιοι, επειδή αποφάσισαν να ζουν μόνο για την ψυχή· το σώμα και τις ανάγκες του σώματος τις αποστρέφονταν, και τους έκανε μεγάλους το ότι δεν είχαν ανάγκη από τίποτε. Προτιμούσαν να αφήσουν το σώμα και να φύγουν απ΄αυτή τη ζωή, παρά να προδώσουν την τιμή και την υπεροχή της αρετής και να κολακέψουν για χάρη κάποιας σωματικής ανάγκης κανένα από τους πλουσίους. Εμείς όμως όταν έχομε ανάγκη από κάτι, εγκαταλείπομε το γενναίο αγώνα εναντίον των θλιβερών και τρέχομε στους πλουσίους, όπως τα σκυλάκια που κουνούν την ουρά χαρούμενα σ' εκείνους που τα ρίχνουν ένα γυμνό ίσως κόκκαλο ή λίγα κομματάκια ψωμιού· και τους αποκαλούμε ευεργέτες και προστάτες των χριστιανών, και λέμε ότι έχουν κάθε αρετή, ακόμη και αν βρίσκονται στα έσχατα της κακίας για να πετύχομε εκείνο που θέλομε. 


Δεν εξετάζομε με προσοχή τη διαγωγή και τη ζωή των αγίων, των οποίων δήθεν έχομε σκοπό να μιμηθούμε την αρετή. Ήρθε προς τον Ελισσαίο ο στρατηλάτης της Συρίας Νεεμάν με πολλά δώρα. Τι έκανε λοιπόν ο προφήτης; Άραγε τον προϋπάντησε; Άραγε έτρεξε προς αυτόν; Δεν φανέρωσε τη θέλησή του προς τον Νεεμάν μέσω ενός παιδιού; Ούτε το πρόσωπό του δέχθηκε να δει, για να μη νομιστεί ότι για χάρη των δώρων τον θεράπευσε. Αυτά τα είπαμε, όχι να διδαχθούμε αλαζονεία, αλλά για να μην κολακεύομε εξαιτίας κάποιας ανάγκης μας εκείνους που έχουν περί πολλού εκείνα τα οποία εμείς διακηρύττομε ότι τα καταφρονούμε. 


Γιατί λοιπόν αφήσαμε τον κύριο σκοπό της κατά Θεόν φιλοσοφίας και ασχολούμαστε με τη γεωργία και το εμπόριο; Τι σημασία έχει για το Θεό, αν συνεισφέρομε και εμείς την φροντίδα μας, για να νομιστεί ότι έχομε κοινή την επιμέλεια της γεωργίας; Η ανθρώπινη επιμέλεια οργώνει τη γη και σπέρνει. Ο Θεός με αλλεπάλληλες βροχές ποτίζει τους σπόρους για να απλώσουν τις ρίζες μέσα στη γη· ανατέλλει τον ήλιο που ζεσταίνει τη γη και με τη θερμότητα προσκαλεί προς τα επάνω τα φυτά· στέλνει τους ανέμους ανάλογα με την ηλικία των φυτών. Με απαλό αέρα φυσά στην αρχή την πεδιάδα, όπου έχουν φυτρώσει τα στάχια, για να μην ξεραίνονται τα σπαρμένα με ζεστούς ανέμους.· κατόπιν με πνοή σταθερότερων ανέμων ωριμάζει τη γαλακτώδη ουσία μέσα στους σπόρους. Στον αλωνισμό δίνει τον κατάλληλο καύσωνα και στο λίχνισμα κατάλληλους ανέμους. Και αν λείψει ένα απ' αυτά, μάταιος είναι ο ανθρώπινος κόπος, και μένει χωρίς αποτέλεσμα η δική μας επιμέλεια αν δεν σφραγιστεί από τις δωρεές του Θεού. Πολλές φορές και χωρίς να λείψει τίποτε απ' όλα αυτά, έρχεται μια σφοδρή βροχή, παράκαιρη και πολλή, και παρασέρνει ή τα στάχια που είναι ακόμη στο αλώνι, ή καθαρό το σιτάρι στο σωρό. Κάποτε και στην αποθήκη το τρώει το σκουλήκι και το αρπάζει, να πούμε έτσι, από το στόμα μας. Που λοιπόν και σε τι μας χρησιμεύει η δική μας επιμέλεια, αφού ο Θεός κρατεί το τιμόνι των πραγμάτων και οδηγεί και φέρνει τα πάντα, όπως Εκείνος θέλει; 


Αλλά θα πούμε ότι στις αρρώστιες το σώμα θέλει περιποίηση; Δεν είναι καλύτερο να πεθάνομε, παρά να πράξομε κάτι που δεν αρμόζει στο μοναχικό σχήμα; Πάντως, αν ο Θεός θέλει να ζήσομε, ή βάζει στο σώμα ανάλογη δύναμη, ώστε να υποφέρομε τον πόνο της αρρώστιας ή να δεχτούμε στεφάνους για την γενναιότητα, ή θα επινοήσει τρόπο για παρηγοριά του αρρώστου· και δε θα λείψει βέβαια επινόηση παρηγοριάς από την πηγή της σοφίας. 


Καλό λοιπόν είναι, αγαπητοί, και πάρα πολύ καλό, να ανεβούμε στην αρχαία μακαριότητα και να αναλάβομε τον τρόπο ζωής των παλαιών μοναχών. Είναι νομίζω εύκολο σ' εκείνους που θέλουν. Αλλά και αν συνυπάρχει και κανένας κόπος, δεν θα είναι άκαρπος, προσφέροντας αρκετή παρηγοριά τόσο την καλή φήμη εκείνων που έχουν προηγηθεί στην αρετή όσο και την διόρθωση των μεταγενεστέρων. Και δεν είναι μικρό κέρδος σ' εκείνους που είχαν αρχίσει την ενάρετη ζωή και άφησαν στους κατοπινούς εικόνα άριστης ζωής, η ανάκτηση όσων εγκαταλείφθηκαν. 


Ας αποφύγομε να μένομε στις πόλεις και τα χωριά, για να τρέχουν σ' εμάς εκείνοι που βρίσκονται στις πόλεις και στα χωριά. Ας επιδιώξομε τις ερημίες για να τραβήξομε σ' εμάς εκείνους που μας αποφεύγουν, αν μερικοί το θέλουν αυτό. Έχει γραφεί επαινετικά για μερικούς ότι άφησαν τις πόλεις και κατοίκησαν στους βράχους και έγιναν σαν περιστέρια πρόθυμα στη μελέτη. Ο Ιωάννης ο Βαπτιστής έμενε στην έρημο και όλες οι πόλεις σύσσωμες έρχονταν σ' αυτόν. Κι εκείνοι που φορούσαν τα μεταξωτά βιάζονταν να πάνε να δούμε την δερμάτινη ζώνη του, και προτιμούσαν να ταλαιπωρούνται στο ύπαιθρο εκείνοι που είχαν σπίτια με χρυσές οροφές, και να ξαπλώνουν πάνω στην άμμο παρά να αναπαύονται πάνω σε λιθοκόλλητα κρεβάτια. Και όλα τα υπέφεραν ευχάριστα, αν και ήταν έξω από τις συνήθειές τους, γιατί μείωνε την αίσθηση των οδυνηρών ο πόθος να βλέπουν τον Πρόδρομο και τον πόνο της σκληραγωγίας τους τον αφαιρούσε το θαύμα της αρετής. Τόσο πολυτιμότερη είναι η αρετή από τον πλούτο και ο ησυχαστικός βίος επιφανέστερος από τα πολλά χρήματα. Πόσοι κατά τον καιρό εκείνο ήταν πλούσιοι και είχαν μεγάλη ιδέα για τη δόξα τους, και δεν μιλάει κανένας γι' αυτούς. Και το μέγα θαύμα της αρετής του άδοξου Προδρόμου μέχρι τώρα ψάλλεται, και η μνήμη του πολίτη της ερήμου είναι σε όλους επιθυμητή. Γιατί η αρετή έχει αιώνια δόξα, και η φήμη της αναγγέλλει στους ανθρώπους τα αγαθά της.

Τρίτη 5 Νοεμβρίου 2013

Τα ιερά λείψαvα

Τα ιερά λείψαvα


 
Τα ιερά λείψαvα
π ΑΝΤΩΝΙΟΥ ΑΛΕΒΙΖΟΠΟΥΛΟΥ

      Πιστεύουμε πώς το σώμα τού ανθρώπου, πού προσλαμβάνεται στην Εκκλησία, γίνεται δοχείο της άκτιστης θείας ενέργειας χριστοφόρο και πνευματοφόρο: «ουκ οίδατε ότι τα σώματα υμών μέλη Χριστού εστίν; ή ουκ oίδατε ότι το σώμα υμών ναός τού εν υμίν Αγίου Πνεύματος εστίν, ου έχετε από Θεού, και ουκ εστέ εαυτών;... δοξάσατε τον Θεόν εν τω σώματι υμών και εν τω πνεύματι υμών, ατινά εστί του Θεού»(Α' Κορ. στ' 15-20). «Αυτός δε ο Θεός της ειρήνης αγιάσω υμάς ολοτελείς, και ολόκληρον υμών το πνεύμα και η ψυχή και το σώμα αμέμπτως εν τη παρουσία τού Κυρίου ημών Ιησού Χριστού τηρηθείη. Πιστός ο καλόν υμάς, ος και ποιήσει»(Α' Θεσ. ε' 23-24).
Το ανθρώπινο σώμα εξυψώνεται μέσα στην Εκκλησία και έχει αιώνιο προορισμό. Ο Χριστός θα «μετασχηματίσει», δηλαδή θα μεταμορφώσει το ταπεινό μας σώμα, ώστε να γίνει «σύμμορφον τω σώματι της δόξης αυτού», να λάβει την ίδια μορφή προς το ένδοξο σώμα τού Κυρίου και αυτό θα γίνει κατά τη δευτέρα παρουσία, «με την ενέργειαν, με την οποία δύναται και να υποτάξει τα πάντα εις τον εαυτόν Του»(Φιλιπ. γ' 21).
Η δόξα των αγίων λειψάνων αποτελεί προεικόνιση αυτής της νέας, της δοξασμένης κατάστασης του σώματος. Η τιμή πού αποδίδεται σ' αυτά στην Ορθόδοξη Εκκλησία αποτελεί ακόμη μαρτυρία της πίστης μας στην καθολική δόξα του ανθρώπου(Α' Θεσ. ε' 23-24).
Η αγιαστική χάρη εκφράζεται στα ιερά λείψανα μεευωδία, για την οποία κάνει λόγο η αγία Γραφή(Β' Κορ. β' 15. Πρβλ Ήσ. ξστ' 14)και επιτελείθαύματα(Δ/Β' Βασιλ ιγ' 20-21).
Η ίδια χάρη μεταδίδεται στα αντικείμενα, τα οποίαέρχονται σε επαφήμε το σώμα των αγίων, με αποτέλεσμα τη θαυματουργία(Δ/Β' Βασιλ β' 8-14. Μαθ. θ' 20-22. Μάρκ. στ' 13. Πράξ. ιθ' 12).
Με βάση την καταγωγή μας από τον Αδάμ βρισκόμαστε σε διάσταση με τη δημιουργία του Θεού(Γέν. γ' 17-19), όμως ο άνθρωπος της χάριτος του Θεούακτινοβολείειρήνη και μεταδίδει ευλογία,ακόμη και με τη σκιά του(Πράξ. ε' 15-16).
Ο ίδιος ο Θεός λοιπόν τιμά τα λείψανα των αγίων ανθρώπων και ταεμποτίζει με την άκτιστη θεία Του χάρη. Γι' αυτό και η Ορθόδοξη Εκκλησία αποδίδει τιμή σ' αυτά και τα θέτεικάτω από το ιερό θυσιαστήριο(Εβρ. ιγ' 10),μιμούμενηστο θέμα αυτό το ουράνιο, το αχειροποίητο θυσιαστήριο(Αποκ. στ' 9), γιατί τα δικά μας θυσιαστήρια, είναι «αντίτυπα των αληθινών», δηλαδή εκείνου του ουράνιου θυσιαστηρίου(Εβρ. θ' 24).
Η πρώτη Εκκλησία τιμούσε τα ιερά λείψανα. ΤοΜαρτύριο του αγίου Πολυκάρπου(†56) μας πληροφορεί πώς θεωρούνταν «τιμιότερα λίθων πολυτελών και δοκιμώτερα υπέρ χρυσίον» (Μαρτ. Πολυκ.18). Οι πιστοί συναθροίζονταν στους τάφους των μαρτύρων, για να τελέσουν τη θεία ευχαριστία και να γιορτάσουν τη μνήμη των αγίων. Αυτό μεταδόθηκε στη μετέπειτα εποχή, δεν υπάρχει μαρτυρία πού να μας πληροφορεί πώς η τιμή των αγίων λειψάνων δεν ήταν καθολικά αποδεκτή.
Ο άγιοςΓρηγόριος ο Θεολόγος(329-390) υπογραμμίζει τα πολλά θαύματα πού γίνονταν με τα τίμια λείψανα του αγίου Κυπριανού, «όταν υπάρχει η πίστις», λέγει και προσθέτει πώς αυτό το γνωρίζουν «όσοι έλαβαν πείραν και έχουν μεταδώσει το θαύμα και εις ημάς και θα το παραδώσουν και εις το μέλλον»(Λόγος κδ' 18, εις τον αγιον Κυπρ.).
Στον πρώτο στηλιτευτικό του λόγο κατά του Ιουλιανού, ο Γρηγόριος αναφέρει για τούς αγίους: «αυτών είναι αι μεγάλαι τιμαί και πανηγύρεις. Από αυτούς οι δαίμονες φυγαδεύονται και αι νόσοι θεραπεύονται.. αυτών τα σώματα μόνα έχουν την ιδίαν δύναμιν με τας αγίας ψυχάς των, είτε εφαπτόμενα είτε τιμώμενα. Αυτών και αι ρανίδες μόνο αίματος και μικρά αντικείμενα του πάθους των ενεργούν όσα και τα σώματα»(Γρηγ. Θεολ, Λόγος δ' 69).
Ο άγιοςΙωάννης ο Χρυσόστομοςυπογραμμίζει ότι ακόμη και ο αυτοκράτορας, «ο την αλουργίδα περικείμενος» σπεύδει να προσκυνήσει τούς τάφους των αγίων και «έστηκε δεόμενος των αγίων», δηλαδή προσεύχεται στους αγίους «ώστε αυτού προστήναι παρά τω Θεώ», για να σταθούν υπέρ αυτού ενώπιον τουΘεού (Χρυσ., Ύπόμν. εις Β' Κορ., Λόγ. κστ' 5).
Ο ίδιος άγιος, εκφράζοντας την πίστη της Εκκλησίας προτρέπει: «επιχωρίαζε σηκοίς μαρτύρων, όπου σώματος υγεία και ψυχής ωφέλεια», δηλαδή να επισκέπτεσαι τους ναούς των μαρτύρων, όπου θα βρεις την υγεία του σώματος και την ωφελεία της ψυχής(Χρυσ., Υπόμν. Εις Ματθ., Λόγ. λζ' 7). Σε άλλη ομιλία προτρέπει τούς χριστιανούς να πηγαίνουν «εις ευκτηρίους οίκους, και προς τας των αγίων μαρτύρων θήκας», δηλαδή στους οίκους της προσευχής και στις λειψανοθήκες των αγίων, «ώστε αφού λάβω με την ευλογία των, να καταστήσομε τούς εαυτούς μας ακαταβλήτους εις τας παγίδας του διαβόλου»(Εις Γέν., ΟμιΛ. ιε' 6). «Τα οστά των αγίων υποτάσσουν δαίμονας και βασανίζουν, και ελευθερώνουν όσους έχουν δεθεί από τα πικρότατα εκείνα δεσμά»(Χρυσ. Υπόμν. Εις Β' Κορ., Λόγ. κστ' 5).
Σύμφωνα με την πίστη της πρώτης Εκκλησίας η θεία χάρη μεταδίδεται σε καθετί πού βρίσκεται σε επαφή με τούς αγίους: «Ακόμη και τα ενδύματα των αγίων είναι σεβαστά σε όλη την κτίση», αναφέρει ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος και μνημονεύει τημηλωτή του Ηλία(Δ/Β' Βασιλ. β' 8-14),τα υποδήματα των τριών παίδων, πού κατανίκησαν τη φωτιά(Δαν. γ' 27-28),τη ράβδο του Μωυσήπού έκανε τόσα θαύματα,τα ενδύματα του Παύλου(Πράξ. ιθ' 11-12),τη σκιά του Πέτρου(Πράξ. ε' 12-16)κ.α.(Χρυσ., προς τούς ανδριάντας όμιΛ. η' 2).
Οάγιος Βασίλειοςμας πληροφορεί πώς το τίμιο λείψανο της αγίαςΙουλίτταςαγιάζει την πόλη και όσους προσέρχονται στον ναό, «η δε γη, η οποία με την εκδημία της μακαρίας εδέχθη τας ευλογίας, ανέβλυσεν από τα σπλάγχνα της αγίασμα πού είναι «εις τούς υγιείς φυλακτήριον και χορηγία τέρψεως» και στους αρρώστους «παρηγορία»(Μ. Βασ., όμιΛ. 2 εις την μάρτ. Ιουλ. 2).
Στην Ορθόδοξη Εκκλησία αποδίδουμε στα άγια λείψανα τιμή καιευλαβικήπροσκύνηση, η οποία, όπως αναφέραμε και στην περίπτωση των αγίων δεν αποτελεί λατρευτική προσκύνηση ή λατρεία. Τούτο γιατί κανείς ποτέ ορθόδοξος χριστιανός δεν ταύτισε στη σκέψη του τα τίμια λείψανα με «θεούς».



Read more:http://www.egolpion.net/iera-leipsana.el.aspx#ixzz2jnFozZoh

Η ΤΙΜΗΤΙΚΗ ΠΡΟΣΚΥΝΗΣΗ ΤΩΝ ΙΕΡΩΝ ΛΕΙΨΑΝΩΝ

Η ΤΙΜΗΤΙΚΗ ΠΡΟΣΚΥΝΗΣΗ ΤΩΝ ΙΕΡΩΝ ΛΕΙΨΑΝΩΝ




Η ΤΙΜΗΤΙΚΗ ΠΡΟΣΚΥΝΗΣΗ
ΤΩΝ ΙΕΡΩΝ ΛΕΙΨΑΝΩΝ

Μάριος Μπέγζος
Η ΨΥΧΟΛΟΓΙΑ ΤΗΣ ΘΡΗΣΚΕΙΑΣ

     Η τιμητική προσκύνηση των λειψάνων των αγίων της Εκκλησίας αποδεικνύει την κατάφαση του σώματος και διασώζει την πίστη της Ορθοδοξίας στη σωματικότητα του ανθρώπου. Η αγιότητα δεν σημαίνει κάποια "εξαΰλωση" του ανθρώπου, όπως κακώς πιστεύεται από πολλούς πιστούς ή απίστους. Άγιος δεν είναι ο "καλός και αγαθός" άνθρωπος χωρίς το σώμα του. Ούτε "εξαΰλωση" ούτε "αποσωμάτωση" του ανθρώπου οδηγεί στην αγιότητα. Στην αγιότητα δεν πρόκειται για δήθεν "πνευματοποίηση" του σώματος και της ύλης, αλλά συμβαίνει κάτι άλλο. Στην αγιότητα σημειώνονται η αφθαρτοποίηση της ύλης και η αθανάτωση του σώματος. Η ύλη διασώζεται από τη φθορά. Κάθε κτιστό όν χαρακτηρίζεται από τη φθορά. Έτσι και το σώμα, όπως άλλωστε και η ψυχή, είναι κτιστά όντα, άρα και φθαρτά, γεννούνται και πεθαίνουν, έχουν αρχή και τέλος. Μόνο ο Θεός είναι το άκτιστον, αγέννητον κι ανώλεθρο, άναρχο και ατελεύτητο, άφθαρτο όν. Όλα τα άλλα είναι κτιστά, δηλαδή φθαρτά (Ιωάννης Δαμασκηνός). Μόνο στον άγιο, κατά μίμηση του ακτίστου Θεού, ενεργείται η αφθαρσία της ύλης. Ο Θεός είναι άφθαρτος ως άκτιστος. Ο άγιος άνθρωπος γίνεται άφθαρτος παρότι κτιστός, αλλά χάρη στο Θεό και στην άσκηση.
     Η αγιότητα είναι η πραγμάτωση του " καθ' ομοίωσιν". Ο άγιος "ομοιώνεται" στο Θεό. Παρόλο που οντολογικά συνεχίζει να διαφέρει πάντα από το Θεό, ωστόσο ενεργεί σαν το Θεό. Μιμείται προσωπικά και δημιουργικά την τριαδική ζωή της αγαπητικής ελευθερίας και της απελευθερωτικής αγάπης στην κοινωνία των προσώπων. Έτσι λοιπόν με την αγιότητα αφθαρτίζεται το σώμα. Η προσκύνηση των αγίων λειψάνων είναι και πρέπει πάντα να παραμένει τιμητική. Δεν επιτρέπεται ούτε μπορεί ποτέ να αποβαίνει λατρευτική. Ο πιστός τιμά τον άγιο, δεν τον λατρεύει. Στον "καθ' ομοίωσιν" άφθαρτο ανήκει η τιμή, ενώ η λατρεία είναι αποκλειστικά για τον κατ' ουσίαν άφθαρτο και άκτιστο Θεό. Σε αυτό ακριβώς διαφέρει η προσκύνηση των αγίων λειψάνων από το φετιχισμό. Αν λατρεύονταν τα λείψανα των αγίων, τότε θα είχαμε το φαινόμενο του φετιχισμού, που ελάχιστα απέχει από την ειδωλαλατρεία, για να μην πούμε και από την "νεκροφιλία" ακόμα... Όμως η τιμητική προσκύνηση των αγίων λειψάνων σημαίνει, σε διαστολή προς τη λατρευτική τους χρήση, την κατάφαση της σωματικότητας του ανθρώπου, που δεν καταντά ούτε σε λατρεία ούτε σε αποθέωση της ύλης ή του σώματος.
     Τιμή, Ναι˙ λατρεία, Ποτέ: Αυτή είναι μια ακόμα χρυσή τομή της Ορθόδοξης παράδοσης στο θέμα μας. Πέρα και μακριά από τις δύο ακρότητες , της "εξαΰλωσης" ή της "πνευματοποίησης" από τη μια, και της "λατρείας", του φετιχισμού, της ειδωλατρείας ή της νεκροφιλίας, από την άλλη πλευρά, υπάρχει η ορθή, η Ορθόδοξη άποψη της θετικής καταξίωσης του ανθρωπίνου σώματος. Το σώμα θεώνεται, αλλά δεν αποθεώνεται˙ τα λείψανα του αγίου τιμώνται αλλά δεν λατρεύονται.

ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑ ΑΡΧΕΙΟΥ
21 ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΥ 2010


Read more:http://www.egolpion.net/proskunhsh_begzos.el.aspx#ixzz2jnFTEPNI

ΤΟ ΠΡΟΣΩΠΟ ΤΟΥ ΙΗΣΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ

ΤΟ ΠΡΟΣΩΠΟ ΤΟΥ ΙΗΣΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ



ΤΟ ΠΡΟΣΩΠΟ ΤΟΥ ΙΗΣΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ
στις αιρέσεις, την ιστορία και την Εκκλησία
 Μιχαήλ Γ. Χούλη
Θεολόγου καθηγητή

Ο Ιησούς ως ‘σημείον αντιλεγόμενον’
Όταν κάποτε ο Ιησούς αναρωτήθηκε μπροστά στους μαθητές του, λέγοντας«άραγε, όταν έλθει ο Υιός του Ανθρώπου (για να αποδώσει δικαιοσύνη), θα βρει την (ζωντανή) πίστη πάνω στη γη;»(Λουκ. 18,8), ασφαλώς γνώριζε καλά ότι ο ίδιος ήταν, είναι και θα είναι‘σημείον αντιλεγόμενον’(Λουκ. 2,34), δηλαδή σημείο αντιλογίας, διαφωνίας και κρίσης μεταξύ των ανθρώπων, αφού πάνω στον Ιησού Χριστό -ως άξονα, κέντρο και βάση της ιστορίας- και στο τι εκείνος εκφράζει και εκπροσωπεί, στέκεται διαχρονικά όλη η ανθρωπότητα, αντλώντας νόημα και σκοπό από αυτό ακριβώς το ερώτημα.
Ποιος υπήρξε λοιπόν ο Ιησούς Χριστός, για τον οποίον καταναλώθηκαν τόσοι και τόσοι τόνοι μελανιού, στην προσπάθεια να προσεγγίσουν κάπως την μεγαλειώδη ύπαρξή του, τη διδασκαλία του και τα θαύματά του; Τι ήταν ο Υιός της Ναζαρέτ, τον οποίον ανήγγειλαν δεκάδες προφητείες, εκατοντάδες χρόνια πριν γεννηθεί; Φανταστική επινόηση; Ένας απλός μαραγκός και τεχνίτης; Σπουδαίος φιλόσοφος; Κοινωνικός αναμορφωτής; Ή Θεάνθρωπος; 
Στην εποχή Του, η πνευματικά πρωτόγνωρη διδασκαλία του κατά του φαρισαϊσμού, της τυπολατρίας, της έλλειψης αγάπης μεταξύ των ανθρώπων και υπέρ της αληθινής και καρδιακής λατρείας, χώρισε τους ανθρώπους σε ευνοϊκά και αρνητικά διακείμενους προς το πρόσωπό του. Η φυσική αδυναμία να κατανοήσουν λογικά το θεανδρικό πρόσωπό του, ο έλεγχος στην υποκρισία των θρησκευτικών ηγετών και η επαναστατικότητα της αγάπης προς τους εχθρούς που δίδασκε, οδήγησαν πολλούς σε αμφισβήτηση του μεγαλείου του. Πλήθος αιρέσεων, στη συνέχεια, ερμήνευαν διαφορετικά από την Εκκλησία την υπόστασή του, ενώ στα νεότερα χρόνια αμφισβητήθηκε η θεότητά του από το Διαφωτισμό και από ορθολογιστές διανοούμενους, όπως ο Βολταίρος, Νίτσε, Ρενάν, Στράους κ.α. 
Ο ίδιος γνώριζε καλά ότι θα πυροδοτήσει μια ατέλειωτη σειρά από αντιδράσεις μεταξύ των ανθρώπων στο όνομά του. Και αυτό εννοεί, όταν προφητεύει:«μη νομίσετε ότι ήρθα για να φέρω (μια ψευδή) ειρήνη πάνω στη γη»(Ματθ. 10, 34-36) και ακόμη:«φωτιά (ζήλο ή αντίθετα μίσος απέναντί μου) ήρθα να βάλω στη γη και τι άλλο θέλω αν τώρα έχει πλέον ανάψει»(Λουκ. 12,49). Πράγματι, στο όνομα του Ιησού, στο τι εκείνος εκφράζει, προξενήθηκαν και προξενούνται σειρά αντιδράσεων, μεταξύ συγγενών, φίλων και αγνώστων, στο διάβα των αιώνων.

Ο Ιησούς στην αίρεση, τον ορθολογισμό και την παραθρησκεία
 Μέσα στην ιστορία, προσέγγισαν πολλοί άνθρωποι τον Ιησού δια της φαντασίας τους και με μόνη τη λογική τους ικανότητα. Αν και μέσα στα Ευαγγέλια, η εικόνα του Χριστού ξεπροβάλει τέλεια και μεγαλειώδης, ως αληθινός, αψεγάδιαστος και ισότιμος με τον Θεό Υιός του, εν τούτοις, ήδη από το τέλος του 1ουαιώνα μ.Χ. εμφανίζονται οι πρώτες οργανωμένες προσπάθειες αλλοίωσης του προσώπου του:Οι Δοκήτες.Αυτοί πίστευαν ότι ο Χριστός υπήρξε κυρίως πνεύμα, ότι διέθετε φαινομενικό σώμα, και ότι η ύλη και η ιστορία έρχονταν σε δεύτερη μοίρα. Ο ευαγγελιστής Ιωάννης, εκφράζοντας το πνεύμα της Εκκλησίας, γράφει:«κάθε πνεύμα που δεν ομολογεί ότι ο Ιησούς Χριστός ήρθε ως άνθρωπος, δεν είναι από τον Θεό»(Α΄ Ιω. 4,3).  
Με τη σειρά τουο Γνωστικισμός, αρνήθηκε την ενσάρκωση, την αξία του σώματος και την πραγματική ανάσταση του Χριστού. Ταγνωστικά ‘ευαγγέλια’, προχωρημένη γραφίδα του αρχικού γνωστικισμού, γραμμένα τον 2οκαι 3οαιώνα και με περιεχόμενο αντι-αποστολικό και αντι-εκκλησιαστικό, διαχώριζαν τον σαρκικό Ιησού από τον Χριστό-πνεύμα, ήταν γεμάτα από αποκαλυπτόμενα μόνο στους τελείους υποτίθεται μυστήρια, χώριζαν τον κόσμο δυαλιστικά σε πνευματικά ανώτερο και κατώτερο, και παρουσίαζαν τον Χριστό ως θεϊκό όν που θεληματικά κλείστηκε σε ανθρώπινο σώμα, μέχρις ότου να  οδηγήσει τους ανθρώπους στην απελευθέρωση του θεϊκού τους πυρήνα, καταδικάζοντας το σώμα σε μελλοντική διάλυση, αφού έτσι κι αλλιώς το θεωρούσαν προσωρινό και ευτελές. Οι πρώτοι Πατέρες και διδάσκαλοι τότε της Εκκλησίας (αντιγνωστικοί), ο Ιγνάτιος ο Θεοφόρος, ο Τερτυλλιανός, ο Ιππόλυτος, ο Ειρηναίος Λουγδούνου, Επιφάνιος, Ωριγένης κ.α., ανέλαβαν το έργο της ορθοτόμησης της αλήθειας.  Ο Ιησούς ήταν πράγματι τέλειος άνθρωπος επί γης, αφού γεννήθηκε, περιτμήθηκε, μεγάλωσε, μισήθηκε, υπέστη ατιμωτικά πάθη, σταυρώθηκε και αναστήθηκε. Ήταν όμως και Θεός, που φανερώθηκε ως άνθρωπος και γεννήθηκε από την μητέρα του Μαρία κατ’ οικονομία Θεού(βλ. και DarrellL.Bock, Κώδικας Ντα Βίντσι: Λογοτεχνική Φαντασία και Χριστιανική Θρησκεία, εκδ. Περίπλους, Αθ. 2005). 
Δοκητικής μορφής και γνωστικής ήταν και το σύστημα τουΜαρκίωνα. Αυτός απομακρύνθηκε ως κακόδοξος γνωστικός τόσο από τον πατέρα του, επίσκοπο Σινώπης του Πόντου, όσο και από την Σμύρνη, με απόφαση του αγίου Πολυκάρπου. Μορφωμένος και πλούσιος, εκκλησιαστικός θα λέγαμε ‘τυχοδιώκτης’, κατόρθωσε και αναμείχθηκε στα θέματα της Εκκλησίας της Ρώμης το 140 μ.Χ., αφού δώρισε και σημαντικό ποσό για τις ανάγκες της τοπικής Εκκλησίας. Διαχώριζε τον καλό Θεό της Καινής Διαθήκης από τον κακό και κατώτερο Θεό, δημιουργό της Παλαιάς Διαθήκης. Ο Χριστός, κατά τον Μαρκίωνα, απεστάλη από τον αγαθό Θεό της αγάπης για να λυτρώσει τον άνθρωπο. Δεν σαρκώθηκε πραγματικά παρά φαινομενικά, και δεν έπαθε, ούτε σταυρώθηκε, όπως ισχυρίζονταν οι ευαγγελιστές. Η ‘Εκκλησία’ του απέρριπτε την ύλη και τον Ιουδαϊσμό, συνέταξε κανόνα εκκλησιαστικών βιβλίων και δεχόταν ως γνήσιο μόνο το ευαγγέλιο του Λουκά (τμήμα αυτού) και τον απόστολο Παύλο. Η διδασκαλία του επεκτάθηκε στηνΑίγυπτο,Συρία, Μεσοποταμία και Μικρά Ασία. ΟΙουστίνος, οΕιρηναίοςκαι οΤερτυλλιανόςέγραψαν ιδιαιτέρως κατά του Μαρκίωνα, απ’ όπου γνωρίζουμε και τις χριστιανικές του αποκλίσεις(βλ. Βικιπαίδεια,el.wikipedia.org/wiki).
Στις Ιουδαϊζουσες αιρέσεις ανήκαν καιοι Εβιωνίτες ή Εβιωναίοι. Οι οπαδοί της αίρεσης θεωρούσαν τον Χριστό είτε σαν ένα απλό άνθρωπο που δικαιώθηκε στη συνέχεια από τον Θεό και προέκοψε ηθικά, είτε απέρριπταν τη θεϊκή του υπόσταση, δεχόμενοι όμως την συνέργεια Αγίου Πνεύματος και Παναγίας για τη γέννησή του.  Δεχόντουσαν και την αναγκαία τήρηση του Μωσαϊκού Νόμου για τη σωτηρία των ανθρώπων, ενώ έδιναν λιγότερη σπουδαιότητα στα τέσσερα Ευαγγέλια και απέρριπταν τις διδασκαλίες του αποστόλου Παύλου, τον οποίον θεωρούσαν προδότη της πίστεως.  Τηρούσαν μάλιστα όχι μόνο την ημέρα του Σαββάτου, αλλά και την Κυριακή, την οποία τιμούσαν με το χριστιανικό της περιεχόμενο(βλ.antiairetikos.blogspot.com/2008/06/blog-post.html).
            Ανάμεσα στις γνωστικές θρησκείες που προέκυψαν από ανάμειξη χριστιανισμού, ινδουισμού, ζωροαστρισμού και βουδισμού υπήρξε και οΜανιχαϊσμός.Εμφανίστηκε τον3ο αιώναμ.Χ. στη Μέση Ανατολή, με ιδρυτή τονΜάνη, θρησκευόμενο ευγενή από την Περσία (216-277). Ο Μάνης δίδασκε ότι ο ίδιος, ως απεσταλμένος  του Αγίου Πνεύματος, ήταν η πλήρης φανέρωση και αποκάλυψη του Θεού, μετά την κατ’ αυτόν αποτυχία τωνΖαρατούστρα,ΒούδακαιΙησού, που προηγήθηκαν. Ως γνωστικός ο Μάνης δίδασκε ότι η ψυχή του ανθρώπου δεν είναι παρά μια σπίθα φωτός που δι’ απορροής εξήλθε από την Θεότητα και δεσμεύτηκε στην ύλη. Η σωτηρία είναι λοιπόν η επιστροφή του πνεύματος στη σφαίρα του θείου φωτός και η απαλλαγή από τη δυναστεία του σώματος. Ο Μανιχαϊσμός ανέπτυξε αξιόλογη ιεραποστολική δράση και οργανώθηκε σε εκκλησία, με ιερατικούς βαθμούς όμοιους με τους εκκλησιαστικούς(el.wikipedia.org).
 Η ιστορία όμως της αίρεσης (της αλλοίωσης και διαστρέβλωσης της αλήθειας) δεν έχει τέλος. ΟΆρειος, ένας πρεσβύτερος στην Αλεξάνδρεια, υποστήριξε ότι ο Χριστός δεν είναι Θεός, αλλά το πρώτο κτίσμα, το πρώτο τέλειο δημιούργημα του Θεού, που πλάσθηκε προτού γίνει ο κόσμος. Η διδασκαλία αυτή, που οδήγησε σε μεγάλη αναστάτωση διότι έθιγε τη θεότητα του Κυρίου, καταδικάστηκε στην 1ηΟικουμενική Σύνοδο (325 μ.Χ.).  
Ορισμένοι κύκλοι πιστών, χρησιμοποιώντας  τη δύναμη περισσότερο της λογικής για την κατανόηση της Χριστολογικής αλήθειας και όχι τόσο την εμπειρία της Εκκλησίας, οδηγήθηκαν σε μια άλλη μεγάλη πλάνη. Υποστήριξαν, με αρχηγέτη τονΝεστόριο, αρχιεπίσκοπο Κωνσταντινουπόλεως, ότι η Παναγία γέννησε τον άνθρωπο Χριστό, με τον οποίον, αργότερα, ενώθηκε ο Θεός Λόγος. Ότι ο Ιησούς δηλαδή γεννήθηκε ως απλός άνθρωπος και στην συνέχεια, μετά από την ηθική του εξέλιξη, τον επισκέφθηκε ο Υιός του Θεού και ενώθηκε μαζί του. Ονόμαζαν μάλιστα οι νεστοριανοί την Παναγία Χριστοτόκο και όχι Θεοτόκο. Η θέση αυτή καταδικάστηκε στην 3ηΟικουμενική Σύνοδο, που έγινε στην Έφεσο το 431. Πολέμιος του Νεστόριου υπήρξε ο αρχιμανδρίτης Ευτυχής, που έφτασε στο άλλο άκρο. Κατέληξε ότι ο Χριστός ήταν μόνο Θεός, γιατί, κατά τη γνώμη του, η ανθρώπινη φύση του Χριστού απορροφήθηκε από την θεϊκή του φύση. Αυτό ονομάστηκεΜονοφυσιτισμόςκαι καταπολεμήθηκε από την 4ηΟικουμενική Σύνοδο (Χαλκηδόνα 451).
Μια άλλη μερίδα πιστών, με μπροστάρη τονΑπολλινάριο, επίσκοπο Λαοδικείας, δίδασκαν ότι ο Χριστός διέθετε ψυχή και σώμα μόνο, ενώ τη θέση του πνεύματος κατέλαβε ο Θείος Λόγος. Δέχονταν βέβαια τριχοτομία του ανθρώπου: σώμα, ψυχή και πνεύμα. Στην ουσία, μείωναν και διέστρεφαν και πάλι την ανθρώπινη φύση του Χριστού, ενώ η διδασκαλία αυτή καταδικάστηκε στη συνείδηση της Εκκλησίας από την 2ηΟικουμενική Σύνοδο, το 381. Καί οΜονοθελητισμός, στη συνέχεια, απορρίφθηκε δια Συνόδου από την Εκκλησία (6ηΟικουμενική, ΚΠολη, 680/1),  που υποστήριζε ότι ο Χριστός είχε μια μόνο θέληση, τη θεϊκή, αφού αυτή τελικά απορρόφησε την ανθρώπινη. Ακόμη και ηΕικονομαχία, που ταλαιπώρησε αφάνταστα, για πάνω από 100 χρόνια, την Εκκλησία και την Πολιτεία (αφού είμαστε ταυτόχρονα θρησκευτικά και πολιτικά όντα), αρνιόταν στην ουσία την αξία της σάρκωσης του Θεού στο πρόσωπο του Ιησού Χριστού, δεδομένου ότι αν δεν απεικονίσουμε τον Κύριο αρνιόμαστε την σωτήρια αποστολή του στον κόσμο και γενικά το ποιόν του και την έλευσή του. Γινόμαστε στην περίπτωση αυτή μονοφυσίτες και δοκητιστές. Στην πραγματικότητα, εικονίζοντας τον Θεάνθρωπο, δηλώνουμε ότι δεν διαχωρίζουμε τις δύο φύσεις του, αφού και οι δύο είναι αδιάσπαστα και αρμονικά ενωμένες στο ένα του πρόσωπο. Η τιμή προς τις εκκλησιαστικές εικόνες αποκαταστάθηκε με την 7ηΟικουμενική Σύνοδο, το 787 μ.Χ.
ΟΠαυλικιανισμός,μιαχριστιανική αίρεση του 8ουαιώνα, είχε αρχή από τη Μικρά Ασία και περιεχόμενο Μαρκιωνιτικό και Γνωστικό. Πίστευε σε δύο Θεούς, τον πονηρό θεό τηςΠαλαιάς Διαθήκηςκαι τον ‘επουράνιο πατήρ’, τον αγαθό Θεό, του οποίου ο Χριστός ήταν ταυτόχρονα υιός και κτίσμα. Ο Ιησούς είχε σώμα κατά δόκηση και όχι υλικό και δεν σαρκώθηκε πραγματικά, αλλά απλά πέρασε μέσα από το σώμα της Μαρίας.  Οι Παυλικιανοί απέρριπταν την Π.Δ., τους προφήτες και τα εκκλησιαστικά μυστήρια, ενώ δεχόντουσαν τα Ευαγγέλια και ιδιαίτερα εκτιμούσαν τον απόστολο Παύλο(βλ. Βικιπαίδεια & Ανδρέα Θεοδώρου: ‘απαντήσεις σε ερωτήματα δογματικά – συμβολικά – ιστορικοδογματικά’, εκδ. Αποστολικής Διακονίας, Αθ. 1999). 
Τέλος, από την πλευρά των μετά Χριστόν εμφανισθέντων θρησκειών,ο Ισλαμισμόςδέχεται την υπερφυσική γέννηση του Χριστού, τα θαύματά του, την Ανάληψή του και την Δευτέρα αυτού Παρουσία, το μεγαλείο της Παναγίας, τον παράδεισο και την κόλαση. Απορρίπτει όμως τα κυριότερα δόγματα του Χριστιανισμού, ήτοι την αλήθεια της Αγίας Τριάδος, την θεότητα του Χριστού, τη σταύρωση και ανάστασή του.
Στη σύγχρονη (κυρίως από τον 18οαι. κ.ε.)δυτική ορθολογιστική προβληματική, συνεγράφησαν αρκετοί βίοι του Ιησού, αναμεμειγμένοι με πραγματικά και φανταστικά στοιχεία. Ορισμένοι υποστήριξαν ότι ο Χριστός και οι μαθητές του υπήρξαν απεικονίσεις του ζωδιακού κύκλου (Γάλλος Ντυπουί). Άλλοι έγραψαν ότι ο Ιησούς ενσαρκώνει τον Απόλλωνα, ενώ κάποιοι αρνήθηκαν την ιστορική του ύπαρξη (Μπρούνο Μπάουερ και Λουί Κουσού). Σοσιαλιστές διανοούμενοι είδαν τον Ιησού σαν έναν επαναστάτη κατά του κατεστημένου (Κάουτσκυ). Κοινωνικοί επαναστάτες είδαν σ’ αυτόν τον ανατροπέα της καθεστηκυίας τάξεως και έναν αγωνιστή που αργότερα οι οπαδοί του αναγόρευσαν σε Θεό. Στο πλαίσιο του Μαρξισμού, ο Χριστός υπήρξε ο σκλάβος που εναντιώθηκε στους Ρωμαίους, αλλά απορρίφθηκε από το λαό του και πέθανε στο σταυρό. Ο Βολταίρος αρνήθηκε την θεότητα του Χριστού, ενώ θαύμαζε απεριόριστα τη διδασκαλία του. Ο πρώιμος Νίτσε καταπολέμησε τη διδασκαλία της αγάπης του Θεανθρώπου, αλλά αργότερα δέχθηκε την ποιότητα της αγάπης των Ευαγγελίων ως κύριο μοχλό αλλαγής των πεπαλαιωμένων αξιών. Ο Ερνέστος Ρενάν, ενώ δεν δεχόταν τη θεότητα του Ιησού, έγραψε πολύ επαινετικά λόγια για την προσωπικότητά του. Ο Στράους, ενώ αμφισβητεί την ιστορικότητα του Χριστού, ενθουσιάζεται από το περιεχόμενο των Ευαγγελίων και από το πυρ της αγάπης που διακατείχε και επεδείκνυε στη ζωή του ο Ιησούς. Ένα από τα σύγχρονα πορτραίτα που αποδόθηκαν στον Ιησού απ’ τη μεριά των Ρομαντικών ήταν και ο ‘γλυκύς Ιησούς’, ο καλοσυνάτος ανθρωπιστής και σύντροφος των ανθρώπων. Τέλος, από το χώρο της ψυχιατρικής, ο Φρόϋντ είδε τον Ιησού ως απελευθερωτή της ανθρωπότητας από την έννοια του Θεού Πατέρα-φόβητρου, που είχαν σχηματίσει περί αυτού οι Ιουδαίοι, ενώ ο Έριχ Φρομ θεωρεί ότι η ιδέα περί Μεσσίου-Χριστού είναι αποτέλεσμα περισσότερο ιστορικής διαμόρφωσης(βλ. Νικολάου Γ. Νευράκη: Χριστιανισμός και Θρησκεύματα, Αθ. 1999).  
Στην προβαλλόμενη από τις αρχές του προηγούμενου αιώνααποκρυφιστική Νέα Εποχή (Ν.Ε.),ο Θεός εμφανίζεται ως Θεία, απρόσωπη αρχή  και ο Χριστός ως ‘χριστική συνείδηση’ μέσα μας, ως εσωτερική αρμονία και ‘υπερσυνειδητότητα’, που ποτέ φυσικά (για τους οπαδούς της) δεν ενσαρκώθηκε ιστορικά. Στην  Ν.Ε. επικρατεί ο νόμος του Κάρμα (συσσώρευση πράξεων) και η Μετενσάρκωση, που ακυρώνουν τη γέννηση και σταυρική θυσία του Θεανθρώπου. Διάφορες Θεοσοφικές ομάδες πιστεύουν ότι όντα ανώτερης ποιότητας συμβουλεύουν την ανθρωπότητα για τη σωτηρία του πλανήτη, ενώ είτε περιμένουν την έλευση ενός αποκρυφιστή μεσσία, είτε διδάσκουν ότι ο ίδιος μας ο εαυτός είναι ο ξεχασμένος ‘Χριστός’, που πρέπει κατ’ αυτούς να ενεργοποιηθεί. Στις διάφορες ανατολικές σχολές Γιόγκα και σε δυτικές εκδοχές τους, ισχυρίζονται ότι διαλογισμός και προσευχή είναι το ίδιο και το αυτό και πως ενώνονται με τη ‘συνείδηση του Χριστού’, επιτυγχάνοντας ‘διεύρυνση συνείδησης’ και ένωσης με το απόλυτο Ένα.
Στον αποκρυφισμό, το σατανισμό και σε ορισμένους παραθρησκευτικούς συλλόγουςδεν διαχωρίζεται ο Χριστός από τον εωσφόρο, αλλά θεωρούνται ‘οι δύο όψεις του ιδίου νομίσματος’. Πολλές ομάδες της Ν.Ε. δεν δέχονται ύπαρξη προσωπικού Θεού, ενώ άλλες διδάσκουν τον ερχομό του ‘αβατάρα’ της Ν.Ε., του ‘υδροχοϊκού Χριστού’ ως μεσσία τους. Ακόμη, πνευματιστές και υπνωτιζόμενα μέντιουμ κηρύττουν πως ο κάθε άνθρωπος είναι το ‘φως του Θεού’ και εν υπνώσει Χριστός και ότι μπορούμε να σωθούμε από μόνοι μας, αφού και ο Χριστός, λένε, εξελίχθηκε από ‘ψιλός’ άνθρωπος σε πλήρη ‘εσωτερική συνειδητότητα’, ή ότι ο Χριστός υπήρξε η μετεμψύχωση ενός αρχικού πνεύματος που εμφανίστηκε πρωτύτερα στην Π.Δ. με διάφορες προφητικές μορφές.
Στο χώρο των εσχατολογικών κινημάτων, τόσο οι Αντβεντιστές της 7ηςΗμέρας, όσο και οι Μάρτυρες του Ιεχωβά, συνεχώς δήλωναν και δηλώνουν νέες χρονολογίες προσδιορισμού της Β΄ Παρουσίας του Κυρίου, που ξεπερνιούνται χωρίς αυτή να συμβεί, ενώ δεν δέχονται την μεταβολή του άρτου και του οίνου σε σώμα και αίμα Χριστού κατά τη Θεία Ευχαριστία. Απορρίπτουν την ειδική ιερωσύνη, άρα και τα μυστήρια, ενώ κατηγορούν τις χριστιανικές Ομολογίες για αποστασία. Μάλιστα, οι Μάρτυρες του Ιεχωβά απορρίπτουν και την Αγία Τριάδα, καθώς και τη θεότητα Χριστού και Αγίου Πνεύματος.                  
Οι Μορμόνοι(Εκκλησία του Ιησού Χριστού των Αγίων των Τελευταίων Ημερών) έχουν διαφορετικές από τον χριστιανικό κόσμο Άγιες Γραφές, θεωρούν ότι η Εκκλησία ξέφυγε από τη σωτηρία και δέχονται ότι ο Θεός έφτασε να γίνει Θεός δια της ηθικής προόδου από το στάδιο του απλού ανθρώπου. Πιστεύουν σε δύο αρχικές θεότητες: τον Ελοχίμ, πατέρα όλων των πνευμάτων του ανθρωπίνου γένους, ο οποίος γέννησε τον Ιεχωβά, που ταυτίζουν με τον Ιησού Χριστό. Οι Θεοί, για τους Μορμόνους, συνευρίσκονται με τις γυναίκες συζύγους τους και γεννούν απογόνους. Με μια τέτοια συνεύρεση γεννήθηκε και ο Ιησούς Χριστός. Δέχονται μάλιστα και οι Μορμόνοι χιλιετή κυβέρνηση Χριστού στη γη (όπως οι Αντβεντιστές και οι Μ.τ.Ι.), δεύτερη ανάσταση μετά ταύτα και τελική κρίση. 
Η ονομαζόμενη‘Χριστιανική Επιστήμη’αρνείται τη μοναδικότητα του Θεανθρώπου Χριστού στην ιστορία, εφόσον δέχεται ‘χριστική κατάσταση’ μέσα στον άνθρωπο, εσωτερική δύναμη θεραπείας. Ο κορεάτης Μούν, που ίδρυσε το 1960 την Ενωτική Εκκλησία, ισχυρίζεται ότι είναι ο ίδιος ο Χριστός. Με τη θεά-γυναίκα του πρόκειται, λένε, να σώσουν την ανθρωπότητα στη νέα χρυσή εποχή. Ο ιστορικός Ιησούς, ‘διδάσκει’ ο Μουν, απέτυχε να οδηγήσει την ανθρωπότητα στην ένωση με τον Θεό και κυριαρχήθηκε από τον σατανά, ενώ ο ίδιος ο Μουν, ο ‘Κύριος της δεύτερης παρουσίας’, ο ‘δεύτερος Μεσσίας’ είναι  η ‘ενσάρκωση του Θεού’(βλ. π. Αντωνίου Αλεβιζόπουλου: (α) ‘Εγχειρίδιο αιρέσεων και παραχριστιανικών ομάδων’, (β) ‘Αποκρυφισμός, Γκουρουισμός, Νέα Εποχή’ & Μιχαήλ Γ. Χούλη: ‘Η Ψευδώνυμος Γνώσις’, εκδ. Στερέωμα, Θεσσαλονίκη).   

  Ο Ιησούς στην ιστορία
 Ο Ιησούς Χριστός γεννήθηκε, σύμφωνα και με τον μεγάλο ιστορικό και γιατρό της Πρώτης Εκκλησίας Λουκά, στα χρόνια του αυτοκράτορα Οκταβιανού Αυγούστου (31 π.Χ. – 14 μ.Χ.). Σ’ αυτόν αναφέρονται οι τέσσερις ευαγγελιστές Ματθαίος, Μάρκος, Λουκάς και Ιωάννης, οι επιστολές της Καινής Διαθήκης και εκείνες του αποστόλου Παύλου. Αλλά και οι ιστορικοί:Ιώσηπος(Ιουδαίος),Τάκιτος και Σουετώνιος(Ρωμαίοι),Πλίνιοςο νεώτερος (110 μ.Χ.), διοικητής της Βιθυνίας, το εβραϊκόΤαλμούδ, ο ειδωλολάτρηςΘαλλός(55 μ.Χ.), καθώς και οιαιρετικές πρωτοχριστιανικές ομάδες. Ο Ιώσηπος αναφέρει ότι ο Ιησούς υπήρξε ‘παραδόξων έργων ποιητής’, ότι δηλαδή έκανε μεγάλα θαύματα και σημεία ανάμεσα στο λαό, όπως τα περιγράφουν και οι ευαγγελιστές, ενώ ο Πλίνιος αναφέρει σε επιστολή του προς τον αυτοκράτορα Τραϊανό ότι οι χριστιανοί λάτρευαν τον Χριστό ως Θεό, μόλις 10 χρόνια μετά τη συγγραφή του 4ουευαγγελίου. Το Ταλμούδ τέλος ερμηνεύει, από την πλευρά των Ιουδαίων, τη θαυματουργική δράση του Ιησού ως μαγεία, ενώ δέχεται χωρίς ενδοιασμούς την ιστορική του ύπαρξη.  Ακόμη και οΚέλσος,ο αρνητής πλατωνικός φιλόσοφος του β’ μισού του 2ουαιώνα, δεν αμφέβαλε για την ιστορικότητα του Χριστού, αν και επιτίθεται στο έργο του «Αληθής Λόγος» κατά της διδασκαλίας της Εκκλησίας και εναντίον των θαυμάτων του Κυρίου. ΟΛουκιανός, από τα Σαμόσατα της Συρίας (125-195 μ.Χ.), σοφιστής του 2ου μ.Χ. αιώνα, αναφέρει ότι ο«πρώτος νομοθέτης»των χριστιανών,«ο ανεσκολοπισμένος εκείνος σοφιστής», σταυρώθηκε στην Παλαιστίνη, επειδή δίδαξε μια νέα θρησκεία στον κόσμο (στο έργο του ‘Περί της Περεγρίνου τελευτής’). Τέλος, ολόκληρη σειρά αιρετικών των πρωτοχριστιανικών χρόνων δεν αμφισβήτησαν ποτέ την ιστορικότητα του Ιησού Χριστού, όπως οιΓνωστικοί (Βασιλείδης, Σατουρνείλος, Βαλεντίνος) ο Μαρκίωνας, ο Μάνης, ο Μοντανόςκ.α.   (βλ. και Λεωνίδου Κ. Διαμαντόπουλου: ‘Ιησούς ο Χριστός, ως ιστορική προσωπικότης’, εκδ. ‘Ο Σωτήρ’, Αθ. 1996). 
Το ερώτημα ‘γιατί δεν ασχολήθηκαν περισσότεροι ιστορικοί στην εποχή Του με τον Χριστό;’, απαντάται ικανοποιητικά αν αναλογιστούμε ότι, στα χρόνια των αποστόλων Του, ο αριθμός των Ιουδαίων στη ρωμαϊκή αυτοκρατορία έφτανε μέχρι και τα πέντε εκατομμύρια, ενώ οι χριστιανοί  αριθμούνταν σε μερικές χιλιάδες μόνο. Όχι μόνο λοιπόν αρκετοί ιστορικοί της εποχής δεν έδωσαν σημασία, αρχικά, σε ένα κίνημα που δεν διέφερε στα μάτια τους από τα τόσα πνευματικά και επαναστατικά κινήματα των χρόνων τους, αλλά και πολλοί εξ αυτών αντιπαθούσαν το Ιουδαϊκό έθνος, ενώ απέφευγαν να αναφέρουν ακόμη και το όνομά του. Συν τω χρόνω αυξάνονται και οι ιστορικές μαρτυρίες για τη ζωή και διδασκαλία του Ιησού(βλ. και Ανδρέα Κεφαλληνιάδη: ‘Μια τάξη γεμάτη απορίες’, εκδ. ‘Φωτοδότες’).    

  Ο Ιησούς στην Εκκλησία  
 Ο Ιησούς Χριστός ήταν και είναι Θεάνθρωπος και όχι απλός άνθρωπος.Οι αποδείξεις για την θεανθρωπότητά Του είναι οι εξής:
 1. Οι θαυμαστές προφητείες γι’ αυτόν, που εκπληρώθηκαν στη ζωή και το έργο Του.Στις προφητείες της Π.Δ. αναγγέλλεται η θεϊκή του φύση: «Παιδί γεννήθηκε σε μας. Γιος μάς δόθηκε. Και η εξουσία του θα είναι πάνω στον ώμο του (δηλώνει τη θεότητά του). Και θα του δώσουν το όνομα: Μεγάλης Βουλής άγγελος, Θαυμαστός Σύμβουλος, Θεός Ισχυρός, Πατέρας του Μελλοντικού Αιώνα, Άρχοντας της ειρήνης» (Ησαΐας 9,5).  Η Παλαιά Διαθήκη λοιπόν προετοιμάζει τον κόσμο για την έλευση του Χριστού, γι' αυτό και θεωρείται “παιδαγωγός εις Χριστόν”. Μερικές αντιπροσωπευτικές προφητείες:
  • Η Γένεση (49,10) αποκαλύπτει ότι ο Μεσσίας θα προερχόταν από τη φυλή του Ιούδα,
  • ο Ιερεμίας ανέφερε ότι θα είναι από τη γενιά του Δαυίδ (23,5)
  • και μίλησε για την σφαγή των νηπίων από τον αιμοσταγή Ηρώδη (38,15),
  • ενώ ο Δανιήλ προφήτευσε για την θεία γέννηση του Εκλεκτού (2,45)  
  • και για την αδιάφθορη βασιλεία του Μεσσία (7,14).
  • Ο μεγάλος Ησαϊας αναφωνεί: “Να, η Παρθένος θα συλλάβει και θα γεννήσει υιόν, που θα ονομαστεί Εμμανουήλ (δηλ. ο Θεός μαζί μας)” (7,14)
  • και προφητεύει ότι ο Μεσσίας θα είναι απόγονος του Ιεσσαί (11,1).
  • Ο Μιχαίας εντοπίζει την Βηθλεέμ ως γενέτειρα του Χριστού (5,1).
  • Ο Ζαχαρίας επισημαίνει την τιμή της προδοσίας του Αναμάρτητου, δηλαδή τα 30 αργύρια (11,12),
  • αλλά και την θριαμβευτική είσοδό Του στην Ιερουσαλήμ πάνω σε γαϊδουράκι (9,9).
  • Ο Ησαϊας για τα Πάθη του Κυρίου προφήτευσε: “Αυτός τις αμαρτίες μας κουβαλάει και για μας υποφέρει” (53,4).
  • Ακόμη μας λέει ότι από τα πάθη Του εμείς γιατρευτήκαμε (53,5)
  • και πως παρέμεινε άφωνος μπροστά στους κατηγόρους Του (53,7).
  • Ο 22ος Ψαλμός μάς ενημερώνει πως στον Μεσσία θα τρυπούσαν χέρια και πόδια και πως θα πέθαινε με σταυρικό θάνατο (22,16){ειπώθηκε σε εποχή που δεν ήταν γνωστός στους Ιουδαίους ο σταυρικός τρόπος θανάτου},
  • αλλά και ο Ψλμ. 69,21 πως στη δίψα Του θα του προσέφεραν ξύδι και χολή.
  • Μάλιστα θα τρυπούσαν και την πλευρά Του (Ζαχ. 12,10).
  • Παρόλα αυτά κανένα από τα οστά Του δεν θα έσπαζε (Ψλμ. 34,20),
  • ενώ στους δύο συσταυρούμενους ληστές (Ησ. 53,12) οι στρατιώτες έσπασαν τα σκέλη(για να επισπεύσουν τον θάνατο).
  • Τα ρούχα Του μάλιστα θα τα μοιράζονταν, ενώ για τον χιτώνα Του θα έβαζαν κλήρο (Ψλμ. 22,18). 
  • Ο Αμώς μας πληροφορεί για την συσκότιση του ηλίου την ώρα της σταύρωσης του Ιησού (8,9)
  • και  ο προφήτης Μαλαχίας προείπε για το φάρμακο αθανασίας, την Θεία Ευχαριστία και για την γέννηση του “θεολογικού δείκτη” του Μεσσία, τον Πρόδρομο Ιωάννη (3,1).
  • Σημαντική είναι η προφητεία του Ησαϊα, 800 χρόνια π.Χ., πως ενώ “ο τάφος του Μεσσία ορίστηκε με τους κακούργους, στον θάνατό Του στάθηκε με τον πλούσιο” (53,9). Και αυτό επαληθεύτηκε, αφού πέθανε βέβαια ανάμεσα σε δύο ληστές, αλλά θάφτηκε στον τάφο του πλούσιου βουλευτή της εποχής, του Ιωσήφ από την Αριμαθαία, ο οποίος και ζήτησε από τον Πιλάτο το άπνουν ένδοξο σώμα.
  • Για την ανάσταση του Εκλεκτού Υιού του Θεού, ο Δαυίδ προείπε: “Δεν θα εγκαταλείψεις την ψυχή μου στον άδη, ούτε θα επιτρέψεις στον άγιό σου να υποστεί σωματική αποσύνθεση” (Ψλμ. 16,10), πράγμα που μόνο στον Ιησού πραγματοποιήθηκε.
 Εκτός βέβαια από τις Παλαιοδιαθηκικές προφητείες έχουν καταγραφτεί πλήθος άλλες προφητείες εξωβιβλικών λαών, που νοσταλγούν έναν ουράνιο σωτήρα της ανθρωπότητας.ΟΒολταίροςπαρατήρησε ότι όλα τα μάτια και οι ελπίδες ήσαν στραμμένες στην Παλαιστίνη, απ’ όπου αναβλάστησε ‘η ρίζα του Ιεσαί’, ο Χριστός.  Ο Σωκράτηςστην Απολογία του αναφέρθηκε σε πνευματικό απεσταλμένο του Θεού, που θα ξυπνούσε από πνευματικό ύπνο τους Αθηναίους.Ο Πλάτωνας, στην Πολιτεία του, περιγράφει κάποιον Δίκαιο, που θα πάθει, θα μαστιγωθεί και θα καρφωθεί σε ξύλο. ΣτονΠρομηθέα Δεσμώτητου Αισχύλου (στίχ. 1026-9), ο Ερμής προφητεύει πως ο Προμηθέας θα σωζόταν μόνο από Θεό, γιο Παρθένου, που θα κατέβαινε στον άδη, παίρνοντας πάνω Του τα πάθη των ανθρώπων.Ο Βούδας, 500 χρόνια π.Χ., δήλωσε ότι ‘μετά από 500 χρόνια η διδασκαλία μου θα εξασθενήσει’. Αλλά καιο Κομφούκιος(Κίνα, 6οςπ.Χ. αι.) αποκάλυψε: ‘δεν μου δόθηκε η ικανοποίηση να δω έναν Θεάνθρωπο’(βλ. Λ. Φιλιππίδη: Ιστορία της Εποχής της Κ.Δ., Αθ. 1958 & Νικολάου Γ. Νευράκη: Ο Χριστός και ο Καινούριος Κόσμος του Θεού, Αθ. 1989).             
  2. Οι διώξεις, μαστιγώσεις, φυλακίσεις και το μαρτυρικό τέλος των 10 αποστόλων Του(εκτός από τον Ιούδα που απαγχονίσθηκε και τον Ιωάννη το Θεολόγο που πέθανε σε μεγάλη ηλικία), που δεν θα δεχόντουσαν να τα υποστούν για μια αόριστη φήμη περί αναστάσεως του Ιησού. Ήσαν απολύτως πεπεισμένοι εξ ιδίων οφθαλμών, ιδίας ακοής και ψηλαφήσεως για τη θεότητά Του (Α΄ Ιω. 1,1).  Άλλωστε, δεν θυσιάζεται κάποιος για ένα ψέμα, αλλά για μια ατράνταχτη αλήθεια που αλλάζει τη ζωή και τη σκέψη. Έχουμε ισχυρές ιστορικές πηγές που πιστοποιούν ότι:
-Oαπόστολος Πέτροςμαρτύρησε επί Νέρωνος στη Ρώμη πάνω σε σταυρό, 
-Oάγιος Ανδρέαςμαρτύρησε πάνω σε σταυρό στη Πάτρα,
-Oάγιος Ιωάννης ο Θεολόγοςκαι Ευαγγελιστής υπέστη κακουχίες και βασανισμούς, εξορίστηκε στη Πάτμο επειδή πίστευε στο Χριστό, προς το τέλος του 1ου αιώνα, και κοιμήθηκε εν ειρήνη στην Έφεσο.
-Ο Ιάκωβος, υιός Ζεβεδαίουθανατώθηκε από τον Ηρώδη,
-OΦίλιπποςσταυρώθηκε ανάποδα στην Ιεράπολη της Φρυγίας,
-OΒαρθολομαίος(ταυτίζεται με τον Ναθαναήλ) κήρυξε στην Ινδία (δηλ. στην Αρμενία), όπου και μαρτύρησε,
-OΜατθαίοςο Ευαγγελιστής κήρυξε στην Αιθιοπία (δηλ. στη Κολχίδα) και την Περσία, όπου και μαρτύρησε,
- O λεγόμενος αρχικά δύσπιστοςΘωμάςκήρυξε στην ανατολή την ανάσταση του Χριστού, όπου και μαρτύρησε δια λογχισμού,
-OΙάκωβος, υιός Αλφαίουκήρυξε το ευαγγέλιο στην Αίγυπτο και σταυρώθηκε στη πόλη Ostracina.
-Ο Ιούδας ο Θαδδαίοςή Λεββαίος πιθανόν μαρτύρησε στην Έδεσσα της Συρίας.
-Ο Σίμων ο Ζηλωτήςή Κανανίτης αναφέρεται από πολλές πηγές ότι μαρτύρησε χωρίς να γνωρίζουμε τον τόπο του μαρτυρίου του.
-Ο Ματθίαςκήρυξε μεν στα Ιεροσόλυμα, όπως λέει και ο άγιος Ιππόλυτος, αλλά λιθοβολήθηκε και έπειτα αποκεφαλίστηκε.
- Από τους Εβδομήκοντα αποστόλουςο Στέφανος ο Αρχιδιάκονος και Πρωτομάρτυςλιθοβολήθηκε από τους Ιουδαίους στα Ιεροσόλυμα,
-OΙάκωβος ο Αδελφόθεος, πρώτος επίσκοπος Ιεροσολύμων, λιθοβολήθηκε έως θανάτου από τους Εβραίους.
-Ο Μάρκος ο Ευαγγελιστήςκήρυξε στην Αλεξάνδρεια, όπου μαρτύρησε έχοντας συρθεί στους δρόμους της πόλης και στη συνέχεια ρίχτηκε στην πυρά.
-Ο Λουκάς ο ευαγγελιστήςσταυρώθηκε πάνω σε ελιά.
- Οι απόστολοι Ολυμπάς και Ροδίων μαρτύρησαν μαζί στη Ρώμη δι’αποκεφαλισμού.
- Οι απόστολοι Αρίσταρχος, Πούδης και Τρόφιμος μαρτύρησαν μαζί με το Παύλο στη Ρώμη δι’ αποκεφαλισμού.
- Γνωρίζουμε ακόμη το μαρτύριο του Συμεώνος υιού του Κλεώπα, ο οποίος υπήρξε2οςεπίσκοπος Ιεροσολύμων και σταυρώθηκε επί Τραϊανού.
- Τέλος, γνωρίζουμε από τον Κλήμη τον Αλεξανδρέα και τον Ευσέβιο ότι και αυτή η σύζυγος του αποστόλου Πέτρου μαρτύρησε, αφού τον ακολούθησε σε πολλές περιοδείες του (βλ.www.oodegr.com/oode/grafi/kritiki/ma8ites1.htm/, άρθρο: Οι απόστολοι που θυσιάστηκαν για την πίστη τους).
 3. Η μαρτυρία του αποστόλου Παύλου, που υπήρξε αρχικά ως Σαούλ σκληρός διώκτης των χριστιανών, ενώ όταν έγινε χριστιανός μετά από προσωπική αγιοπνευματική συνάντηση με τον ίδιο τον αναστημένο Χριστό, υπέστη ραβδισμούς, εξορίες, φυλακίσεις, ναυάγια, μεγάλες ταλαιπωρίες και αυτόν τον θάνατο χάριν του Χριστού.
 4. Η αλήθεια της Καινής Διαθήκης. Μερικά στοιχεία:
  • Επισημαίνεται στα Ευαγγέλια (γράφτηκαν 60-100 μ.Χ.) ότι στον κήπο της Γεθσημανή και κατά την αναμονή της σύλληψης του Κυρίου,το πρόσωπό Του έσταζε χοντρές σταγόνες ιδρώτα και αίμα(Λουκ. 22,44). Αυτό επαληθεύεται σήμερα ότι μπορεί να συμβεί σε καταστάσεις υψηλού στρες και μεγάλης αγωνίας.
  • Από την πληγή Του πάνω στο σταυρό, μας πληροφορεί ο ευαγγελιστής Ιωάννης, και μετά το λογχισμό που υπέστη,έτρεξε αίμα και νερό(19,34). Ο ορός αυτός  (νερό και αιμοσφαίρια), που σχηματίζεται στο περικάρδιο ενός νεκρού ανθρώπου και σταματά την κίνηση της καρδιάς, είναι σήμερα μια μοναδική ιατροδικαστική απόδειξη ότι ο αρχηγός της Ζωής είχε πράγματι πεθάνει.
  • Συγχώρεσε τους σταυρωτές Τουαπό το σταυρό που ήταν καρφωμένος, και λίγο πριν ξεψυχήσει, μέσα σε μεγάλη οδύνη και πόνο. Το γεγονός σημαίνει πως δεν υπήρξε συμφεροντολόγος θρησκειοφιλόσοφος, αλλά αληθινός και γνήσιος διδάσκαλος.
  • Τοπωνύμια, πρόσωπα, πολιτικοί και θρησκευτικοί τίτλοι, ονόματα, συνήθειες της εποχής Του κ.α., αποδείχθηκαν από την αρχαιολογία απολύτως ιστορικά και πραγματικά, ώστε να θαυμάζει κανείς για την σοβαρότητα των διηγήσεων.Μερικά στοιχεία:
- Σε ανασκαφή του 1961, και σε μια μικρή επιγραφή θεάτρου στο μεσογειακό λιμάνι της Καισάρειας, αποδείχθηκε ότι υπήρξε πράγματι ο Πόντιος Πιλάτος. Μέχρι τότε αμφισβητείτο το όνομα αυτό.
 –Μέχρι το 1910 πιστευόταν ότι το Ικόνιο ήταν πόλη της Λυκαονίας και όχι της Φρυγίας, όπως έγραφε ο ευαγγελιστής Λουκάς. Τότε όμως ο αρχαιολόγος σερ Γουίλιαμ Ράμσεϊ με την ανακάλυψη μνημείου (και αργότερα με άλλες ανακαλύψεις διαφόρων) δικαίωσε την πληροφορία του τρίτου Ευαγγελίου.
–Πληροφορίες ιστορικές ακόμη δεν υπήρχαν για τον “τετράρχη Λυσανία”, που έδρασε στην Αβιληνή, εκτός από τις καταγραφές του ευαγγελιστή Λουκά. Αρχαιολογικό όμως εύρημα κοντά στην Δαμασκό, της εποχής του 29 μ.Χ., επιβεβαίωσε και πάλι την διήγηση του Λουκά.
–Ο Λουκάς και πάλι μας δίνει την μοναδική ιστορική καταγραφή του “ανθύπατου Σέργιου Παύλου” (Πράξ. 13,7), ο οποίος είχε εξουσία στην Κύπρο. Επιγραφή του 55 μ.Χ., που βρέθηκε στα μέσα του 19ου αι., πιστοποιεί το όνομα και την ιδιότητα του μνημονευθέντος ανδρός.
–Σε ιεραποστολικό ταξίδι του απ. Παύλου στην Έφεσο, εναντιώθηκαν σε αυτόν οι αργυροχόοι που επωφελούνταν από αγαλματίδια της θεάς Αρτέμιδος (Πράξ. 19,35). Μετά από ανασκαφική δραστηριότητα όχι μόνο βρέθηκαν διάφορα ειδώλια προς τιμήν της θεάς στην αρχαία Έφεσο, αλλά και ο ίδιος ο περί ου ο λόγος ναός.
 –Η αναφορά ακόμη του Λουκά στον Γαλλίωνα, ανθύπατο της Αχαϊας, έχει εξακριβωθεί από επιγραφή που αναφέρεται ακριβώς σ' αυτόν τον “Λούκιο Ιούνιο Γαλλίωνα”.
–Ανασκαφές επίσης στην Κόρινθο αποκάλυψαν ότι ο Γάϊος, που αναφέρεται από τον απ. Παύλο στην προς Ρωμαίους επιστολή του (16,23), ήταν υπεύθυνος για τα δημόσια έργα στην Κόρινθο. Συνεργεί λοιπόν η αρχαιολογική σκαπάνη στην αλήθεια της Αγίας Γραφής και συμπληρώνει το έργο της, σε αντίθεση με τις αντιεπιστημονικές απόψεις διαφόρων αθέων στοχαστών.
–Ανακαλύφθηκε ακόμη και το «Λιθόστρωτο», ο τόπος που δικάστηκε ο Ιησούς, ενώ δεν υπήρχε πρωτύτερα καμία άλλη εκτός της Γραφής (Ιω. 19,13) μαρτυρία.
 –Προσδιορίστηκε και ο χώρος της «Κολυμβήθρας της Βηθεσδά», που και πάλι αναφέρεται μόνο από την Καινή Διαθήκη, κατά τη διάρκεια ανασκαφών το 1988.
–Επιγραφή που βρέθηκε κοντά στο θέατρο της παλαιάς Κορίνθου αποδεικνύει αληθινό και πάλι τον απ. Παύλο, όταν γράφοντας στους Ρωμαίους (16,23) αναφέρει κάποιον Έραστο ως αξιωματούχο της πόλης
(βλ. Josh McDowell: (α)‘ζητώΑποδείξεις’,εκδ.‘Ο Λόγος’, Πειραιάς 2005  & (β) ‘Άχρηστο το μυαλό στην πίστη;’, εκδ. ‘Ο Λόγος’, 2002). 
  • Οι ευαγγελιστές λένε ωμή την αλήθεια, όλη την αλήθεια, χωρίς να ντρέπονται, με μεγάλη ειλικρίνεια και χωρίς πάθος. Λχ.
- δεν διστάζουν να γράψουν ότι ο κορυφαίος απόστολος Πέτρος φοβήθηκε για τη ζωή του μπροστά σε τρείς υπηρέτες και εγκατέλειψε τον Χριστό,
- ότι ο Χριστός επίσης προδόθηκε από ένα μαθητή του, τον Ιούδα,
- ότι ακόμη και ο Χριστός είχε κλονιστεί ως άνθρωπος λίγο πριν τον σταυρικό θάνατό του και έπεφτε ο ιδρώτας του με χοντρές σταγόνες στη γη,
- ότι όλοι οι μαθητές του τον εγκατέλειψαν στις πιο δύσκολες στιγμές του,
- ότι δεν καταλάβαιναν συχνά τα όσα τους δίδασκε,
- ότι μάλωναν και ζήλευαν μεταξύ τους για πρωτοκαθεδρίες,
- ότι συγκρούστηκαν κάποτε διαλεκτικά οι μεγάλοι απόστολοι Πέτρος και Παύλος, όσον αφορά το αν έπρεπε να τηρούνται οι ιουδαϊκές συνήθειες από τους εξ εθνών χριστιανούς,
- ότι το σκεύος εκλογής, ο θείος Παύλος, υπήρξε πριν τη γνωριμία του με το Χριστό σκληρός πολέμιος των χριστιανών,
- ότι οι ίδιοι οι μαθητές του Χριστού δεν πίστευαν στην ανάστασή του και κατηγόρησαν ως μισότρελες της μυροφόρες και πολλά άλλα. 
Έπειτα περιγράφουν τα γεγονότα, ακόμα και τα πιο δυσάρεστα χωρίς πάθος και καμία αντιπάθεια.
- Π.χ. αν και άφησαν οι μαθητές Του οικογένειες, περιουσίες, εργασία, και υπέστησαν φυλακίσεις, διωγμούς και θανάτους υπέρ του Χριστού, όταν αναφέρονται γραπτώς σε γεγονότα των κατεξοχήν υπαίτιων για τα κακοπαθήματά τους, δηλ. του Ιούδα, του Πιλάτου, των σταυρωτών του Χριστού στρατιωτών κ.α., δεν τους κακολογούν, δεν ξεστομίζουν εκφράσεις άγριες εναντίον τους, αλλά περιγράφουν τα πάντα ψυχρά, ιστορικά, αντικειμενικά, και μάλιστα αρμονικά μεταξύ τους. Αυτό σημαίνει αυθεντικότητα και αξιοπιστία.
- Διαφορετικά, αν έγραφαν οι ευαγγελιστές ή ο Παύλος παραμύθια, θα έγραφαν π.χ. για τον Χριστό ότι έλαμπε πάνω στο σταυρό, ότι ήταν μοναδικός και ιδιαίτερα θεϊκός όσο συναναστρεφόταν τους ανθρώπους, ότι άνοιγε τους ουρανούς με τις προσευχές του, ότι γελούσε όταν βασανιζόταν γιατί δεν πονούσε, και τόσα άλλα, που βλέπουμε σε παιδικά παραμύθια ή σε απόκρυφα κείμενα. Τίποτε από αυτά. Η εξουσία και δύναμη του Χριστού περιγράφεται τόσο πεζά, και χωρίς εξιδανικεύσεις, που απορεί κανείς με την αλήθεια, την απλότητα  και την ειλικρίνεια των γραφομένων
(βλ. και αρχιμ. Βασ. Μπακογιάννη: ‘Θρησκείες: Πλάνη;’, εκδ. Ν. Παναγόπουλου, Αθ. 1995).      
  • Όσα περιγράφουν ότι θα συμβούν η Π.Δ. και η Κ.Δ. συνέβησαν πραγματικά και αληθινά και ακόμη ειδοποιούν για τα μελλούμενα να συμβούν γεγονότα:
- Για την Θεοτόκο λ.χ. αναφέρει η Κ.Δ. ότι θα την μακαρίζουν όλες οι γενεές (Λουκ. 1,48), γεγονός που συνέβη και ισχύει εδώ και 2.000 χρόνια.
- Για τον Χριστό αναφέρει ότι θα είναι ‘σημείον αντιλεγόμενον’ (Λουκ. 2,34), δηλαδή ότι θα αποκτήσει πολλούς φίλους αλλά και πολλούς εχθρούς, όπως ισχύει μέχρι και σήμερα.
- Όταν υψωθώ, λέγει ο Χριστός (μετά την ανάληψή Του), θα τραβήξω όλους κοντά μου (ως πνευματικός μαγνήτης). Αυτό και συνέβη στα εκατομμύρια των πιστών χριστιανών.    
- Το νέφος εκατομμυρίων μαρτύρων (αν και είχε προείπει ο Χριστός ότι οι πιστοί του θα διωχθούν και θα θανατωθούν), οι χιλιάδες άγιοι και τα θαύματά τους, η στροφή σ’ αυτόν χιλιάδων Ισραηλιτών (αν και απαγορευόταν να θεοποιήσουν άνθρωπο), πιστοποιούν την αλήθεια της Εκκλησίας και την ανάστασή Του.
- Ο Χριστός είχε ακόμη πει:«Γκρεμίστε τον ναό αυτόν και σε τρεις ημέρες θα τον οικοδομήσω και πάλι»(Ιω. 2,19). Μετά την ανάστασή Του έγινε γνωστό ότι ως ναό εννοούσε το άχραντο σώμα Του.
- Οι προφητείες που ο ίδιος ο Χριστός εξήγγειλε πραγματοποιήθηκαν. Είχε πει ότι η Εκκλησία Του δεν θα καταστραφεί ποτέ (Ματθ. 16,18) και ότι η Ιερουσαλήμ θα καταστρεφόταν ολοσχερώς ( Ματθ. 24,2). Αυτό έγινε ιστορικά το 70 μ.Χ. από τα ρωμαϊκά στρατεύματα.
  • Και προς τα πίσω:
- Τα άφθαρτα λείψανα και η θαυματουργία πολλών αγίων υποδεικνύουν την σωματική ανάσταση και τα θαύματα του Χριστού.
- Η διορατικότητα και προορατικότητα σύγχρονων μακαριστών γεροντάδων (Παϊσίου, Πορφυρίου, Ιακώβου Τσαλίκη κ.α.) αποδεικνύει την προορατική αγία φύση του Χριστού, όταν λ.χ. είπε κάποτε στον Ναθαναήλ:«προτού σε φωνάξει ο Φίλιππος σε είδα (πνευματικά) να βρίσκεσαι κάτω από τη συκιά»(Ιω. 1,49). Προφανώς ο απόστολος προσευχόταν μυστικά και θερμά στον Θεό.     
  • Οι ειδικοί επιστήμονες μελετούν σήμεραπάνω από 600.000 τουλάχιστον μικρά και μεγάλα τμήματα αντιγράφων της ελληνικής Αγίας Γραφής(Παλαιάς και Καινής Διαθήκης),
που απέχουν ελάχιστα χρόνια από τα πρωτότυπα κείμενα και που διαφέρουν μεταξύ τους μόνο σε ορισμένες λεπτομέρειες. Το χειρόγραφο π.χ. John Ryland, που περιέχει τμήμα του Κατά Ιωάννην Ευαγγελίου, χρονολογείται περί το 130 μ.Χ.,δηλαδή 30 μόλις χρόνια περίπου μετά την συγγραφή του τελευταίου ευαγγελίου!,ενώγια την Π.Δ. τα αρχαιότερα κείμενα που διαθέτουμε ανακαλύφθησαν το 1947 στη Νεκρά Θάλασσα και χρονολογούνται από τον 1οπ.Χ. αι. Οι χριστιανικές ελληνικές Γραφές είναι τα αρχαιότερα και πολυπληθέστερα διασωθέντα χειρόγραφα, σε αντίθεση με όλα τα άλλα διασωθέντα των Ελλήνων και Ρωμαίων αρχαίων συγγραφέων (Πλάτωνα, Θουκιδίδη, Σοφοκλή, Αριστοτέλη, Ιουλίου Καίσαρα κ.α.), που απέχουν από την χρονολογία πρωτότυπης συγγραφής τους από 1.000 (Ιούλιος Καίσαρας) έως και 1.600 περίπου χρόνια (Κάτουλλος).
  • Τα μοναδικά θαύματαπου πραγματοποίησε ο Κύριος, αποδεικνύουν τη θεότητά Του.
Δεν είχαν γίνει πριν απ’ αυτόν, ούτε θα γίνουν ξανά ποτέ παρόμοια. Διότι θεράπευσε παράλυτους, τυφλούς, κωφούς, ανάπηρους, ανέστησε νεκρούς, γαλήνεψε τρικυμίες κ.λπ., ενώ δεν θα χωρούσε ο κόσμος όλος τα γραφόμενα σε βιβλία θαύματά Του, σύμφωνα με τον ευαγγελιστή Ιωάννη (21,25). Με αυθυποβολή δεν έχουν φυσικά γίνει ποτέ θεραπείες όγκων ή αναστάσεις νεκρών, ενώ η υπόθεση ότι μόνο το 10% του εγκεφάλου μας χρησιμοποιείται αποτελεί σύγχρονο μύθο που αρνούνται οι νευροεπιστήμες (βλ. περιδ. Discovery and Science, τ. 2, 2005). Η ακαϊα στις πυροβασίες των αναστενάρηδων, Ελλαδικώς και παγκοσμίως -και μάλιστα πατώντας ξυπόλητοι σε κάρβουνα θερμοκρασίας πάνω από 800οC χωρίς το παραμικρό έγκαυμα- αποδεικνύει ότι υπάρχουν υπερφυσικές δυνάμεις για τις οποίες η επιστήμη δεν γνωρίζει την προέλευση και την ουσία τους. Υπνωτισμένος άλλωστε μπορεί να μείνει κάποιος το πολύ μέχρι έξι ώρες. Ούτε βέβαια θεραπεύονται δια του υπνωτισμού οι οργανικές παθήσεις, ούτε προσθέτει ο υπνωτισμός κάποια νέα δύναμη θεραπείας πέραν της φυσιολογικής των ανθρώπων εν εγρηγόρσει ευρισκομένων. Τέλος, τα θαύματα του Κυρίου γίνονταν δημόσια, στο φως της ημέρας και τα έβλεπαν καθημερινά και οι ενάντιοι σ’ αυτόν, ώστε να μένουν στη συνέχεια αναπολόγητοι στο κήρυγμα των αποστόλων.  Όχι μόνο ο Πέτρος ονομάζει τον εαυτό του «μάρτυρα των παθημάτων του Χριστού» (Α’ Πέτρ. 5,1), αλλά και καταδεικνύει, στο κήρυγμά του προς τους ομοεθνείς του, τον συγκεκριμένο Ιησού από Ναζαρέτ, του οποίου ο Θεός απέδειξε την θεία Του καταγωγή με θαύματα και σημεία εξαίρετα,«όπως και εσείς τα γνωρίζετε»(Πράξ. 2,22)
5.Οι πρώιμοι εκκλησιαστικοί Πατέρες και συγγραφείς (πολύ κοντά στα γεγονότα του Θείου Πάθους) αναγνωρίζουν τον Χριστό ως Θεόεπί της γης,
πολύ πριν αναγνωριστεί επίσημα από όλες τις τοπικές Εκκλησίες ο Κανόνας των γνησίων βιβλίων της Καινής Διαθήκης (που έτσι και αλλιώς διαβάζονταν στις συνάξεις των χριστιανών ως γνήσια αποστολικά κείμενα).  Τονίζουν μάλιστα ότι  γεννήθηκε από την Παρθένο Μαρία και από το Άγιο Πνεύμαγια την δική μας σωτηρία.Τον θεωρούν ίσο με τα άλλα της Τριάδος πρόσωπα. Ο Χριστός μάλιστα προϋπήρχε και έχει συνεχή δεσμό με τον Πατέρα. Διδάσκουν ότι ο Ιησούς Χριστός είναι ο Κύριός μας, ο αιώνιος αρχιερέας, ο Υιός του Θεού. Είναι παντοδύναμος και σύνθρονος με τον Πατέρα. Συνδημιουργός με τον Θεό, λυτρωτής και μελλοντικός κριτής, Θεός ο ίδιος. Ο Χριστός είναι ο επί πάντων Θεός, ο οποίος ξέπλυνε τις αμαρτίες της ανθρωπότητας. Αδύνατον μάλιστα ο χριστιανός να θεωθεί αν δεν πιστεύει στην θεότητα του Χριστού. Τέλος, ο Χριστός είναι ο Θεός μας καιμάλιστα Θεός των κρυπτών δυνάμεων. Οι πρώιμες αυτές, ιστορικές και θεολογικές μαρτυρίες της αρχαίας Εκκλησίας ανήκουν στους:
  • Κλήμεντα Ρώμης (101 μ.Χ.)
  • Ø Ιγνάτιο Αντιοχείας, τον Θεοφόρο (μόλις το 110 μ.Χ.),
  • Πολύκαρπο Σμύρνης (115 μ.Χ.)
  • Επιστολή Βαρνάβα (135 μ.Χ.)
  • Διδαχή των Δώδεκα Αποστόλων (140 μ.Χ.)
  • Ø Απολογητή Αριστείδη(140 μ.Χ.)
  • Ιουστίνο, το φιλόσοφο και μάρτυρα (150 μ.Χ.)
  • Ø Τατιανό το Σύρο(170 μ.Χ.)
  • Ø Μελίτωνα Σάρδεων(177 μ.Χ.)
  • Ø Ειρηναίο Λουγδούνου(189 μ.Χ.)
  • Ø Κλήμεντα Αλεξανδρέα(200 μ.Χ.)
  • Ø Τερτυλλιανός(210 μ.Χ.)
  • Νοβατιανό (220 μ.Χ.)
  • Ø Ιππόλυτο(230 μ.Χ.)
  • Ø Ωριγένη(250 μ.Χ.)
  • Κυπριανό Καρθαγένης(250 μ.Χ.)
  • Γρηγόριο τον Θαυματουργό (265 μ.Χ.)
  • Αρνόβιο(305 μ.Χ.)
(βλ.www.oodegr.com/oode/theos/airetika/da_vinci3.htm &www.impantokratoros.gr)
6. Οι αδιάψευστες μαρτυρίες των Κατακομβών(υπόγειες στοές-τάφοι-καταφύγια των χριστιανών σε περιόδους διωγμών) πιστοποιούν την πίστη των διωκομένων χριστιανών στη θεότητα του Χριστού, ήδη από τα μέσα του 2ουαιώνα. Ιδιαίτερα η παράσταση του Καλού Ποιμένα, τα σύμβολα ΙΧΘΥΣ (Ιησούς Χριστός Θεού Υιός Σωτήρ) και το πρώτο και τελευταίο γράμμα της αλφαβήτου Α και Ω για τον Χριστό, που παραπέμπει κι αυτό στην θεότητά του, όπως διακηρύσσεται στην Αποκάλυψη (κεφ. 1, 21 & 22)(βλ. Ιεράς Μητροπόλεως Σύρου: Πρακτικά Β΄ Επιστημονικής Ημερίδος, Κατακόμβες της Μήλου, Μήλος 2010 & Σπύρου Φίλου: Απάντηση (κριτική) στον κώδικα ντα βίντσι, εκδ. Πέργαμος, 2007).
  
Ιησούς Χριστός, ο προ αιώνων Θεός
 Όταν ο Ιησούς ρώτησε τους μαθητές του «ποιος λένε οι άνθρωποι ότι είμαι;», εκείνοι απάντησαν ότι τον θεωρούν ότι είναι είτε ο Ιωάννης ο Βαπτιστής, είτε ο προφήτης Ηλίας, είτε ο προφήτης Ιερεμίας είτε κάποιος άλλος μεγάλος προφήτης. Ο Ιησούς τότε τους ρώτησε: ‘Εσείς, ποιος λέτε ότι είμαι;’ Αμέσως ο απόστολος Πέτρος απάντησε:«Εσύ είσαι ο Χριστός, ο Υιός του Θεού του ζωντανού»(Ματθ. 16,15-16). Ο Χριστός επαίνεσε την αποκάλυψη που δέχθηκε εκείνη την ώρα ο Πέτρος και του είπε μάλιστα ότι πάνω στη δυνατή αυτή πίστη (τον βράχο της πίστεως) θα οικοδομήσει την Εκκλησία Του, ώστε οι πύλες του άδου να μην μπορούν να την σαλεύσουν. Έκτοτε, και μετά ιδίως την ανάστασή Του, οι απόστολοι βασισμένοι σ’ αυτήν την πίστη σχημάτισαν την πρώτη Εκκλησία Του, με τα φλογερά κηρύγματά τους, την αγιοπνευματική θαυματουργία τους, τα φοβερά μαρτύρια που υπέστησαν και τέλος το θάνατό τους στο όνομα Εκείνου, τον οποίον, μετά την ανάστασή του, είδαν επανειλημμένως μπροστά τους, ενώ παράλληλα τους ενίσχυσε, τους δίδαξε, τους καθοδήγησε, τους ερμήνευσε τις Γραφές, μέχρις ότου αναληφθεί. Άλλωστε ένας πατέρας γνωρίζεται καλύτερα από τα παιδιά του και όχι από τους εκτός οικογενείας. Τα (πνευματικά) παιδιά του Χριστού ήσαν οι άγιοι απόστολοι, που κατέγραψαν ότι ήταν Θεός επί γης. Ακόμη, ο νομοδιδάσκαλος Γαμαλιήλ, κατά τη διάρκεια της δίκης των αποστόλων Πέτρου και Ιωάννου, αν και δεν ήταν χριστιανός, σοφά αποκάλυψε: «Ό,τι  είναι εκ Θεού δεν χάνεται» (Πράξ. 5,38-39). Το γεγονός επαληθεύτηκε μέχρι σήμερα με την εξάπλωση της χριστιανικής διδασκαλίας στα πέρατα του κόσμου(βλ. και ‘Θρησκείες: Πλάνη;’).
 Ο Ιησούς Χριστός επομένως, και σύμφωνα με την αλήθεια της Εκκλησίας, την εμπειρία των αγίων, τις Παλαιοδιαθηκικές προφητείες, τις εν Πνεύματι αποφάσεις των Οικουμενικών Συνόδων, την λειτουργική μαρτυρία:  
             1. Είναι Θεάνθρωπος:Σύμφωνα με τον ευαγγελιστή Ιωάννη, τον Θεολόγο της Πρώτης Εκκλησίας,«Στην αρχή ήταν ο Λόγος και ο Λόγος ήταν Θεός…. Ο Λόγος έγινε άνθρωπος και σκήνωσε ανάμεσά μας, και είδαμε τη δόξα του, δόξα που έχει ο μονογενής Υιός από τον Πατέρα του, πλήρης χάριτος και αληθείας»(Ιω. 1,1-14). Ο απ. Παύλος, που μαρτύρησε για τον Χριστό, ενώ αρχικά ήταν σκληρός διώκτης των χριστιανών, γράφει στους Γαλάτες:«Όταν ήρθε το πλήρωμα του χρόνου, έστειλε ο Θεός τον Υιό του, που γεννήθηκε από γυναίκα, υποτάχθηκε στο νόμο, για να εξαγοράσει τους υπό τον νόμο, ώστε να απολαύσουμε την υιοθεσία»(4,5).
 2.Είναι αδιάσπαστα ενωμένος με τον υπερτέλειο και άπειρο Θεό:«Εγώ και ο Πατέρας μου είμαστε ένα» (Ιωάννη 10,30),διακηρύσσει ο ίδιος. Στον απόστολο Φίλιππο, που του ζήτησε κάποτε να τους αποκαλύψει τον Πατέρα του, τού λέγει:«Τόσο καιρό είμαι μαζί σας Φίλιππε και δεν με γνώρισες;»(Ιω. 14, 8-10). Και στον απόστολο Θωμά, που ρώτησε να μάθει τον δρόμο προς τον Θεό, απαντά:«Εγώ είμαι ο δρόμος, η αλήθεια και η ζωή».
 3.Είναι Θεός ο ίδιος:Ο απόστολος των εθνών γράφει:«Αν και είχε την Θεότητα εκ φύσεως (εν μορφή Θεού υπάρχων), δεν φοβήθηκε να αφήσει τη δόξα του. Αλλά ταπεινώθηκε (εαυτόν εκένωσε), λαμβάνοντας μορφή ανθρώπου»(Φιλιπ. 2,6-7). Ο δύσπιστος απόστολος Θωμάς, βλέποντάς τον αναστημένο, ομολογεί: «Ο Κύριός μου και ο Θεός μου»(Ιω. 20,28). Ο Ιησούς όχι μόνο δεν τον διορθώνει, αλλά του λέει: ‘επειδή με είδες Θωμά πίστεψες; Μακάριοι όσοι θα πιστέψουν χωρίς να με δουν’ (εννοείται με τα σωματικά τους μάτια). Στους Ιουδαίους δήλωσε: «Πριν καν υπάρξει ο Αβραάμ, Εγώ Είμαι» (Ιω. 8,58). Οι Ιουδαίοι εξέλαβαν τα λόγια Του (όπως και φυσικά ήταν) ως ταύτισή του με τον ύψιστο Θεό. Γι’ αυτό και πήραν πέτρες να τον λιθοβολήσουν. Γιατί πράγματι ο Θεός χρησιμοποιεί για τον εαυτόν του την έκφραση «Εγώ Είμαι» στην Π.Δ. (Έξοδος 3,14). Ο Ιησούς Χριστός, στην Αποκάλυψη, λέγει περί εαυτού:«Εγώ είμαι το Α και το Ω, Εκείνος που υπάρχει, υπήρχε και θα έλθει και πάλι, ο Παντοκράτορας»(1,8) και ακόμη:«Ο πρώτος και ο τελευταίος, η Αρχή και το Τέλος»(22,13).  
 Η πίστη της Εκκλησίας για το πρόσωπο του Κυρίου εκφράζεται άριστα στον σχετικόΌρο της Δ΄ Οικουμενικής Συνόδου(451 μ.Χ.), που διακήρυξε ότι ο Χριστός:
  • είναι ομοούσιος με τον Θεό Πατέρα του,
  • είναι τέλειος Θεός και τέλειος άνθρωπος,
  • έχει δύο φύσεις τέλειες, τη θεία και την ανθρώπινη, που συνυπάρχουν αρμονικά και ασύγχυτα στο ένα του πρόσωπο, το πρόσωπο του Υιού και Λόγου του Θεού, του δευτέρου προσώπου της Αγίας Τριάδος.
  • Γεννήθηκε από τον Πατέρα του έξω από το χρόνο και «προ πάντων των αιώνων»,
  • ενώ μέσα στο χρόνο γεννήθηκε ως άνθρωπος από την Παναγία Θεοτόκο, όταν έκρινε ο Θεός ότι έφτασε ο κατάλληλος καιρός (το πλήρωμα του χρόνου).
 Γιατί όμως ο Κύριος γεννήθηκε από Παρθένο; Γιατί η γέννησή του έπρεπε να έχει πάρει αυτή την ιδιαίτερη μορφή;
Ωραιότατα στο σημείο αυτό μας απαντά ο Κάλλιστος Ware, επίσκοπος Διοκλείας: Η παρθενική γέννηση υποδεικνύει, είναι ‘σημείο’, της μοναδικότητας του Υιού. Σημαίνει ότι το παιδί της Μαρίας είναι άνθρωπος, αλλά δεν είναι μόνο άνθρωπος. Είναι περιχωρούμενος και υπερβατικός, μέσα στην ιστορία, αλλά και δημιουργός της ιστορίας. Η γέννησή του δεν εξηγείται παρά μόνο αν αποδοθεί σε Θεία πρωτοβουλία. Η ενσάρκωση δεν υποδηλώνει ένα νέο άνθρωπο που γεννήθηκε στον κόσμο. Αλλά τον ίδιο τον Υιό του Θεού, ο οποίος ενώ προϋπήρχε αιώνια, έλαβε και ανθρώπινη μορφή και έγινε όμοιος με μας σε όλα, εκτός από την αμαρτία. Η παρθενική γέννηση λοιπόν υποστηρίζει και επισημαίνει την αιώνια προΰπαρξη του Υιού του Θεού. Και δίκαια η Παρθένος Μαρία ονομάζεται Θεοτόκος, αφού ο γιός της δεν είναι άλλος από τον μονογενή Υιό του Θεού(βλ. ‘Ο Ορθόδοξος Δρόμος, εκδ. Επτάλοφος, 1994, σελ. 90-91).
   Συνοπτικά και ευκρινέστατα ο χριστιανικός ύμνος του Ρωμανού του Μελωδού διατυπώνει την πίστη της Εκκλησίας στο πρόσωπο του Κυρίου ως εξής:«Παιδίον νέον, ο προ αιώνων Θεός».

 ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑ ΑΡΧΕΙΟΥ: 23 ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΥ 2010



Read more:http://www.egolpion.net/proswpo_xristou.el.aspx#ixzz2jnF8QQ57